Νικόλας Διέτης: Η αποτροπή νέας μετάλλαξης εξαρτάται μόνο από εμάς

Ο επίκουρος καθηγητής Φαρμακολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου αναφέρεται στη συμπεριφορά και τη μεταδοτικότητα του ιού υπό τα νέα δεδομένα και επισημαίνει τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την υγεία μας

Η τελευταία έξαρση κρουσμάτων της Covid-19 προκάλεσε κύμα ερωτημάτων και πολλοί απόρησαν που συνδυάστηκε με τον αυξανόμενο αριθμό εμβολιασμένων. Πώς μπορεί να γίνεται αυτό; Ευθύνεται η μετάλλαξη Δέλτα; είναι πιο ισχυρή; θα εμφανιστούν και άλλες μεταλλάξεις, πιο επικίνδυνες, τις οποίες δεν θα αντιμετωπίζουν τα υφιστάμενα εμβόλια; Μήπως έτσι πέφτει νερό στον μύλο των αντιεμβολιαστών; Υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία από τη νόσηση ανεμβολίαστων; Τι σχέση έχουν οι κλιματολογικές συνθήκες και τι θα γίνει τον Σεπτέμβριο; Τότε θα ανοίξουν τα σχολεία, επομένως πρέπει να εμβολιαστούν οι μαθητές στην αρχή της εφηβείας; Στα ερωτήματα κλήθηκε να απαντήσει ο Νικόλας Διέτης, επίκουρος καθηγητής Φαρμακολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, ο οποίος σημειώνει: «Ολα θα εξαρτηθούν από το τι θα κάνει ο ιός και από το τι θα κάνουμε εμείς».

Υπάρχει ενδεχόμενο μια νέα μετάλλαξη το επόμενο διάστημα να μειώσει την αποτελεσματικότητα των εμβολίων;

Καταρχάς δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι όσο ο ιός αναπαράγεται και μεταδίδεται τόσο είναι υπαρκτό και το ρίσκο εμφάνισης μιας παραλλαγής του ιού που θα έχει μεταλλάξεις οι οποίες θα του δίνουν ιδιότητες αυξημένης επιβίωσης, δηλαδή να αποφεύγει τα αντισώματα του οργανισμού μας (προέρχονται είτε από φυσική νόσο είτε από εμβολιασμό). Υπάρχουν συγκεκριμένοι διεθνείς οργανισμοί και ερευνητικά κέντρα παγκοσμίως που παρακολουθούν αυτήν τη συμπεριφορά και αλλαγή του ιού και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θα γίνει στο μέλλον και αν θα υπάρξει τέτοια παραλλαγή ή όχι.

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε τον τεχνικό όρο «αποτελεσματικότητα» των εμβολίων (vaccine efficacy, VE). Προσδιορίζει ένα ποσοστό επί τοις εκατό και βασίζεται σε έναν μαθηματικό τύπο που σχετίζει το ρίσκο των ανεμβολίαστων με το ρίσκο των εμβολιασμένων. Επειδή όμως αυτά τα δύο ρίσκα είναι μεταβαλλόμενα και αλλάζουν ανάλογα με το ποσοστό των εμβολιασμών, αυτό σημαίνει ότι χωρίς να αλλάξει τίποτε στον ιό ή στο εμβόλιο το ποσοστό αυτό θα πέφτει όσο αυξάνεται το ποσοστό των εμβολιασμένων. Διαφορετικό ρίσκο μόλυνσης/νόσησης έχεις όταν 0% του πληθυσμού είναι εμβολιασμένο (π.χ. κλινική μελέτη για την έγκριση των εμβολίων) και διαφορετικό ρίσκο υπάρχει σήμερα με το 50% του πληθυσμού εμβολιασμένο. Η μαθηματική σχέση είναι τέτοια που όταν γίνει ο υπολογισμός, το ποσοστό (%) αποτελεσματικότητας των εμβολίων θα μειωθεί. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα όμως ότι άλλαξε κάτι στο εμβόλιο ή ότι ο ιός κάνει κάτι διαφορετικό (αποτελεί και αυτό ενδεχόμενο). Αρα θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί όταν διαβάζουμε μελέτες ή ενημερώσεις επιστημονικών κειμένων για το «ποσοστό αποτελεσματικότητας των εμβολίων» και τις χρησιμοποιούμε ως βάση για να συνάγουμε γενικά συμπεράσματα για το τι κάνει ο ιός.

