Ο Αριστοτέλης στη «Ρητορική» του τονίζει ότι για να είναι επιτυχημένος ένας ρητορικός λόγος πρέπει να αφιερώνει μεγάλο μέρος στο ήθος του αντιπάλου. Οχι με επιχειρήματα αλλά με φραστικές επιθέσεις για το ποιόν και τις προγενέστερες επιλογές του. Είναι βέβαια λίγο απίθανο όσοι ανέλαβαν την εργολαβία σπίλωσης του Αλεξάντερ Κλαπ να έχουν διαβάσει τον αρχαίο φιλόσοφο. Στην καλύτερη περίπτωση να έχουν δει την παλιά ταινία «Φωνάζει ο κλέφτης», όπου όταν ο Ντούζος πιάνεται στα πράσα να υπεξαιρεί μεγάλα ποσά από την εταιρεία όπου εργάζεται ωρύεται ότι τον συκοφαντούν συνωμότες και αναρχικοί. «Δηλαδή κινδυνεύει η πατρίδα;» ρωτάει αφελώς η Βλαχοπούλου. «Oχι, κινδυνεύει το καθεστώς» απαντάει ο καταχραστής αδερφός της.
Αφού λοιπόν κινδυνεύει και το καθεστώς Μητσοτάκη όχι μόνο από αυτό καθαυτό το σκάνδαλο των υποκλοπών αλλά και από ξένα δημοσιεύματα, επιστρατεύτηκαν με έκτακτο φύλλο πορείας οι υπερασπιστές του. Αυτό βέβαια που έτσουξε περισσότερο ήταν το άρθρο στους «New York Times» και ειδικά η λέξη «rot». Αν κάποιοι με τα οξφορδιανά αγγλικά τους παριστάνουν ότι δεν ξέρουν τη διαφορά μεταξύ guest essay (άρθρου γνώμης) και paid post (πληρωμένη καταχώρηση), ας ανοίξουν ένα αγγλοελληνικό λεξικό. Θα μάθουν πως ενώ το «decay» σημαίνει τη βιολογική διεργασία της αποσύνθεσης, το «rot» έχει μεταφορικά και τη σημασία της ηθικής κατάπτωσης.
Στον θίασο μοιράστηκαν ρόλοι, με πρωταγωνιστή φυσικά τον Οικονόμου που υπαινίχθηκε ότι ο δημοσιογράφος είναι εχθρός της χώρας, όπου χώρα (με την μπακαλίστικη λογική και φεουδαρχικώ δικαίω) = Μητσοτάκης. Ακολούθησε ο θεατρόφιλος Στάθης Καλύβας, που διαστρέφοντας τον Πιραντέλο αναφωνεί: «Δεν είναι αυτό που νομίζετε», επειδή ο τίτλος είναι παραπλανητικός και δεν αντιστοιχεί στο περιεχόμενο. Ο Δημήτρης Μαρκόπουλος φρόντισε να μας μυήσει στην ποδοσφαιρική αργκό με τους χαρακτηρισμούς «εξωφυλαρούχας» και «παγκίτης», ενώ ο Ι.Κ. Πρετεντέρης να μας θυμίσει το τραγούδι του Σογιούλ «Βρε Μανώλη Τραμπαρίφα». Μια απόπειρα για διεθνή καριέρα έκανε και ο Απόστολος Δοξιάδης επικαλούμενος τον Γοργία, μόνο που έπεσε και ο ίδιος στην παγίδα με τις σοφιστείες. Ο Κλαπ δεν είναι αμερόληπτος διότι δεν αναφέρθηκε στην έξοδο της Ελλάδας από το ενισχυμένο πλαίσιο επιτήρησης. Αλλα λόγια να αγαπιόμαστε.
Και πάνω που πήγε να καταλαγιάσει ο θόρυβος από τους «ΝΥΤ», έρχεται και η σφαλιάρα του Politico για να φέρει τον Οικονόμου στα πρόθυρα εγκεφαλικού. Δεν φταίει φυσικά αυτός, αλλά ο Πέτσας που έκανε μισές δουλειές και δεν εξαγόρασε όλα τα ΜΜΕ του εξωτερικού.
Με όλα αυτά έχουμε την αίσθηση ότι η σημερινή Ελλάδα αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του όρου της μεταδημοκρατίας που καθιέρωσε ο Κόλιν Κράουτς στο ομώνυμο βιβλίο του: «Με τον όρο μεταδημοκρατία εννοώ μια κοινωνία στην οποία φαινομενικά λειτουργούν εκλογές, κόμματα, νόμοι, κριτική, διαμαρτυρίες, αλλά όπου η πολιτική ενέργεια του συστήματος δεν καταναλώνεται σ’ αυτούς τους θεσμούς, καθώς έχει χαθεί μέσα σε μικρούς κύκλους των ελίτ, όπως οι επιχειρηματίες και τα συμφέροντα των ισχυρών».
Είναι τα μέλη της χορωδίας του Μαξίμου που τις επόμενες μέρες θα τραγουδούν στο κουπλέ «Βάστα, Κυριάκο», του μεταλλαγμένου «Βάστα, Ρόμελ», και στο ρεφρέν Μποστ: «Είναι κανών των ανικάνων τον ικανόν να κάνουν νάνον».
H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος ιστορικός Τέχνης