Νίκος Ξουράφης: Δυναμική απάντηση στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης

Νίκος Ξουράφης: Δυναμική απάντηση στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης

Ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Πειραιά γράφει για την αντεργατική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και καλεί σε δυναμική συμμετοχή στην πανεργατική απεργία της 26ης του Νοέμβρη

Βρισκόμαστε πριν από την απεργία στις 26 του Νοέμβρη που έχουν αποφασίσει εκατοντάδες συνδικαλιστικές οργανώσεις σε όλη τη χώρα μεταξύ των οποίων και το Εργατικό Κέντρο Πειραιά. Μια από τις πιο κρίσιμες μάχες που δίνουν οι εργαζόμενοι για τη ζωή και τα δικαιώματά τους.

Μια απεργία η επιτυχία της οποίας θα αποτελέσει βήμα αγωνιστικής ανάτασης και κλιμάκωσης, που θα σημαδέψει την εργατική – λαϊκή πάλη για το επόμενο διάστημα.

Η απεργία της Πέμπτης αποτελεί συνέχεια μιας σειράς αγωνιστικών πρωτοβουλιών μέσα από τις οποίες ξεκαθαρίστηκε ότι ο λαός δεν σωπαίνει, όπως θα ήθελε η κυβέρνηση.

Σε αυτή την απεργία έχουν λόγο να απεργήσουν οι εργαζόμενοι από κάθε κλάδο στην παραγωγή, στις υπηρεσίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.

Το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τα εργασιακά αποτελεί από μόνο του μια πολύ σοβαρή εξέλιξη. Βάζει μπουρλότο στα θεμέλια των εργασιακών σχέσεων, κάτι που οι εργαζόμενοι θα το πληρώσουν πολύ ακριβά.

Και αυτό γιατί πλέον καταργείται με νόμο το 8ωρο και νομιμοποιείται η 10ωρη εργασία. Το νομοσχέδιο φέρνει τις απλήρωτες υπερωρίες, την επέκταση και γενίκευση της δουλειάς της Κυριακής.

Νέες μειώσεις στους μισθούς ενώ ήδη έχει θεσμοθετηθεί μισθός των 200 ευρώ στο όνομα τάχα της αντιμετώπισης της ανεργίας. Σήμερα λοιπόν πρέπει να μπουν εμπόδια σε αυτή την προσπάθεια της κυβέρνησης γιατί αύριο θα είναι πιο δύσκολο.

Επίσης η κυβέρνηση με το ίδιο αντεργατικό νομοσχέδιο τελειοποιεί την ασυλία που απολαμβάνει η εργοδοσία να ξεδιπλώνει την επίθεσή της στην εργατική τάξη· της προσφέρει άλλο ένα δωράκι. Φιλοδοξεί να την απαλλάξει από τις διεκδικήσεις των εργαζομένων, επιχειρεί να ξεδοντιάσει τα συνδικάτα, το μόνο εργαλείο που έχουν οι εργαζόμενοι να διεκδικούν.

Μετά την προσπάθεια περιστολής του απεργιακού δικαιώματος από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, μετά τον νόμο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, σειρά έχει η επίθεση στην ίδια την οργάνωση των εργαζομένων στα σωματεία και στους άλλους φορείς τους.

· Το νέο αίσχος του γνωστού νεκροθάφτη των εργατικών δικαιωμάτων ξεκινά με έναν συνδυασμό απεργοκτόνων διατάξεων που καταργεί τις γενικές συνελεύσεις, τη συμμετοχή των εργαζομένων σε αυτές και ορίζει την ηλεκτρονική ψηφοφορία ως προϋπόθεση για λήψη απόφασης για απεργία.

· Αλλά ακόμη κι αν παρθεί μια τέτοια απόφαση και «αμελήσει» ο εργοδότης να πατήσει το κουμπί για λογαριασμό του εργαζόμενου, έρχεται ο καθορισμός προσωπικού ασφάλειας, που για ορισμένες περιπτώσεις (όπως στις πρώην ΔΕΚΟ, τις μεταφορές, στα λιμάνια κ.λπ.) θα ξεπερνά ακόμη και τον αριθμό των εργαζομένων ολόκληρης της βάρδιας.

