Μια συζήτηση με τον εντεταλμένο ερευνητή στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών του ΙΤΕ για το έργο του Ε. Π. Τόμσον.
Για χρόνια η µετάφραση των έργων του Βρετανού µαρξιστή ιστορικού Έντουαρντ Πάλµερ Τόµσον παρέµενε ευσεβής πόθος ενός κύκλου ανθρώπων περιορισµένων στον χώρο των πανεπιστηµίων και στην αριστερή διανόηση. Χρειάστηκε να περάσουν 35 χρόνια από το 1983 και τη µετάφραση του «Χρόνος, εργασιακή πειθαρχία και βιοµηχανικός καπιταλισµός» (εκδόσεις Νησίδες) για να έρθει το θεµελιώδες έργο «Η συγκρότηση της αγγλικής εργατικής τάξης», που µεταφράστηκε και κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2018 (Εκδόσεις Πολιτιστικού Ιδρύµατος Οµίλου Πειραιώς). Προτού συµπληρωθούν δύο χρόνια οι εκδόσεις του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστηµίου (ΕΑΠ) φρόντισαν για την κυκλοφορία ενός ακόµη έργου του σπουδαίου ιστορικού µε τίτλο «Η ηθική οικονοµία του πλήθους στην Αγγλία τον 18ο αιώνα», σε µετάφραση του Γιάννη Βογιατζή και επιστηµονική επιµέλεια του Νίκου Ποταµιάνου.
Το ερµηνευτικό σχήµα της ηθικής οικονοµίας που τόσο αξιοποιήθηκε και αξιοποιείται στις ακαδηµαϊκές κοινότητες της Εσπερίας, αν και έχει εισαχθεί εδώ και αρκετά χρόνια στην εγχώρια βιβλιογραφία, κυρίως µε το έργο του Αντώνη Λιάκου και του Κώστα Φουντανόπουλου, δεν έχει ακόµη προκαλέσει τη συζήτηση που προκάλεσαν άλλα έργα του Τόµσον. Ωστόσο αυτό δεν φαίνεται ότι έχει να κάνει τόσο µε την έλλειψη ενδιαφέροντος για το ζήτηµα per se όσο µε την απουσία του απαραίτητου χώρου γι’ αυτήν τη συζήτηση, κάτι που φάνηκε τον περασµένο Σεπτέµβριο στο συνέδριο που πραγµατοποιήθηκε διαδικτυακά (κατά τις επιταγές της εποχής) από το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών µε τίτλο «Ηθική και οικονοµία». Η πληθώρα των εισηγήσεων που καταπιάστηκαν µε την προβληµατική της ηθικής οικονοµίας έδειξε πως το έργο του Τόµσον έχει βρει γόνιµο έδαφος και στην ελληνική ακαδηµαϊκή κοινότητα. Το συνέδριο διοργανώθηκε στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράµµατος που έτρεξε στο ΙΜΣ τα τελευταία δύο χρόνια µε τίτλο «Ζητήµατα ηθικής στον δηµόσιο λόγο σχετικά µε την αγορά και το κέρδος, Ελλάδα τέλος 19ου αιώνα – πρώτο µισό 20ού αιώνα» (οι εισηγήσεις του συνεδρίου, περαιτέρω δηµοσιευµένο υλικό και µια πλούσια βιβλιογραφία για την προβληµατική της ηθικής οικονοµίας βρίσκονται στην ιστοσελίδα του προγράµµατος https://moral-economy.ims.forth.gr). Επιστηµονικός υπεύθυνος του προγράµµατος και πλέον αρµόδιος να µιλήσει για το ζήτηµα της ηθικής οικονοµίας είναι ο ιστορικός και ερευνητής Νίκος Ποταµιάνος.
