Ο σκηνοθέτης Νικόλας Ανδρουλάκης μιλάει στο Docville και την Αφροδίτη Ερμίδη για την πρώτη ζωντανή –και προκλητική– διαδικτυακή θεατρική παράσταση στην Ελλάδα
Κανόνες παιχνιδιού: Φοράω µάσκα. Μπαίνω σε mute. Ορίζω το ψευδώνυµό µου. Φαντασιώνοµαι όσα µπορεί να συµβούν. Σηµατοδοτώ µε ακινησία ότι είµαι έτοιµος. Περιµένω. Ο Νικόλας Ανδρουλάκης και η καλλιτεχνική συµµορία Ντουέντε µας προσκαλούν στην πλατφόρµα Zoom για να βιώσουµε την πρώτη παράσταση εξ ολοκλήρου δηµιουργηµένη από και για το διαδίκτυο. Το «Dämmerung» (λυκόφως) βασίζεται στο οµότιτλο έργο του Θανάση Τριαρίδη, ένα έργο «πρωτόγονο, ροµαντικό και συγκινητικά ανοικονόµητο. Εξω από νόρµες και θεατρικές ζώνες ασφαλείας. Στα όρια του σκηνικά απαράδεκτου – µε την κυριολεξία της λέξης». Αυτή την παράσταση είτε θα τη λατρέψετε είτε θα τη µισήσετε. Ηµίµετρα δεν χωρούν εδώ. Και έτσι µας έχει συνηθίσει ο Νικόλας Ανδρουλάκης.
Τι σας οδήγησε στην επιλογή του συγκεκριµένου έργου;
Καταρχάς ο ίδιος ο συγγραφέας. Ο Τριαρίδης είναι σπουδαίος άνθρωπος, εµπνευστικός. Εν µέσω καραντίνας στη διαχείριση της απραξίας ο Θανάσης µου είπε: «∆ιάβασε το “Dämmerung” – ίσως µπορεί να γίνει παράσταση µέσω ίντερνετ». Το κείµενο είναι το πιο παρεξηγηµένο και λογοκριµένο του Θανάση. Γι’ αυτό κανένας ποτέ δεν τόλµησε να το ανεβάσει. Με προκάλεσε ωραία όλη αυτή η περιπέτεια. Και µε τη µεθοδολογία που ακολουθούµε µε την οµάδα έγινε εφικτό να δοµηθεί η παράσταση εντατικά. Στη δική µας περίπτωση το έργο δεν λειτουργεί ως παρτιτούρα αλλά ως σηµείο αναφοράς των ηρώων. Μανιφέστο µιας «σέχτας» ψυχοθεραπείας στην πλατφόρµα του Zoom. Και κάθε νύχτα πρόσωπα-έκπληξη προσπαθούν να «ρουφηχτούν» στον δικό τους πίνακα. Να εκπληρώσουν µια προφητεία ζωής και θανάτου. Για µια λυτρωτική ένωση. Οπως στο «Dämmerung». Ακροβατώντας από τη γελοιότητα και τη βαρεµάρα έως το θρίλερ και τη λαγνεία· στ’ αλήθεια.
https://www.documentonews.gr/article/nikolas-androylakhs-den-nikieste-oi-gynaikes/
H πλατφόρµα προσφέρει τη δυνατότητα της ανωνυµίας. Αυτό έχει γίνει µε σκοπό να απελευθερωθεί ο θεατής και να συµµετάσχει µε µεγαλύτερη άνεση στο «παιχνίδι»; Τολµά τελικά το κοινό ή όχι;
Για όλα είµαστε ικανοί οι άνθρωποι. Οταν έκανα το «∆είπνο µε τον σατανά» δεν πίστευα ούτε εγώ ο ίδιος όσα έφερνε τότε εκείνο το θεατρικό group therapy ως µετατόπιση σ’ εµένα και στους θεατές. Το «Dämmerung» έχει αρκετές αναφορές σε αυτή την εµπειρία, όπως και σε όσα έχω κάνει έκτοτε. Είναι ένα σάλτο µορτάλε. Μια άσκηση εµπιστοσύνης εξ αποστάσεως. Με αόρατους κανόνες. Αρα ένας θεατής αρκεί για να πυρπολήσει τα πάντα. Και αυτό είναι µέρος του παιχνιδιού. Μέχρι στιγµής νιώθω µια ευαίσθητη ισορροπία να κυβερνά τις παραστάσεις. Που µπορεί να συνεχίζονται από τους ηθοποιούς και τους θεατές µέχρι αργά τα µεσάνυχτα. Εως ο σέρβερ να λήξει τη συνεδρία µας.