Γιατί βλέπουμε εμβολιασμένους να νοσηλεύονται;

Η αποτελεσματικότητα των εμβολίων στην αποτροπή βαριάς νόσου και θανάτου είναι πάρα πολύ μεγάλη, φτάνοντας μέχρι και 96% σύμφωνα με στοιχεία του CDC, και αυτό επιβεβαιώνεται από όλα ανεξαιρέτως τα δεδομένα που έχουμε μέχρι σήμερα από κάθε χώρα. Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι η αποτελεσματικότητα αυτή βασίζεται στην επαρκή ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος και ειδικότερα στην παραγωγή αντισωμάτων. Αυτή ξεκινάει ως ειδική οδηγία προς τον οργανισμό από το εμβόλιο, αλλά βασίζεται εξ ολοκλήρου στο ανοσοποιητικό σύστημα του εμβολιαζόμενου για να ολοκληρωθεί. Εάν η διαδικασία αυτή δεν είναι επαρκής σε κάποιον συμπολίτη μας, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου στην αποτροπή νοσηλείας ή θανάτου μειώνεται. Υπάρχουν συμπολίτες μας που το ανοσοποιητικό τους σύστημα δεν αποδίδει όσο των υπολοίπων, είτε επειδή έχουν κάποιο υποκείμενο νόσημα που επηρεάζει τη διαδικασία (π.χ. αυτοάνοσα) είτε γιατί παίρνουν φάρμακα που επηρεάζουν το ανοσοποιητικό τους σύστημα (π.χ. αντικαρκινική θεραπεία, ανοσοκατασταλτικά μεταμοσχευμένων κ.λπ.) είτε για άλλη, τρίτη αιτία που να μην είναι γνωστή. Επομένως το ότι βλέπουμε κάποιους λίγους εμβολιασμένους να νοσηλεύονται δεν είναι ιατρικά περίεργο. Η γενική συνολική εικόνα που έχουμε όμως μας δείχνει ότι οι εν λόγω αριθμοί είναι πολύ μικροί και σε αναμενόμενα επίπεδα.

Τι πιστεύετε ότι πήγε λάθος και παρατηρείται μεγάλο ποσοστό όσων φοβούνται να εμβολιαστούν;

Αν και η φοβία ή η αμφισβήτηση για την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εμβολίων γενικά δεν είναι πρωτόγνωρες, είναι αλήθεια ότι το ποσοστό αυτών των ανθρώπων είναι μεγαλύτερο από όσο αναμενόταν. Μελέτες στις ΗΠΑ και αλλού έχουν δείξει ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι για μη εμβολιασμό που δεν έχουν σχέση τόσο με τα εμβόλια όσο με πολιτικές θέσεις, θρησκευτικές πεποιθήσεις και τη γενικότερη έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα. Δυστυχώς η πανδημία και τα εμβόλια έχουν εργαλειοποιηθεί από διάφορες πλευρές, με πολιτικές, θρησκευτικές και οικονομικές προεκτάσεις, και αυτό έχει επηρεάσει και τον κόσμο. Πιστεύω ότι πριν από κάθε συζήτηση είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε το προφανές, ότι δηλαδή δεν είναι «αντιεμβολιαστές» ή «συνωμοσιολόγοι» όλοι όσοι έχουν φοβίες ή αμφιβολίες για τα εμβόλια. Υπάρχουν πολλοί με γνήσιες αμφιβολίες, φόβους, ανησυχίες, ερωτήματα που δεν έχουν σχέση με το αντιεμβολιαστικό κίνημα, άνθρωποι λογικοί στα ερωτήματά τους, που δέχονται και ζητούν να ενημερωθούν αλλά έχουν ελλιπή ή λανθασμένη ενημέρωση. Αναλυτικές μελέτες που έχουν γίνει σε κάποιες χώρες δείχνουν ότι αυτοί είναι το μεγαλύτερο ποσοστό από όσους δεν έχουν εμβολιαστεί μέχρι σήμερα και αυτούς πρέπει να βρουν και να προσεγγίσουν η πολιτεία και η επιστημονική κοινότητα ώστε να ενημερωθούν για τα οφέλη και το όποιο ρίσκο του εμβολιασμού και να βοηθηθούν να αποφασίσουν προς όφελος της υγείας τους και της υγείας των γύρω τους. Η συζήτηση και η ενημέρωση δεν έπρεπε να ξεκινήσουν μετά την έγκριση των εμβολίων αλλά πολύ πιο πριν, από το καλοκαίρι του 2020, και όχι να αφεθούν οι πολίτες έρμαια της παραπληροφόρησης και της αντιεμβολιαστικής προπαγάνδας.

