Νίκος Σκοπλάκης: Ruina mundi – Στοιχεία από την ευρωπαϊκή «εποχή του σιδήρου»

Από τον καταρρέοντα κόσμο του 17ου αιώνα στην αγωνία του δικού μας κόσμου που αγναντεύει την καταστροφή

Με την αυγή του 17ου αιώνα ανέτειλε µια εποχή κατά την οποία το ανθρώπινο σώµα έγινε «οίκος φοβερής οδύνης», «κονίστρα παγερού φόβου, πλήρες σφοδρής θλίψης», σύµφωνα µε τις διατυπώσεις ενός τέκνου της εποχής από τη Σιλεσία, του ποιητή Αντρέας Γκρίφιους (Andreas Gryphius, 1616-64).

Κατά την πρώτη περίπου εικοσαετία του 17ου αιώνα υπήρξε στην Ευρώπη –ιδίως την κεντρική– µια «συσσώρευση ολέθρια διαρθρωµένων συνθηκών», όπως επισηµαίνει ο Γερµανός ιστορικός Χάιντς Σίλινγκ (Heinz Schilling): έντονα κρισιακά φαινόµενα στην οικονοµία, την παραγωγή και στον ανεφοδιασµό, δηµογραφικές µεταβολές και µετακινήσεις πληθυσµών, αντίξοες κλιµατικές αλλαγές, θρησκευτικοί ανταγωνισµοί, ένδεια, πείνα και επιδηµίες. Εκρηκτικό µείγµα µέσα από το οποίο ξέσπασε ένας καταστροφικός πόλεµος• εκείνος που µε διάφορες φάσεις και περιπλοκές κράτησε έως το έτος-τοµή 1648 και αποκλήθηκε «τριακονταετής». Οι εξωγενείς αιτίες εκείνης της µεγάλης σύγκρουσης άσκησαν εξαρχής επίδραση στην έναρξη του πολέµου και γι’ αυτό πρέπει να διερευνηθούν συστηµατικότερα, αναφέρει ένας άλλος Γερµανός µελετητής της περιόδου, ο καθηγητής Γιοχάνες Μπούρκχαρντ (Johannes Burkhardt).

Ο επίσης καθηγητής Νεότερης Ιστορίας Γιοχάνες Αρντ (Johannes Arndt) διαγιγνώσκει στην Ευρώπη του 1600 έναν «κόσµο της στέρησης» (Welt des Mangels). Ιδίως στην κεντρική Ευρώπη, ύστερα από µια περίοδο πολύ µεγάλης ανάπτυξης κατά τα τρία τέταρτα του 16ου αιώνα, οι άνθρωποι έρχονταν αντιµέτωποι µε µια πραγµατικότητα στην οποία τα εµπορεύµατα ήταν πάρα πολύ ακριβά και τα χρήµατα ήταν πάρα πολύ λίγα, η δουλειά γινόταν ολοένα πιο δυσεύρετη για όλο και περισσότερους ανθρώπους και οι τιµές αυξάνονταν µε πολύ επικίνδυνους ρυθµούς για την επιβίωση. Σε αυτή την περίοδο µεταξύ του προνεωτερικού κόσµου της φεουδαρχίας και της πρώιµης νεωτερικότητας, ο οικονοµολόγος Τζον Μέιναρντ Κέινς (John Maynard Keynes) εντόπισε την εκκίνηση του καπιταλισµού. Η σύγχρονη έρευνα ανιχνεύει εδώ την έναρξη ενός «αιώνα της κρίσης».