Τι πρέπει να αφήσει πίσω του και µε τι να «οπλιστεί» κάποιος που θα αποφασίσει να συµµετάσχει σε αυτήν τη «θεατρική αρένα»;
Αρκεί να µπει µε τον διακόπτη της χαράς της εξερεύνησης γυρισµένο στο on. Προσπαθούµε όλη η οµάδα των δέκα κρυφών ηθοποιών να οικοδοµούµε µια οικεία αίσθηση κλειδαρότρυπας µέσα στην πρωτόγνωρη συνθήκη της ζωντανής σύνδεσης όλων. Οι αόρατοι κανόνες είναι προϊόν συµφωνίας των παικτών. Οπως θα βλέπαµε σε ένα fight club. Και απλώς το παιχνίδι σε ρουφάει µέσα του. Οπως θα συνέβαινε σε ένα Jumanji. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι η πιστότητα στη ζωή. Οτι µπορεί να σε κατατρώει µια σχεσιακή ή φιλοσοφική χασµωδία για ώρα και ξαφνικά –σε δευτερόλεπτα– να συµβεί µακελειό. Οτι µπορεί να γράφονται όλα στο τσατ στα µουλωχτά. Οτι µπορεί να ανοίξει ένας παίκτης κάµερα και να είναι στη θάλασσα ή έξω από το σπίτι σου.
Γιώργος Παπαγεωργίου: “Ο θεατρίνος έχει πολλά κοινά με τον τσαρλατάνο” [Συνέντευξη]
Νιώθω ότι δεν πρόκειται για απλή παράσταση αλλά κάτι σαν κοινωνικό πείραµα.
Ολες µου οι παραστάσεις –µε αποκορύφωµα τις «Κούκλες»– προσπαθώ να είναι µια ολιστική εµπειρία για τον θεατή που µετέχει. Συνεπώς είναι και τώρα ένα στοίχηµα να καταφέρουµε να καλύψουµε την απόσταση ανάµεσα στην ανάσα µας και την ανάσα του θεατή. Με όλα τα µέσα και τα έξω µας. Με όλες µας τις αισθήσεις. Είτε πνιγόµαστε στην µπανιέρα είτε µαγειρεύουµε στην κουζίνα µας είτε παίζουµε αληθινό κυνηγητό στην πόλη. Εχουν ήδη συµβεί όλα αυτά. Και συµβαίνουν κάθε βράδυ από την αρχή. Σε µια αχαρτογράφητη γραµµή ζωής όλων των πρωταγωνιστών. Που γράφουν το έργο κάθε φορά από την αρχή. Μέχρι τελικής πτώσεως. Ή µέχρι να κλείσει ο άλλος την κάµερα. Ετσι κυνικά ή συγκινητικά. Εως τη σύγκρουση και τη λύτρωση. Ή έως την αποτυχία και την ξενέρα. Οπως στο ζωντανό chat room των ηρώων του Τριαρίδη. Κάποια βραδιά ίσως καταλήξουµε όλοι µαζί, θεατές και παίκτες, να δώσουµε αληθινό ραντεβού σε ένα σηµείο και να βιντεοσκοπήσουµε τη διαδροµή µας έως την αγκαλιά. Ποιος ξέρει.
Είστε η πρώτη οµάδα που χρησιµοποίησε την τεχνολογία για τη δηµιουργία διαδικτυακής παράστασης. Υπήρχε από πριν αυτή η σκέψη ή ήταν «γρήγορα αντανακλαστικά»;
∆εν είµαι ειδήµων της τεχνολογίας. Και σε όλα µου τα κινηµατογραφικά εγχειρήµατα έως τώρα εµπιστεύοµαι σε τεχνικά ζητήµατα τους συνεργάτες µου που τα κατέχουν. Για να σου πω και κάτι προσωπικό, δεν µου αρέσουν ούτε καν οι βιντεοκλήσεις. Λατρεύω όµως τη συνοµιλία. Σε κάθε εκδοχή της. Είναι το µόνο που έχουµε. Από την πιο σφιχτή αγκαλιά µέχρι ένα αχαλίνωτο πόκερ γραπτών µηνυµάτων όλα είναι κβάντα ανθρώπινου µόχθου για ένωση. Γι’ αυτό και παραµένω τόσο δραστήριος στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης. Γι’ αυτήν τη συγκινητική –ευτυχή ή δυστυχή– προσπάθεια για το «µαζί». ∆εν είχα καµία πρόθεση συνεπώς για διαδικτυακή περιπέτεια. Εγώ ετοίµαζα µια παράσταση «ανθρωπίλας» στο Σύγχρονο Θέατρο για φέτος τον Μάιο. Την ίδια ανθρωπίλα προσπαθούµε να µπολιάσουµε µε τον θίασο και στην ψηφιακή αυτή συνύπαρξη. Ισως ακούγεται παράδοξο, αλλά εκεί νοµίζω ότι βρίσκεται η ουσία. Να καταφέρουµε να µυρίσουµε ο ένας τον άλλο από µακριά. Με όλες τις άλλες αισθήσεις σε εγρήγορση. Οπως κάνει οµοιοστατικά η φύση όταν χάνουµε κάποια αίσθηση. Γι’ αυτό είπα «ναι» στο πείραµα του «Dämmerung».