Τι θα σημαίνει το επερχόμενο φθινόπωρο για έναν εμβολιασμένο και τι για έναν ανεμβολίαστο;

Χωρίς να είμαι επιδημιολόγος, πιστεύω γενικά ότι η κατάσταση το φθινόπωρο θα εξαρτηθεί από δύο παράγοντες: τι θα κάνει ο ιός και τι θα κάνουμε εμείς. Ο ιός θα κάνει αυτό που κάνει πάντα: θα αναπαράγεται και θα πολλαπλασιάζεται στο σώμα αυτών που θα μολύνονται και θα μεταδίδεται. Οσο περισσότερη αναπαραγωγή γίνεται τόσο μεγαλύτερο το ρίσκο εμφάνισης κάποιας νέας παραλλαγής (μετάλλαξης). Ο μόνος τρόπος αποτροπής/μείωσης αυτού του ρίσκου είναι η μείωση της μετάδοσης. Και αυτό εξαρτάται μόνο από τον δεύτερο παράγοντα, τον άνθρωπο. Με δύο τρόπους μπορούμε να αποτρέψουμε τη μετάδοση: με τον εμβολιασμό και τη συμπεριφορά (ατομικά μέτρα προστασίας). Επομένως αυτά θα καθορίσουν κατά πολύ πώς θα εξελιχθεί η πανδημία και το φθινόπωρο. Εάν το ποσοστό των εμβολιασμένων είναι αρκετό για να ανακόψει τη μετάδοση και εάν τα ατομικά μέτρα προστασίας εφαρμόζονται από όλους, τότε αυτή η μετάδοση θα συμπιεστεί κατά πολύ μόνο στους ανεμβολίαστους και, εντέλει αν το ποσοστό αυτό είναι μεγάλο, οι εμβολιασμένοι θα προστατέψουν τους ανεμβολίαστους – αυτό που λέμε ανοσία αγέλης.

Παρά τα πολλά ημερήσια κρούσματα σε πολλές χώρες (π.χ. Ισραήλ, Ηνωμένο Βασίλειο), διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει ανάλογη πίεση στο σύστημα υγείας από βαριά περιστατικά. Σε τι πιστεύετε ότι οφείλεται; Στο ποσοστό των εμβολιασμένων, στις υψηλές θερμοκρασίες ή σε συνδυασμό παραγόντων;

Καταρχάς είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει, προς το παρόν, εποχικότητα στη συμπεριφορά του ιού. Αυτό είναι αυταπόδεικτο από την εικόνα που έχουμε σε διάφορες χώρες κλιματολογικά αντίθετες, σε διαφορετικά ημισφαίρια. Αυτό που επηρεάζει είναι η ανθρώπινη συμπεριφορά. Το καλοκαίρι υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να είμαστε έξω σε ανοικτούς χώρους και ακόμη και οι εσωτερικοί χώροι να αερίζονται. Το φθινόπωρο, αντίθετα, ερχόμαστε πιο κοντά σε κλειστούς χώρους. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα και φέτος (π.χ. δεδομένα στη Φλόριντα), όπου η υπερβολική ζέστη έφερε τους ανθρώπους σε κλειστούς χώρους με κλιματιστικά, βοηθώντας έτσι στην αύξηση της μετάδοσης.

Απαντώντας στο ερώτημά σας, ήταν αναμενόμενο ότι από τη στιγμή που οι περισσότεροι ανεμβολίαστοι είναι νεότερης ηλικίας – στους οποίους ο αντίκτυπος της μόλυνσης είναι διαφορετικός από ό,τι στους μεγαλύτερους σε ηλικία– θα είχαμε διαφορετική καταγραφή περιστατικών νοσηλείας και θανάτων. Μπορεί οι νοσηλείες και τα βαριά περιστατικά να μην είναι αυξημένα, αλλά η αυξημένη μεταδοτικότητα συνεχίζει να δίνει πνοή στη διασπορά του ιού και να διατηρεί το ρίσκο μόλυνσης όσων δεν έχουν καλή ανοσοποιητική απάντηση, καθώς και το ρίσκο εμφάνισης μιας παραλλαγής που θα είναι πιο προβληματική.