Ως άρα διά φθειρός ερρύη τα φαύλα

Και η ίδια η φύση έµοιαζε να συµβάλλει στην όξυνση αυτών των κρίσεων. Χάρη στις πολύτιµες συµβολές του γεωγράφου Ρίντιγκερ Γκλάζερ γνωρίζουµε ότι από το 1570 περίπου άρχισε µια εποχή ακραίων κλιµατικών µεταβολών. Για παράδειγµα, το 1611 ο Φεβρουάριος ήταν αρκετά ζεστός ενώ ο Μάιος του ίδιου έτους πέρασε µε δριµύ ψύχος. Οι πρώτοι µήνες του 1615 πέρασαν µε ασυνήθιστα βαρύ χειµώνα και το υπόλοιπο του ίδιου έτους κυριάρχησε µια άνευ προηγουµένου ξηρασία. Μεταξύ του 1608 και του 1618 πολλές φορές πάγωσαν καλλιέργειες και καταστράφηκαν σοδειές. Στον «κόσµο της στέρησης» µε τις απότοµες κλιµατικές αλλαγές και τη µεγαλύτερη διάρκεια του ψύχους, µες στα βαριά (και πολύ συχνά κακοπλυµένα) ρούχα των ανθρώπων άρχισαν να πολλαπλασιάζονται οι ψείρες, που µεταδίδουν τον τύφο, αλλά και οι ψύλλοι, που µεταδίδουν την πανώλη.

Κατά τη διάρκεια του πολέµου η πανώλη µεταδιδόταν από τα αντιµαχόµενα στρατεύµατα µε ακόµη µεγαλύτερη ταχύτητα. Τόσο πριν όσο και –πολύ περισσότερο– µετά το ξέσπασµα του Τριακονταετούς Πολέµου η βουβωνική και η πνευµονική πανώλη θέρισαν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Η συχνότητα και η κλίµακα των επιδηµιών µετά το 1618 καταδεικνύουν µια πανδηµία κατά την οποία ο ρυθµός της µετάδοσης µετριαζόταν αλλά δεν σταµατούσε ολοκληρωτικά εξαιτίας της παράτασης του πολέµου και των περιπλοκών του, της κακής διατροφής, της απόλυτης ένδειας και της αυξηµένης κινητικότητας.

Οµως δεν ήταν µόνο η πανώλη. Στον «κόσµο της στέρησης», ο οποίος πολύ σύντοµα έγινε και κόσµος του πολέµου, ήταν µεγάλη και καταστροφική η έκθεση σε όλων των ειδών τις ιογενείς και βακτηριακές λοιµώξεις.

Ιδίως µετά το 1618 η πανδηµία της πανώλης άφηνε την Ευρώπη έκθετη σε άλλες φονικές επιδηµίες, ιδίως όταν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις απέκοπταν πολύ µεγάλες περιοχές από την τροφοδοσία. Πολύ γρήγορα οι επιδηµίες αποκλήθηκαν «τρίτος εχθρός», εξίσου επικίνδυνος για όλες τις αντιµαχόµενες πλευρές του Τριακονταετούς Πολέµου. Ακόµη και σε µια χώρα όπως η Αγγλία, στην οποία ο Τριακονταετής Πόλεµος δεν είχε άµεσο αντίκτυπο, η ευρωπαϊκή πανδηµία της πανώλης σε συνδυασµό µε τις υπόλοιπες επιδηµίες είχε πολύ οδυνηρές συνέπειες. Μέχρι το 1625 το Λονδίνο είχε χάσει το ένα πέµπτο του πληθυσµού του και µόνο µεταξύ του 1625 και του 1646 άρχισαν να µειώνονται τα επίπεδα των θανάτων.

Μα στον ίδιο «κόσµο της στέρησης» οι ατελέστατες γνώσεις για τις αιτίες των επιδηµιών και των λοιµώξεων, όπως και η πλήρης απουσία µέσων για την καταπολέµησή τους, καθιστούσαν τον πληθυσµό ακόµη πιο ευάλωτο. Μόνο στη Νάπολη πέθαναν σε µικρό χρονικό διάστηµα 6.000 άνθρωποι από την επιδηµία διφθερίτιδας του 1618• η ίδια επιδηµία εξαπλώθηκε στην Καµπανία, την Καλαβρία, τη Σικελία και τη Μάλτα. Εναν περίπου χρόνο αργότερα η επιδηµία ανεµοβλογιάς θέρισε χιλιάδες στην περιοχή της Βασιλείας και από εκεί µεταδόθηκε ταχύτατα στη Βαυαρία και στα µεσοδυτικά γερµανικά κρατίδια. Ο συµβολισµός των ιπποτών της Αποκάλυψης έγινε εξαιρετικά δηµοφιλής µεταξύ των καλλιτεχνών της εποχής – ύστερα βεβαίως από τον Αλµπρεχτ Ντίρερ, ο οποίος είχε ζήσει στην αρκετά ασφαλή και συγκριτικά προνοµιακή εποχή του πρώιµου 16ου αιώνα.