Πώς προέκυψε η ιδέα της ηθικής οικονοµίας και πότε έγινε για πρώτη φορά λόγος γι’ αυτήν από τον Ε. Π. Τόµσον;
Εχει υποστηριχτεί ότι ο Τόµσον βρήκε να γίνεται λόγος για ηθική οικονοµία την εποχή που µελετούσε, δηλαδή την Αγγλία του 18ου αιώνα, της βιοµηχανικής επανάστασης και της προϊστορίας του εργατικού κινήµατος µέχρι τον χαρτισµό, και υιοθέτησε τον όρο. Ακόµη κι αν έγινε έτσι, σίγουρα είναι αυτός που τον εισήγαγε στο οπλοστάσιο της ιστορικής επιστήµης δίνοντάς του µια συγκεκριµένη σηµασία, διαφορετική από την παλιά. «Ηθική οικονοµία» αποκάλεσε ο Τόµσον τις αντιλήψεις του πλήθους που σε εποχές έλλειψης σε τρόφιµα, ανόδου των τιµών και πείνας διεκδικούσε το δικαίωµά του στην επιβίωση αναζητώντας κρυµµένα τρόφιµα, επιτάσσοντάς τα και διανέµοντάς τα σε χαµηλές τιµές, εµποδίζοντας την εξαγωγή των τροφίµων από την περιοχή κ.λπ. Κοµµάτι της ηθικής οικονοµίας ήταν και η πατερναλιστική πολιτική των τοπικών αρχών που όταν πιέζονταν έπαιρναν µέτρα ευνοϊκά για τις λαϊκές τάξεις.
Η άνοδος της φιλελεύθερης πολιτικής οικονοµίας και η όλο και µεγαλύτερη επιρροή της στις αντιλήψεις των κυβερνήσεων και των αξιωµατούχων του κράτους οδήγησαν στην αλλαγή της κρατικής πολιτικής, τη φιλελευθεροποίηση του εµπορίου των σιτηρών και την κατάργηση διάφορων ρυθµίσεων, περιορίζοντας τις δυνατότητες και την προθυµία του κράτους να παρεµβαίνει σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Αυτό, όπως γράφει ο Τόµσον, αποτέλεσε µια εµπειρία «απο-ηθικοποίησης της οικονοµικής θεωρίας του εµπορίου και της κατανάλωσης». Η ηθική οικονοµία µε λίγα λόγια αντιδιαστέλλεται προς την πολιτική οικονοµία.
H «Ηθική οικονοµία του πλήθους» είναι ένα έργο που διερευνά τις πρακτικές κινητοποίησης των λαϊκών στρωµάτων τον 18ο αιώνα, πρότερα αυτού που συµβατικά ονοµάζουµε «νεωτερικότητα». Έχει νόηµα να µελετώνται τέτοια έργα σε πλαίσιο ευρύτερο των ιστορικών και ακαδηµαϊκών κύκλων;
Η έννοια της ηθικής οικονοµίας έχει υιοθετηθεί από πολλούς επιστήµονες που µελετάνε σύγχρονες κοινωνίες, έστω όχι πάντα µε θεωρητική καθαρότητα και σαφήνεια, και έχει χρησιµοποιηθεί για να αναφερθεί σε πολλά και διάφορα φαινόµενα: από τους εργατικούς αγώνες µέχρι το κράτος πρόνοιας, από την παράτυπη οικοδόµηση σπιτιών µέχρι τις αντιλήψεις για την ανάγκη αποπληρωµής των χρεών, από την ανθρωπιστική βοήθεια στον αναπτυσσόµενο κόσµο µέχρι τα ήθη των αγροτών. Η επιτυχία της έννοιας δείχνει ότι ανταποκρίνεται σε κάποια ανάγκη που υπερβαίνει την κατανόηση παλιότερων και παρωχηµένων εποχών. Θεωρώ ότι σε κάποιον βαθµό οφείλεται στην υποχώρηση των σοσιαλιστικών ιδεών και του µαρξισµού µετά το 1989, τόσο στον ακαδηµαϊκό χώρο όσο και (κυρίως) ευρύτερα, και την αναζήτηση κατά συνέπεια εναλλακτικών τρόπων να γίνει νοητή η αµφισβήτηση του καπιταλισµού και η υπεράσπιση της κοινωνίας.
Επιπλέον, οι τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίζονται από την «επέκταση των αγορών και της λογικής τους σε πτυχές της ζωής που παραδοσιακά διέπονται από διαφορετικούς κανόνες», όπως το έχει θέσει ο φιλόσοφος Μάικλ Σαντέλ. Η επέλαση της λογικής της αγοράς στις σύγχρονες κοινωνίες ωθεί στην αναζήτηση εργαλείων κατάλληλων να περιγράψουν και να ερµηνεύσουν τις µη αγοραίες (ή και αντι-αγοραίες) αντιλήψεις και η ηθική οικονοµία έχει φανεί χρήσιµη σε αυτό. Η αναζήτηση τρόπων θεµελίωσης µιας κριτικής στάσης απέναντι στην «απελευθέρωση» των αγορών από τις ρυθµίσεις ήρθε να συναντηθεί µε τις ανησυχίες που προκαλεί η οικονοµική κρίση των τελευταίων χρόνων και µε την ανανέωση της αµφισβήτησης του καπιταλισµού και της αυτονόητης υπεροχής των τεχνοκρατικών συλλήψεων της οικονοµικής ζωής.