Από τι θα κριθεί η επαναληπτική δόση για ορισμένες ομάδες και ποιες φαίνεται να είναι αυτές;

Η χορήγηση επαναληπτικής δόσης θα κριθεί από δύο παράγοντες: τον ιό και το ανοσοποιητικό μας σύστημα. Ο πρώτος παράγοντας βασίζεται στις παραλλαγές του ιού. Εάν υπάρξει μια νέα παραλλαγή που θα προκαλεί τη νοσηλεία ανθρώπων που έχουν ανοσία, τότε θα χρειαστεί επαναληπτική δόση στους εμβολιασμένους και πιθανώς διαφοροποίηση της γενετικής φόρμας του εμβολίου για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Ο δεύτερος παράγοντας έχει σχέση με τη μείωση της ανοσίας του εμβολιασμού σε βάθος χρόνου. Η μείωση μπορεί να φτάσει σε χαμηλά επίπεδα που να μην προσφέρουν προστασία. Ξέρουμε ότι ο αριθμός των αντισωμάτων κατά του ιού πέφτει σε βάθος χρόνου. Σε ποιο επίπεδο όμως αυτή η πτώση θα δημιουργεί πρόβλημα μειωμένης προστασίας δεν το γνωρίζουμε επακριβώς. Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο αριθμός των αντισωμάτων δεν είναι καλός δείκτης της προστασίας που έχουμε. Και αυτό επειδή υπάρχουν ειδικά κύτταρα στον οργανισμό μας, τα Β κύτταρα, τα οποία έχουν ανοσοποιητική μνήμη και είναι υπεύθυνα να παράγουν αντισώματα εφόσον «δουν» τον ιό στο σώμα μας. Το πλήθος αυτών των ενεργοποιημένων κυττάρων στο σώμα μας είναι πιο σημαντικός δείκτης ανοσίας και προστασίας από τον αριθμό των αντισωμάτων. Υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι η προστασία, με βάση τα Β κύτταρα, παραμένει πέραν του ενός έτους από τη φυσική νόσηση και επομένως πιστεύουμε ότι το ίδιο θα συμβαίνει και με τον εμβολιασμό. Πέραν τούτου, όμως, είναι γνωστό ότι πολλοί συμπολίτες μας δεν έχουν επαρκή ανοσία, άσχετα εάν έχουν εμβολιαστεί πλήρως (είτε επειδή έχουν χαμηλό ανοσοποιητικό είτε γιατί παίρνουν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα κ.λπ.). Αυτοί πιθανώς να χρειαστούν επαναληπτική δόση του εμβολίου, έτσι ώστε να τους δοθεί όσο το δυνατόν περισσότερη πιθανότητα προστασίας (χωρίς όμως προς το παρόν να γνωρίζουμε εάν και αυτή η δόση θα είναι αρκετή για να φτάσουν σε πλήρη προστασία).

Ποια η γνώμη σας για τον εμβολιασμό των μικρότερων παιδιών, με δεδομένο ότι δεν θα έχουμε ξεμπερδέψει με τον ιό τον Σεπτέμβριο, όταν ανοίξουν τα σχολεία;

Η επιστημονική μου άποψη συμβαδίζει με την άποψη της Παγκόσμιας Εταιρείας Παιδιατρικής, την άποψη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και την άποψη δεκάδων διεθνών και εθνικών επιστημονικών εταιρειών στον κόσμο. Εφόσον επιβεβαιώνονται η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του εμβολίου σε μικρότερες ηλικίες και εφόσον το όφελος του εμβολιασμού υπερέχει συντριπτικά του όποιου ρίσκου, ο εμβολιασμός αυτός είναι απαραίτητος. Οχι μόνο για την ατομική προστασία των παιδιών μας, αλλά και για τη συλλογική προστασία ευάλωτων παιδιών και ευάλωτων ενηλίκων που έρχονται σε επαφή με τα παιδιά μας, τα οποία είναι αδιαμφισβήτητο πλέον ότι είναι σημαντικό μέρος της αλυσίδας μετάδοσης του ιού.