Νίκος Παναγιωτόπουλος: «Κυριαρχούν οι σωσίες διανοουμένων»

Ο καθηγητής Κοινωνιολογίας μιλάει για τους ανθρώπους του πνεύματος στη σημερινή κοινωνία καθώς και για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην άσκηση του έργου τους.

Ζούμε σε εποχή ραγδαίων και κοσμοϊστορικών πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων, η οποία αποτελεί ιδανικό πεδίο δημιουργικής ανταλλαγής απόψεων. Ωστόσο αρκετά συχνά φαίνεται να απουσιάζουν από τον δημόσιο διάλογο οι θέσεις των ανθρώπων του πνεύματος. Πού βρίσκονται άραγε οι Ελληνες διανοούμενοι και γιατί στερούμαστε τη φωνή τους; Συνομιλήσαμε με τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, καθηγητή Κοινωνιολογίας του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου του «Υπάρχει ακόμη ελληνική διανόηση;». Ο Ν. Παναγιωτόπουλος σπούδασε Κοινωνιολογία και Εθνολογία στη Γαλλία. Υπήρξε μαθητής και στη συνέχεια στενός συνεργάτης του Γάλλου κοινωνιολόγου Πιερ Μπουρντιέ, στο ίδρυμα του οποίου είναι σήμερα αντιπρόεδρος. Είναι ιππότης των Γραμμάτων και των Τεχνών της Γαλλικής Δημοκρατίας και έχει διδάξει σε πολλά πανεπιστήμια του εξωτερικού. Είναι μέλος συντακτικών επιτροπών διεθνών επιστημονικών περιοδικών και επιθεωρήσεων και εκδότης και διευθυντής της ετήσιας τρίγλωσσης επιθεώρησης κοινωνικών ερευνών «Κοινωνικές επιστήμες».

Βιώνουμε ένα τέλος εποχής στον τρόπο που δομούμε και εκφράζουμε τη σκέψη μας;

Καταναλώνουμε συστηματικά και μανιωδώς διάφορες θεωρήσεις επί του κόσμου καθώς δεν έχουμε μάθει να βλέπουμε ούτε αυτόν ούτε την πολύ ειδική κατάσταση στην οποία τελεί. Είναι περίοδος κατά την οποία ο διανοούμενος ταυτίζεται συχνά με το δικαίωμα να λέει ό,τι του έρχεται στο μυαλό, χωρίς να δεσμεύεται απέναντι στους λογικούς και επιστημολογικούς καταναγκασμούς που επιβάλλονται σε κάθε εγχείρημα που αξιώνει την προσέγγιση της γνώσης.

Σε παλαιότερες δεκαετίες ήταν πιο εύκολο ίσως να οριστεί η έννοια της διανόησης. Τι συμβαίνει σήμερα;

Παλαιότερα υπήρχαν οι συνθήκες που επέτρεπαν περισσότερο τη διαιώνιση του διανοούμενου, δηλαδή αυτού του δισυπόστατου όντος που συνεχίζει να επιτελεί το έργο του ως επιστήμονα, συγγραφέα, καλλιτέχνη, προκειμένου να συσσωρεύσει κύρος και συμβολική ικανότητα τα οποία θα διοχετεύσει αποτελεσματικά παρεμβαίνοντας στον πολιτικό χώρο. Σήμερα βιώνουμε μια ιστορική παλινδρόμηση. Ενώ είναι ο καιρός των διανοουμένων καθώς οι κοινωνίες μας απειλούνται από πρωτόγνωρες σοβαρές καταστροφές, οι πραγματικοί επιστήμονες, καλλιτέχνες, συγγραφείς οφείλουν να αντιμετωπίσουν έναν διμέτωπο αγώνα. Από τη μια πρέπει να αγωνιστούν για να υπερασπίσουν τους όρους παραγωγής του έργου τους κυρίως ενάντια στη γενικευμένη επικυριαρχία του οικονομικού επί του πολιτισμικού, δηλαδή να αγωνιστούν για να ενισχυθεί το δικαίωμα εισόδου στη σφαίρα της διανόησης. Από την άλλη, καλούνται να αγωνιστούν για να ελέγξουν τα εργαλεία διάδοσης του έργου τους στους πολίτες, καθώς και τους όρους της αποτελεσματικής πολιτικής τους παρέμβασης. Πρόκειται για δύσκολο αγώνα, καθώς η δημόσια σφαίρα κυριαρχείται όλο και περισσότερο από σωσίες διανοουμένων, από αυτούς τους δούρειους ίππους οι οποίοι εισάγουν στο πεδίο της διανόησης μέσω των ΜΜΕ αρχές ετερονομίας, καθιστώντας δυσχερή την αναγνώριση της παρέμβασης των πραγματικών διανοουμένων.