Πώς βίωσες –ως άτοµο από τη µία, ως καλλιτέχνης από την άλλη– αυτές τις ιδιαίτερες συνθήκες εγκλεισµού τους τελευταίους µήνες;
Ας µη λέµε τους ανθρώπους άτοµα. Σύµπαντα είµαστε. Με αυτό σκέτο πιστεύω ήδη σου έχω απαντήσει ενδελεχώς. Το βίωσα σύνθετα και απλά. Ετυχε όλο αυτό να µε βρει στον απόηχο µιας επώδυνης αναγέννησης πολλών µηνών, από κρίσεις άγχους που µε βοήθησαν να δοµήσω ξανά συνήθειες και τρόπο ζωής. Αρα είχα µια σχετική εκγύµναση στη συνθήκη της πίεσης. Με δοκιµασία στους φόβους και στις συνήθειες και τις προβολές. Αυτό το δίµηνο προσπάθησα να είναι απελευθερωτικό ως προς τα επίπλαστα εµπόδια και τις προσδοκίες της «κανονικής ζωής» που µας στοιχειώνουν. Και αλληλέγγυο σε όσα µπορούµε να πράξουµε. Οι συνθήκες πάντα θα µας πιέζουν. Στα δύσκολα –και έρχονται δύσκολα– ας αντέχουµε να µην τα ξέρουµε όλα. Αυτό και να φταίµε λίγο κι εµείς. Οχι µόνο ο άλλοι. Και να µην πειράζει. Η αποδοχή του σύµπαντος µέσα και γύρω µας θέλει χάδι, όχι χαστούκι. Ετσι σεβόµαστε. Λίγο λίγο. Υποµονή κι αντίσταση. Αυτό και να απολαµβάνουµε την αγάπη των ανθρώπων µας ως πρωτόγνωρη. Με το κορίτσι µου ζήσαµε παραµυθένια σχεδόν τον εγκλεισµό µας σε λίγα τετραγωνικά. Και µε τους γονείς µου µετατρέψαµε σε παιχνίδι την περιπέτεια να τους πηγαίνω µε µάσκες και γάντια προµήθειες και να µην κάνουµε ούτε αγκαλιά. Στο τέλος αυτά µένουν. Αυτά έχει ανάγκη η µνήµη.
Θα ήθελες να κάνεις µια τοποθέτηση αναφορικά µε τα µέτρα που έχουν λάβει τα υπουργεία για τη στήριξή σας;
Παίρνω θέση για κάµψεις και αρχίζω. Κουράγιο να έχουµε. Προσωπικά έχω σκληραγωγηθεί από την πρώτη µέρα που εργάζοµαι στην τέχνη. ∆εν έχω ζητήσει ούτε λάβει ούτε ένα ευρώ από το κράτος έως τώρα. Ούτε ως εργαζόµενος ούτε ως φορέας. Μέσα µου χορεύουν έναν χορό φλογισµένο δύο αντίθετοι πόλοι. Ο ένας χορευτής θέλει να αγωνιστεί για να δικαιωθεί η τέχνη ως βαθιά κοινωνική και πολιτική πράξη παραδειγµατίζοντας για τις ανάγκες και τα δικαιώµατα κάθε πολίτη. Και ο άλλος θέλει να µην έχει κανέναν λογαριασµό, καµία εξάρτηση, καµία σχέση µε τα συστήµατα και τους θεσµούς που αλλοιώνουν αυταπόδεικτα την ορµή της δηµιουργίας. Ολοι οι καλλιτέχνες πιστεύω το βιώνουν κάπως αυτό µέσα τους. Είναι απότοµη προσγείωση ο αγώνας για την επιβίωση. Για να µη µιλήσω για την ηθική όσων κυνηγούν καριέρες. ∆εν θα βρεθεί λύση άµεσα και δίκαια. Η πίτα δεν φτάνει για όλους. Γιατί τα υλικά της πίτας είναι προµελετηµένα ανεπαρκή. Και είµαστε απλώς «άτοµα» στην εξίσωση. Αλλιώς θα είχαµε γίνει Οκτάνα.
INF0
Τετ., Πέμπ. 21.45, Κυρ. 21.45, έως τις 14 Ιουνίου