· Κι αν ακόμη και ύστερα από αυτά γίνει κατορθωτό να κηρυχτεί απεργία τότε έρχεται η ωμή καταστολή, γιατί όχι μόνο καταργείται η απαγόρευση πρόσληψης απεργοσπαστικού μηχανισμού από την εργοδοσία όπως προέβλεπε ο ν. 1264/82, αλλά στο εξής η περιφρούρηση των απεργιών θα είναι ποινικώς κολάσιμη πράξη και θα καθιστά παράνομη την ίδια την απεργία.

· Ούτε οι συλλογικές συμβάσεις έμειναν έξω από τον «εκσυγχρονισμό» της κυβέρνησης αφού το δικαίωμα συλλογικής διαπραγμάτευσης θα αναγνωρίζεται μόνο στα σωματεία που έχουν παραδώσει ψηφιακά τα μητρώα τους στο κράτος και στην εργοδοσία. Δηλαδή για να λειτουργεί κάποιο συνδικάτο θα πρέπει να αποδεχτεί το φακέλωμα.

Ακόμη όμως και να μην υπάρχει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο η κατάσταση που βιώνουν οι εργαζόμενοι φτάνει και περισσεύει για να οργανωθεί ο απεργιακός αγώνας για την υγεία και τα δικαιώματα του λαού.

Γιατί κάθε μέρα αποδεικνύονται με τον πιο τραγικό τρόπο οι εγκληματικές ευθύνες της κυβέρνησης στη διαχείριση της πανδημίας.

Στις σημερινές συνθήκες της όλο και πιο δραματικής εξάπλωσης της πανδημίας στη χώρα η κυβέρνηση συνεχίζει το παραμύθι της «ατομικής ευθύνης».

Ούτε λίγο ούτε πολύ μας λένε ότι «εμείς ως κράτος κάναμε ότι μπορούσαμε» και τώρα το μόνο που μπορούμε να περιμένουμε είναι το εμβόλιο.

Και για να μας πείσει γι’ αυτό προβάλλει την απόφαση για αναγκαστική διάθεση δύο μόλις ιδιωτικών κλινικών στη Θεσσαλονίκη για νοσηλεία ασθενών με κορονοϊό, δηλαδή μια απόφαση που ήρθε εννιά μήνες μετά την εμφάνιση της πανδημίας και ενώ η κατάσταση είναι τραγική. Και βέβαια όχι με όρους πραγματικής επίταξης, αλλά διασφαλίζοντας αποζημιώσεις στους κλινικάρχες με χρήματα που είναι απαραίτητα για την ενίσχυση των δημόσιων νοσοκομείων, για τα σχολεία, τις συγκοινωνίες κ.λπ.

Με τις ευλογίες της κυβέρνησης και της εργοδοσίας η πανδημία σαρώνει στο λιμάνι. Χιλιάδες ναυτεργάτες παραμένουν εγκλωβισμένοι σε ποντοπόρα καράβια σε όλο τον κόσμο, στην ακτοπλοΐα είναι δεκάδες τα παραδείγματα πλοίων με κρούσματα ενώ δεν λαμβάνεται κανένα μέτρο. Κρούσματα Covid-19 σε εργαζόμενους στο λιμάνι αποσιωπώνται για να μη στραπατσαριστεί το «κοινωνικό πρόσωπο» των «COSCO» – ΣΕΠ – Dport, ενώ η εργοδοσία αρνείται να συναντήσει αντιπροσωπεία του σωματείου της ΕΝΕΔΕΠ. Η ίδια τακτική και σε καταστήματα του εμπορίου. Στο κατάστημα του Leroy Merlin στον Πειραιά αλλά και σε καταστήματα της αλυσίδας Σκλαβενίτης όπου έχουν παρουσιαστεί δεκάδες κρούσματα, μέτρα επιπλέον προστασίας της υγείας των εργαζομένων δεν παίρνονται και η αλυσίδα προμοτάρεται με βραβεία και πιστοποιήσεις Covid-free. Το ίδιο σε εργοστάσια και χώρους δουλειάς. Κρούσματα σε γηροκομεία του Πειραιά, ενώ τα τρία νοσοκομεία λειτουργούν με σοβαρές ελλείψεις.