Θεωρώ λοιπόν ότι ναι, το συγκεκριµένο βιβλίο µπορεί όχι µόνο να είναι ένα ευχάριστο και ενδιαφέρον ανάγνωσµα αλλά και να διαλεχθεί µε ερωτήµατα και ανησυχίες ενός µη ακαδηµαϊκού κοινού.
Ο Ε. Π. Τόµσον δεν ήταν απλώς ιστορικός, αλλά ένας βαθύτατα πολιτικοποιηµένος άνθρωπος, µε σηµαντική πορεία στο κοµµουνιστικό κίνηµα στο Ηνωµένο Βασίλειο και ακτιβιστής για τον πυρηνικό αφοπλισµό. Πώς αποτυπώθηκε η πολιτική του τοποθέτηση στο έργο του και συγκεκριµένα στο ζήτηµα της ηθικής οικονοµίας;
Στον πρόλογο της «Συγκρότησης της εργατικής τάξης» ο Τόµσον δήλωνε ότι ένας από τους στόχους του ήταν να διασωθούν οι ηττηµένοι της Ιστορίας από την «τροµερή υπεροψία των µεταγενέστερων». Ενιωθε ότι είχε καθήκον να διασώσει τη µνήµη αγώνων που έδωσαν στο παρελθόν «συνηθισµένοι άνθρωποι» που βρέθηκαν στην πλευρά των ηττηµένων της Ιστορίας και αυτό είναι κάτι που ισχύει απόλυτα και για τη µελέτη της ηθικής οικονοµίας, εννοείται χωρίς ωραιοποιήσεις και δίχως εκπτώσεις όσον αφορά την κατανόηση του τι συνέβη. Τον ενδιέφερε επιπλέον να εµπλουτίσει τις ιστορικές – πολιτικές αναφορές της Αριστεράς µε αγνοηµένες µέχρι τότε µορφές ριζοσπαστισµού και λαϊκών κινηµάτων, καθώς και να αναδείξει χαµένες πια µορφές αλληλεγγύης των κοινωνιών του παρελθόντος.
Περισσότερο από όλα ίσως µε το άρθρο του για την ηθική οικονοµία επιχείρησε να απαντήσει σε συντηρητικούς ή φιλελεύθερους ιστορικούς που έβλεπαν τις «ταραχές για τα τρόφιµα» ως απλά ξεσπάσµατα ενός πεινασµένου όχλου, σπασµωδικές «εξεγέρσεις της κοιλιάς», ανορθολογικές κινητοποιήσεις χωρίς προοπτική. Αντιθέτως, επισηµαίνει ο Τόµσον, οι «ταραχές για τα τρόφιµα» διέπονταν από µια πολιτική και οικονοµική λογική, µπορούσαν να είναι αποτελεσµατικές και οι φτωχοί άνθρωποι που κινητοποιούνταν καθοδηγούνταν από κάτι παραπάνω από τα ένστικτά τους, αναφερόµενοι σε µια εναλλακτική οικονοµική θεωρία και σε έναν πυκνό κοινωνικό και πολιτισµικό ιστό σχέσεων εντός της λαϊκής κοινότητας όσο και ανάµεσα σε άρχοντες και αρχόµενους. Με λίγα λόγια, ο «απλός λαός» αποδεικνύεται ότι µπορεί να ιδωθεί ως έλλογο υποκείµενο της Ιστορίας.
Ο
Τόμσον
δεν προσπάθησε να εξιδανικεύσει τους
ανθρώπους την ιστορία των ανθρώπων που
μελέτησε. Ο ίδιος άλλωστε χαρακτηρίζει
τις κινητοποιήσεις που μελέτησε ως (σε
πολλές περιπτώσεις) οπισθοδρομικές.