Η σύµπλεξη homo militaris – homo patiens

Η αλληλεπίδραση των επιδηµιών µε τον πόλεµο και την απόλυτη ένδεια γίνεται σαφέστερη εφόσον αναλογιστούµε εκείνο που έχει διατυπώσει η σύγχρονη ιστορική έρευνα: στη µεγάλη τους πλειονότητα τα θύµατα κατά τον Τριακονταετή Πόλεµο, λίγο πριν και λίγο µετά, δεν έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας των εχθροπραξιών αλλά λόγω των λοιµών και του λιµού.

Η ίδια αλληλεπίδραση είχε τεράστιο αντίκτυπο στη ζωή των ανθρώπων της ευρωπαϊκής «εποχής του σιδήρου», όπως αποκλήθηκε εκείνη η περίοδος ήδη από τον 17ο αιώνα. Η αποκαλυπτική αίσθηση κοινωνικής κατάρρευσης συνυπήρχε µε την αίσθηση του σώµατος που τελεί υπό διαρκή απειλή, του σώµατος που ασθενεί και εξουθενώνεται, του ανθρώπινου σώµατος που αποµονώνεται, µετέωρο ανάµεσα σε άδειες ή κατεστραµµένες κοινότητες και σε µια γενικευµένη εντύπωση ερήµωσης, εγκατάλειψης και απουσίας νοήµατος. Η ίδια η ασθένεια γινόταν αντιληπτή ως µια ακόµη εισβολή από ετερότητες αλλότριες και εχθρικές προς την κοινότητα που βρισκόταν σε προϊούσα αποσύνθεση. Ο homo militaris και ο homo patiens συµπλέκονταν στο ίδιο σώµα του 17ου αιώνα. Και η ασθένεια που το απειλούσε, άγνωστη, φρικτή, ανείπωτα καταστροφική, έπαιρνε το όνοµά της από τη χώρα ενός άλλου. Για παράδειγµα, στον γερµανόφωνο «κόσµο της στέρησης» και του πολέµου η σύφιλη εξακολουθούσε να ονοµάζεται Franzosenkrankheit («νόσος των Γάλλων»), ενώ µια εξαιρετικά µεταδοτική λοίµωξη που προκαλούσε πνευµονία ήταν γνωστή ήδη από τον 16ο αιώνα ως Englischer Schweiß («αγγλικός ιδρώτας»).

Κρισιακά φαινόµενα, πολεµικά φαινόµενα και «µιάσµατα» έγιναν για πολλούς τα συµπτώµατα ενός κόσµου που καταρρέει και κατερειπώνεται: ruina mundi. Από την υπαρξιακή αγωνία του 17ου στην υπαρξιακή αγωνία του 21ου αιώνα, η αρρώστια γίνεται αντιληπτή µαζί µε τον πόλεµο, αλλά και ως πόλεµος. Μέσα στις προκλήσεις των αναγωγών, στην ορµή των σχηµατοποιήσεων, στις απεγνωσµένες προσπάθειες του κοινωνικού σώµατος για εύληπτους παραλληλισµούς υπάρχει µια φράση του Φουκό από ένα κείµενο του 1954 που µας προειδοποιεί• ότι δηλαδή αυτό που περιγράφουµε ως «πραγµατικότητα της νόσου καθεαυτή δεν είναι παρά ένα στιγµιότυπο, το οποίο λήφθηκε πάνω στην κίνηση της ύπαρξης που θεµελιώνει την ιστορικότητά της την ίδια στιγµή που γίνεται χρονικότητα». Σε αυτήν τη χρονικότητα που «γίνεται» λοιπόν ίσως αισθανόµαστε µια αλλόκοτη εγγύτητα µε τον µακρινό µας ποιητή από τη Σιλεσία.

O Νίκος Σκοπλάκης είναι ιστορικός – μεταφραστής

Ετικέτες