Η πραγματικότητα είναι ότι η κυβέρνηση τόσο στο πρώτο κύμα της πανδημίας και το διάστημα που μεσολάβησε όσο και τώρα στο δεύτερο πιο ισχυρό κύμα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να διασφαλίσει τα κέρδη του κεφαλαίου, για να υπηρετήσει ταυτόχρονα την πιο μακροπρόθεσμη στρατηγική του. Τα όποια μέτρα διαχείρισης παίρνονται με το σταγονόμετρο και όταν τα πράγματα έχουν φτάσει στα όριά τους.

Αυτό που καθορίζει τις ενέργειες της κυβέρνησης αλλά και των άλλων κομμάτων που υπηρετούν αυτή την πολιτική είναι τα συμφέροντα του κεφαλαίου και όχι οι ανάγκες του λαού.

Γι αυτό εδώ και εννιά μήνες δεν προχωρά σε μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και δεν ανέπτυξε νέες υποδομές στο δημόσιο σύστημα υγείας, γι’ αυτό δεν προχώρησε σε πραγματική επίταξη του ιδιωτικού τομέα υγείας και την ένταξή του σε ένα ενιαίο κρατικό σχέδιο αντιμετώπισης της πανδημίας. Γι’ αυτό δεν ενίσχυσε άμεσα το προσωπικό, τον στόλο και τα δρομολόγια των αστικών συγκοινωνιών, γι’ αυτό δεν επιτάσσει τα ιδιωτικά λεωφορεία, υποχρεώνοντας τον λαό να στοιβάζεται σαν τις σαρδέλες. Ιδιαίτερα στον Πειραιά όπου τα δρομολόγια είναι πολύ αραιά.

Γι’ αυτό δεν πήρε όλα τα αναγκαία μέτρα για την ασφαλή λειτουργία όλων των δομών εκπαίδευσης.

Όλα τα παραπάνω μέτρα, αναγκαία για τον λαό, θεωρούνται κόστος για το κεφάλαιο και φυσικά εμπόδιο για την αντιλαϊκή πολιτική που υπηρετούν όλες οι κυβερνήσεις που έχουν βάλει τη σφραγίδα τους σε όλα όσα αντιμετωπίζει ο λαός σήμερα.

Για όλα τα παραπάνω η προσπάθεια της κυβέρνησης να βάλει φίμωτρο στους αγώνες και τις διεκδικήσεις πρέπει να πάρει απάντηση.

Μέσα από την επιτυχία της απεργίας μπορεί ο εργαζόμενος να δείξει ότι κάτω και από τις πιο δύσκολες συνθήκες η διέξοδος δεν βρίσκεται στον ατομικό δρόμο αλλά στη συλλογική οργανωμένη δράση. Γιατί ύστερα και από το όργιο καταστολής που εξαπέλυσε η κυβέρνηση στις 17 του Νοέμβρη στο κέντρο της Αθήνας και αλλού ακόμη και οι πιο δύσπιστοι καταλαβαίνουν ότι η πανδημία χρησιμοποιείται σαν πρόσχημα για να μπει φίμωτρο στη λαϊκή πάλη, για να μετατεθούν οι εγκληματικές ευθύνες για τη γύμνια του κρατικού συστήματος υγείας στον λαό που αγωνίζεται και όχι στις κυβερνήσεις και το κεφάλαιο που μας έφεραν σε αυτά τα χάλια.

Αλλωστε παρόλο που είμαστε ακόμη στην αρχή της οικονομικής κρίσης ήδη φαίνονται τα αποτελέσματά της στα εκατοντάδες λαϊκά νοικοκυριά που μένουν χωρίς εισόδημα, στην ένταση της εκμετάλλευσης, στην ένταση των πλειστηριασμών.