Μπορείτε να μας περιγράψετε σε αδρές
γραμμές τα σημεία εκείνα που η λαϊκή
κινητοποίηση του 18ου αιώνα διαφοροποιείται από αυτή που θα
ονομάζαμε επαναστατική;
Πρώτα
και κύρια δεν αποσκοπεί στην ανατροπή
των κοινωνικών σχέσεων ούτε αμφισβητεί
την κοινωνική ιεραρχία. Στις ταραχές
για τα τρόφιμα μπορεί να υπάρχει
αγανάκτηση επειδή έμποροι, μεγαλοαγρότες
και κρατικοί αξιωματούχοι αθέτησαν τις
υποχρεώσεις τους προς την κοινότητα
και είτε επιδιώκουν να κερδοσκοπήσουν
είτε αδιαφορούν για τη λαϊκή δυστυχία.
Ο στόχος όμως του πλήθους, σύμφωνα με
τον Τόμσον, δεν είναι να αλλάξει το
σύστημα παραγωγής και διανομής, να
καταργήσει την αγορά ή να καταλύσει τις
αρχές. Είναι, πρώτον, να πιέσει για να
εφαρμοστούν από τις αρχές οι πολιτικές
επισιτισμού που προβλέπονταν από τον
καιρό της βασίλισσας Ελισάβετ σε καιρό
σιτοδείας και, δεύτερον, να επαναφέρει
τους πλούσιους σε ένα πλαίσιο αμοιβαίων
υποχρεώσεων με τους φτωχούς: οι μεν τους
δείχνουν τον οφειλόμενο σεβασμό και
υποταγή, οι δε δεν τους αφήνουν να
πεθάνουν από την πείνα. Οι αμοιβαιότητες
αυτές υφίστανται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο
πατερναλισμού, δηλαδή της ιδεολογίας
μιας αυστηρά ιεραρχημένης κοινωνίας
στην οποία οι άρχοντες δείχνουν πατρικό
ενδιαφέρον για τους υποδεέστερους.
Έπειτα
η ηθική οικονομία χαρακτηρίζεται από
μια ιδιαίτερη αίσθηση του χρόνου: ίσως
δεν είναι απαραίτητα στραμμένη στο
παρελθόν, όμως κατά κανόνα δεν είναι
προσανατολισμένη στο μέλλον. Στη
βάση της βρίσκεται μια αμυντική στάση,
όχι τόσο η επιδίωξη μιας αλλαγής όσο η
αντίσταση απέναντι στην αλλαγή που
επιφέρει η ανάπτυξη του καπιταλισμού.
Δεν εμπνέεται
από ιδέες κοινωνικής μεταρρύθμισης,
ριζοσπαστικής αλλαγής ή υλοποίησης
μιας ουτοπίας – παρότι βέβαια μπορεί
(και πρέπει, θα λέγαμε) να συνδεθεί μαζί
τους. Η αίσθηση του χρόνου που έχει το
πλήθος της ηθικής οικονομίας, όπως το
έχει περιγράψει ο Τόμσον αλλά και το
έχουν συλλάβει και άλλοι μελετητές,
διαφέρει από τον προοδοκεντρισμό της
νεωτερικότητας που αποτελεί τη βάση
του φαντασιακού της μεταρρύθμισης. Ίσως
όμως να βρίσκεται πιο κοντά στον
αποκαλυπτικό χρόνο της επανάστασης.
Πληθώρα
ερευνητών που εμπνεύστηκαν από τον
Τόμσον
δούλεψαν την προβληματική της ηθικής
οικονομίας σε διάφορες εποχές και
συμφραζόμενα. Υπάρχει ηθική οικονομία
πέραν του 18ου αιώνα ή όλα τελείωσαν με τη σαρωτική
επικράτηση της πολιτικής Οικονομίας όπως –μάλλον μελαγχολικά– σημείωνε ο
Τόμσον
στον επίλογο του άρθρου του;
Αυτό
που σίγουρα εξέλιπε μέχρι τα μέσα του
19ου αιώνα ήταν οι ταραχές για τα τρόφιμα
(παρότι έκαναν μια σύντομη επανεμφάνιση
κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και
αμέσως μετά το τέλος του). Ωστόσο σύμφωνα
με πολλούς ιστορικούς, ανθρωπολόγους
και κοινωνιολόγους ηθική οικονομία δεν
έπαψε να υπάρξει, αν και με άλλες μορφές.