Τι ωθεί αρκετούς ανθρώπους της διανόησης να συνομιλούν με έναν στενό κύκλο και όχι δημόσια;

Για λόγους απόλυτα κατανοητούς βλέπω συναδέλφους, τους πλέον επιστήμονες των επιστημόνων, επίσης φίλους καλλιτέχνες και συγγραφείς, να έχουν αποφασίσει να αναδιπλωθούν οριστικά στον μικρόκοσμό τους επειδή την έχουν πατήσει όταν αναγκάστηκαν να αντιπαρατεθούν με τους πολιτισμικούς μεσάζοντες, τα ΜΜΕ, διεκδικώντας καθοριστικό ρόλο στον τρόπο διάδοσης του έργου τους. Ετσι, οχυρώθηκαν στο εργαστήριό τους, το ατελιέ τους, το γραφείο τους, στερώντας από τους «κοινούς θνητούς» τις γνώσεις, τις ικανότητες και τις αξίες τους.

Από τα ελληνικά ΜΜΕ δίνεται ο απαραίτητος χώρος και χρόνος ώστε να εκφράσουν τις απόψεις τους;

Οχι όσο θα όφειλαν. Χωρίς όμως να γίνεται συνειδητά. Οι δημοσιογράφοι υποβάλλονται διαρκώς στη δοκιμασία των επιταγών της αγοράς, διαμέσου της άμεσης έγκρισης της πελατείας ή της έμμεσης των ποσοστών ακροαματικότητας και τηλεθέασης. Η ετυμηγορία της αγοράς ταυτίζεται με την έγκριση του δημοκρατικού δημοψηφίσματος. Ετσι, πέφτουν θύματα των καταναγκασμών της κυριαρχίας της εμπορικής λογικής στον τρόπο λειτουργίας της εργασίας τους και, για να το πω απλά, ως καταναγκασμένοι άνθρωποι ασκούν με τη σειρά τους καταναγκασμό. Θα έπρεπε να γίνω πιο αναλυτικός γιατί υπάρχουν διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό του δημοσιογραφικού πεδίου. Εστω… Ο μηχανισμός αυτός επιβάλλει έμμεσα τις «επιλογές» τους, προσανατολίζοντάς τες προς πολιτισμικούς παραγωγούς που έχουν τη μεγαλύτερη προδιάθεση να υποκύπτουν στη γοητεία των εξωτερικών εξουσιών και κερδών (διασημότητα μέσω προβολής στα ΜΜΕ, κυβερνητικές και ιδιωτικές επιδοτήσεις, εμπορικά κέρδη κ.λπ.), σε αυτούς που είναι οι λιγότερο εφοδιασμένοι σε ειδικό κεφάλαιο (επιστημονικό, λογοτεχνικό κ.λπ.) –δηλαδή σε αναγνώριση από τους ομότεχνούς τους– και στους λιγότερο έτοιμους να επενδύσουν σε ένα χώρο ο οποίος διασφαλίζει τα κέρδη σχετικά μακροπρόθεσμα.

Αποτελούν απειλή για τη διανόηση τα social media; Γιατί το κοινό προτιμά να διαβάζει σύντομα σχόλια από influencers και όχι αναλύσεις ειδικών;

Οι συζητήσεις που αναπτύσσονται γύρω από τον ρόλο των social media και τις επιπτώσεις τους στον χώρο της διανόησης αλλά και γενικότερα υποκαθιστούν την εκκωφαντική απουσία μιας ουσιαστικής πολιτικής επινοητικότητας, βασισμένης στη βαθιά γνώση του κοινωνικού κόσμου, γνώση που μπορούν να προσφέρουν οι διανοούμενοι. Το κοινό μέσα στο σημερινό περιβάλλον στερείται την παρουσία των πραγματικών διανοουμένων και του πολύτιμου έργου τους. Δεν το ξέρει, όμως, και καθώς το στερείται σε μόνιμη βάση τελικά στερείται την ίδια του τη στέρηση.

INF0
Το βιβλίο «Υπάρχει ακόμα ελληνική διανόηση;» του Νίκου Παναγιωτόπουλου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πεδίο