Την Πέμπτη δείχνουμε τη δύναμή μας!

Στις 26 του Νοέμβρη δεν πρέπει να υπάρξει χώρος δουλειάς που δεν θα στείλει το απεργιακό μήνυμα σε κυβέρνηση και εργοδοσία. Αυτό είναι που θα δείξει την αποφασιστικότητα των εργαζομένων, αλλά και τη δυνατότητα που υπάρχει να συγκεντρωθούν δυνάμεις ικανές να σμπαραλιάσουν τους αντεργατικούς νόμους.

Γιατί ό,τι κι αν σκαρφιστούν η κυβέρνηση, ο ΣΕΒ, οι εργατοπατέρες τους στο εργατικό κίνημα και οι δυνάμεις καταστολής τους προκειμένου να βάλουν στον γύψο τους αγώνες, ένα πράγμα δεν μπορούν να κάνουν: να δουλέψουν όπως δουλεύουν καθημερινά κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες εκατομμύρια εργαζόμενοι. Εκεί βρίσκεται η δύναμη της εργατικής τάξης.

Γιατί οι βιομήχανοι δεν μπορούν να ανοίξουν ούτε έναν διακόπτη χωρίς τους εργάτες. Οι μεγαλοκατασκευαστές δεν ξέρουν ούτε πώς πιάνεται το μυστρί των οικοδόμων. Οι εφοπλιστές δεν μπορούν να σηκώσουν ούτε άγκυρα χωρίς τους ναυτεργάτες. Οι μεγαλέμποροι δεν ξέρουν ούτε πού βρίσκονται οι αποθήκες τους, στις οποίες στενάζουν οι εργαζόμενοι αυτές τις μέρες με το ηλεκτρονικό εμπόριο, δεν έχουν ιδέα πώς να γεμίσουν τα ράφια τους με προϊόντα, ούτε πώς να τα «χτυπήσουν» στις ταμειακές στα σουπερμάρκετ. Οι τραπεζίτες δεν έχουν ιδέα από την τηλεργασία στην οποία λιώνουν κάθε μέρα οι εργαζόμενοι στον χρηματοπιστωτικό τομέα, όπως και στις τηλεπικοινωνίες.

Τη μέρα της απεργίας λοιπόν πρέπει να κάνουμε ακόμη πιο δυνατή τη φωνή κάτω από τις μάσκες, αποδεικνύοντας τη δύναμή μας. Τα τηλέφωνα και τα λάπτοπ της τηλεργασίας να σταματήσουν κι ας περιμένουν στο «connecting» τα αφεντικά, όπως μέρες τώρα περιμένουν χιλιάδες μαθητές και δάσκαλοι στο τηλεμαρτύριο της τηλεκπαίδευσης. Να είναι μέρα που εργοστάσια, εργοτάξια, καράβια και άλλοι μεγάλοι χώροι δουλειάς θα απεργήσουν. Που στις αστικές συγκοινωνίες θα ακουστεί ένα στεντόρειο «ως εδώ» με την αθλιότητα της σαρδελοποίησης. Που στο εμπόριο, στις μεγάλες αποθήκες και όπου αλλού συνωστίζονται καθημερινά χιλιάδες εργαζόμενοι, θύματα των «υγειονομικών πρωτοκόλλων»-λάστιχο, θα δοθεί ένα ελάχιστο παράδειγμα του τι σημαίνει «παίρνουμε την κατάσταση στα χέρια μας». Μπορεί η απεργία να αποτελέσει ένα εφαλτήριο στον αγώνα που θα έχει διάρκεια και συνέχεια την επόμενη μέρα.

Οι εργαζόμενοι έχουν μεγάλη δύναμη και πρέπει αυτήν τη δύναμη να τη νιώσουν κυβέρνηση και επιχειρηματικοί όμιλοι. Αυτή είναι η πιο σημαντική ευθύνη που πρέπει να αναλάβουν η εργατική τάξη και ο λαός και η μόνη που μπορεί να δώσει πραγματική διέξοδο.

Documento Newsletter