Εν πολλοίς, είναι θέμα ορισμού. Από τις
πολλές μελέτες που χρησιμοποιούν την
έννοια της ηθικής οικονομίας για νεότερες
εποχές θα ήθελα να αναφέρω δύο μελέτες
ιστορικών που υποδεικνύουν τρόπους για
το πώς να γίνει αυτή η χρονική διεύρυνση.
Ο
Roberto
Bianchi κάνει λόγο για μια «νέα ηθική
οικονομία» που αναδύθηκε την περίοδο
του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, διαφορετική
από την παλιά επειδή ως σημείο αναφοράς
της δεν είχε τώρα τις προκαπιταλιστικές
εθιμικές ρυθμίσεις της αγοράς αλλά τα
μέτρα που είχαν λάβει τα κράτη κατά τη
διάρκεια του (ολοκληρωτικού πλέον)
πολέμου: η εκτεταμένη κρατική παρέμβαση
και ο έλεγχος της οικονομίας στις εμπόλεμες
χώρες εκδηλώθηκε και με μέτρα όπως ο
έλεγχος των τιμών ή το δελτίο και
δημιούργησε ένα ισχυρό προηγούμενο και
έναν ορίζοντα προσδοκιών για τις λαϊκές
τάξεις που μεταφραζόταν σε αιτήματα
κρατικής παρέμβασης ενάντια στην
ακρίβεια των τροφίμων.
Ο
William
Reddy στη μελέτη του για την άνοδο της
«κουλτούρας της αγοράς» στις εργασιακές
σχέσεις της κλωστοϋφαντουργίας στη
Γαλλία υποστήριξε ότι μια ηθική οικονομία
των εργατών αναδύθηκε ενάντια στην
απελευθέρωση του ανταγωνισμού και την
οικονομική και τεχνολογική αλλαγή που
αντιμετώπιζαν με την εδραίωση του
καπιταλισμού. Οι εργάτες υπεράσπιζαν
συγκεκριμένους τρόπους να διεκπεραιώνεται
η παραγωγική διαδικασία, οι οποίοι όμως
καταργούνταν από τη διαρκή προσπάθεια
των εργοδοτών να μειώνουν το κόστος για
να είναι ανταγωνιστικοί, να εντατικοποιούν
την εργασία κ.λπ. Ηθική οικονομία από
αυτή τη σκοπιά είναι «ένα σύνολο αξιών
και ηθικών νορμών» οι οποίες είναι
ενσωματωμένες στις οικονομικές
δραστηριότητες και οι οποίες παραβιάζονται
από τη διείσδυση της λογικής της αγοράς
σε νέες σφαίρες.
Ασφαλώς
οι ανθρωπολόγοι έχουν να κομίσουν και
αυτοί πολλά στη σχετική συζήτηση. Επιλέγω
να αναφερθώ εδώ στον James
Carrier,
ο οποίος πρότεινε να βάλουμε στο επίκεντρο
της έννοιας της ηθικής οικονομίας τις
αμοιβαίες υποχρεώσεις που δημιουργούνται
στο πλαίσιο των οικονομικών δραστηριοτήτων – υποχρεώσεις οι οποίες δημιουργούν
προσδοκίες μιας οικονομικής συμπεριφοράς
που δεν αποσκοπεί μόνο στο άμεσο ατομικό
κέρδος. Για τον Carrier
ηθική είναι μια οικονομία ή οι τομείς
της οικονομίας όπου κυριαρχούν οι
«ηθικές οικονομικές δραστηριότητες»,
δηλαδή συναλλαγές που τείνουν να
δημιουργούν «υποχρεώσεις» ανάμεσα
στους εμπλεκόμενους λόγω της επανάληψής
τους, της τακτικότητας με την οποία
έχουν διεξαχθεί στο παρελθόν και
αναμένεται να διεξαχθούν και στο μέλλον.
Αντίθετα οι «νεοκλασικές οικονομικές
δραστηριότητες» είναι απρόσωπες
δοσοληψίες κατά τις οποίες οι
συναλλασσόμενοι ενδιαφέρονται μόνο
για το αντικείμενο της συναλλαγής και
εμπλέκονται ελάχιστα σε σχέσεις με τον
άλλο συναλλασσόμενο: το παράδειγμα που
δίνει ο Carrier
είναι η αγορά από ένα πολυκατάστημα σε
σύγκριση με το συνοικιακό μαγαζί.
