Ο δημοσιογράφος («Λαϊκή αγορά», Κανάλι Ένα – Πειραιάς 90.4) αναρωτιέται αν ισχύει σήμερα το παλιό σλόγκαν που μας καλούσε να γίνουμε θηρία ενήμερα.
Να κρατάτε αποστάσεις και να πλένετε τα χέρια σας σχολαστικά… Για τον εγκέφαλό σας µην ανησυχείτε, σας τον έχουµε πλύνει εµείς»!
Κυκλοφορεί ευρέως στο διαδίκτυο εδώ και λίγο καιρό. Πικρή σάτιρα που αποδίδει σε µεγάλο βαθµό την εδώ και καιρό διαµορφωµένη κατάσταση στα ελληνικά ΜΜΕ. Πρόσφατη έρευνα ανέδειξε το προφανές: οκτώ στους δέκα πολίτες θεωρούν πως τα Μέσα διαπλέκονται, είναι εξαρτώµενα κ.λπ. κ.λπ. Και; Κάτι καινούργιο; Οι ίδιοι που κάνουν τη διαπίστωση «ψηφίζουν» όσους κατά τα άλλα κατηγορούν. Χρήζει αναλύσεως που δεν είναι της παρούσης…
Το ραδιόφωνο ανέκαθεν ήταν πιο πλουραλιστικό, πιο φιλικό στη δυνατότητα έκφρασης απ’ ό,τι η τηλεόραση. Στην εποχή της τηλεκρατορίας, σπρωγµένο στο µιντιακό περιθώριο, δεν βρίσκεται τόσο έντονα στο στόχαστρο των λογής εξουσιών, κατορθώνοντας να αποτελεί πιο φιλόξενη γωνιά για περισσότερες από την επίσηµη απόψεις. «Μη βάζεις ιδέες» θα πείτε και θα έχετε δίκιο!
Η κάθε κυβέρνηση και οι όποιοι ισχυροί είναι εύλογο να επιθυµούν και να επιδιώκουν τη µονοµέρεια, την αδιαµεσολάβητη ή διά της πλαγίας χειραγώγηση των έντυπων (ναι, υπάρχουν!) ή ηλεκτρονικών Μέσων. Οι πολίτες; Άσκηση για το σπίτι…
Όχι µόνο για λόγους παράδοσης και αναγκαστικής ευγένειας προς τη φιλοξενούσα εφηµερίδα, να υψώσουµε φωνή υπεράσπισης της αδήριτης αναγκαιότητας ύπαρξης αυτού του ευκλεούς… ερειπίου, του έντυπου λόγου δηλαδή, αφού το ρεπορτάζ των εφηµερίδων –όταν υπάρχει– είναι η τροφή τόσο των καναλιών και των ραδιοφώνων όσο και του υπερτιµηµένου ίντερνετ. Scripta manent, άρα µε άνεση χρόνου (που συνήθως σπαταλάµε σε ανούσιες ασχολίες) διαβάζεις – συγκρίνεις – διαµορφώνεις γνώµη.
Σε εποχές χαλεπές µε κλεισούρα (=lockdown), τον τρόµο και όχι την ενηµέρωση να πολυβολεί τη λογική και το θυµικό, µπορεί το ραδιόφωνο να κάνει τη διαφορά; Μήπως να απαντούσαν οι ακροατέςτριες σε αυτό το ερώτηµα; Οχι, δεν µεταφέρω την ευθύνη στις πλάτες και στ’ αυτιά τους, αλλά δεν θα ήθελα ούτε να ευλογήσω τα γένια µας ούτε να δώσω µια εύκολη απάντηση.
Παλιότερα υπήρχε το σλόγκαν «γίνετε θηρία ενήµερα!». Ισχύει στις µέρες µας; ∆εν τίθεται ζήτηµα µόνο πολυφωνίας, η οποία είναι πολύ εύκολο να µεταπέσει σε ανεξέλεγκτη Βαβέλ, αλλά και του ουσιαστικού, εµπεριστατωµένου – ψύχραιµου λόγου των παρουσιαστώντριών, οι οποίοι οφείλουµε να είµαστε εµείς πρωτίστως «διαβασµένοιες», ήτοι να διπλοτριπλοτσεκάρουµε το ρεπορτάζ, τις πηγές µας, αυτή την ίδια την είδηση που καλούµαστε να ανα-µεταδώσουµε, σχολιάσουµε ή παρουσιάσουµε ως αποκλειστικότητά µας. ∆είτε αίφνης τι συµβαίνει συχνά στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου πολλοί προσποιούνται τους δηµοσιογράφους σχολιάζοντας επί παντός πολιτικού και κοινωνικού επιστητού, αναπαράγοντας συχνότατα ψευδείς ειδήσεις, µε τέτοια αµεριµνησία που σε τρελαίνει!
Οη καλόςή παρουσιαστήςστρια τόσο πριν από όσο και κατά τη διάρκεια της πανδηµίας λειτουργεί µε τον ίδιο τρόπο, υιοθετώντας τις ίδιες αρχές. Τόσο απλά! Η ενηµέρωση, η ψυχαγωγία, η σάτιρα έχουν –όσο κι αν φαίνεται περίεργο ή δεσµευτικό– κάποιους ορατούς ή αόρατους κανόνες και η αξιακή βαθµίδα όσο και η προσωπική ηθική του καθενόςµιάς φωνάζουν στον ραδιοφωνικό αέρα.
Να πούµε και κάτι αντιδηµοφιλές; Οι «πελάτες» (ακροατέςτριες) µπορεί να µην έχουν πάντα δίκιο. Αναλογιστείτε πόσες φορές επιβράβευσαν φωνές λαϊκισµού κάθε είδους, φτήνιας, αφόρητης εγωπάθειας, ύποπτων συµφερόντων και πάει λέγοντας και κλαίγοντας…
Είναι ένα στοίχηµα για το ραδιόφωνο, είτε το ενηµερωτικό είτε το µουσικό – ψυχαγωγικό, να δείξει πρόσωπο για να µπορέσει κατόπιν να πουλήσει… µούρη και να βγάλει… γλώσσα στους συγγενείς επηρµένους µιντιακούς αδερφοξάδερφους και να επαναποκτήσει ένα µικρό έστω µέρος του κοινού που του αφαίρεσε η… πρόοδος.
Κι όπως έλεγε κι ο πάλαι ποτέ Σαββόπουλος: «Το κοινό, πού να βρίσκεται κρυµµένο το κοινό, γιορτινό κι αγαπηµένο το κοινό;».