Η ηθική οικονοµία καταλαµβάνει σηµαντικό κοµµάτι του έργου σας, µε πληθώρα άρθρων και δηµοσιεύσεων, ενώ εκτενείς είναι και οι αναφορές στο έργο σας «Οι νοικοκυραίοι» (Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις Κρήτης 2015). Τα τελευταία χρόνια είστε υπεύθυνος σε ένα ερευνητικό πρόγραµµα που υλοποιείται στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών µε την ηθική οικονοµία να βρίσκεται στο επίκεντρο του προβληµατισµού.
Στο ερευνητικό αυτό πρόγραµµα που χρηµατοδοτείται από το Ελληνικό Ιδρυµα Ερευνας και Καινοτοµίας (ΕΛΙ∆ΕΚ) εργάστηκαν άλλοι έξι ιστορικοί, στην πλειονότητά τους νέοι ερευνητές, µελετώντας καθένας µας ένα συγκεκριµένο αντικείµενο. Εξετάσαµε σε µια περίοδο από τα τέλη του 19ου αιώνα µέχρι και την Κατοχή πώς απαντούσαν διάφορες κοινωνικές οµάδες, πολιτικές παρατάξεις και διανοούµενοι στα παρακάτω ερωτήµατα: Πρέπει κανείς να ξεπληρώνει πάντα τα χρέη του όποιες και αν είναι οι συνθήκες που βιώνει; Τι αλλάζει όταν ο οφειλέτης είναι κράτος και όχι ιδιώτης; ∆ικαιούται κάποιος και µε ποιο σκεπτικό να ζητά αποζηµίωση από το κράτος όταν το επάγγελµά του καθίσταται παρωχηµένο λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας; Τι θεωρείται αθέµιτος ανταγωνισµός και πόσο ηθική είναι η αρχή του ανταγωνισµού; Τι δικαιούται να κάνει κάποιος σε συνθήκες ακραίας έλλειψης τροφίµων και µεγάλης ακρίβειας; Μπαίνει το δικαίωµα στην επιβίωση πάνω απ’ όλα; Είναι τα λοκ άουτ µια ανήθικη πρακτική από την πλευρά των εργοδοτών; Οφείλει το κράτος να παρεµβαίνει για να προστατεύει όσους πλήττονται από τον φιλελεύθερο καπιταλισµό; Μπορεί η έννοια της ηθικής οικονοµίας να µας βοηθήσει να καταλάβουµε καλύτερα τις αντιλήψεις των ανθρώπων γι’ αυτά τα θέµατα;
Τον Μάρτιο θα βγει ένα βιβλίο µε άρθρα που προέκυψαν από το πρόγραµµα, καθώς και από τις ανακοινώσεις στο συνέδριο που οργανώσαµε, οι οποίες προέρχονται και από επιστήµονες άλλων κλάδων, όπως Κοινωνική Ανθρωπολογία, Φιλοσοφία και Πολιτική Επιστήµη. Το βιβλίο θα είναι σε ψηφιακή µορφή και θα βρίσκεται αναρτηµένο σε ανοιχτή πρόσβαση στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών του ΙΤΕ.
Ο
Νίκος Ποταμιάνος είναι εντεταλμένος
ερευνητής στο Ινστιτούτο Μεσογειακών
Σπουδών του ΙΤΕ. Σπούδασε ιστορία στα
τμήματα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της
Αθήνας και της Κρήτης. Συγγραφέας των
μονογραφιών «Οι Νοικοκυραίοι. Μαγαζάτορες
και βιοτέχνες στην Αθήνα 1880-1925» και «Της
αναιδείας θεάματα. Κοινωνική ιστορία
της αποκριάς στην Αθήνα 1800-1940» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2015
και 2020). Επιστημονικός υπεύθυνος του
ερευνητικού προγράμματος «Ηθική
οικονομία. Ζητήματα ηθικής στον δημόσιο
λόγο σχετικά με την αγορά και το κέρδος,
Ελλάδα τέλος 19ου αιώνα – πρώτο μισό
20ού αιώνα».
INF0
Το βιβλίο «Η ηθική οικονομία του πλήθους στην Αγγλία τον 18ο αιώνα» του Έντουαρντ Πάλμερ Τόμσον κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΕΑΠ