Νέοι κανόνες στα κανάλια για να δοθεί τέλος στη μονοκρατορία Μητσοτάκη στα media

Νέοι κανόνες στα κανάλια για να δοθεί τέλος στη μονοκρατορία Μητσοτάκη στα media

Για τέσσερα χρόνια όλα τα κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας είχαν φιμωμένα όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Τηρώντας μια δεοντολογία, έδιναν ένα μικρό ποσοστό του χρόνου στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το επόμενο λεπτό αποδομούσαν και διαστρέβλωναν τις θέσεις του.

Οι καλοπληρωμένοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης έχουν εκ της θέσεώς τους το προνόμιο να είναι και σχολιαστές επί παντός επιστητού. Ορισμένοι σταρ της δημοσιογραφίας είναι φανερά πολιτικά στρατευμένοι, παραβιάζοντας κάθε έννοια δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Πολλοί «έπαιρναν γραμμή» από τη γνωστή ομάδα «Ψέματα», που κάνει εδώ και δέκα χρόνια τη βρόμικη δουλειά, αξιοποιώντας τα ψευδώνυμα των τρολ της «Υπόγας». Η στήριξη στη νεοδεξιά διακυβέρνηση δεν γινόταν μόνο με την προβολή των θέσεων και του έργου της. Το πιο ισχυρό εργαλείο ήταν η απόκρυψη ή η αποσιώπηση πλήθους σφαλμάτων, ακόμη και εγκληματικών χειρισμών, της κυβέρνησης. Οτιδήποτε ενοχλούσε το Μαξίμου εξαφανιζόταν «από προσώπου media». Και όταν κάποιες φορές αυτό ερχόταν στην επιφάνεια, οι «καλοπληρωμένοι» τα έσβηναν με «δημοσιογραφικό Ajax» ή «θόλωναν» τα γεγονότα.

Η επικοινωνιακή κυριαρχία Μητσοτάκη αποδόθηκε στη λίστα Πέτσα, αλλά τον βασικό ρόλο τον έπαιζαν οι επιδέξιοι «καλοπληρωμένοι» –με αμοιβές τουλάχιστον 10.000 ευρώ τον μήνα–, που διαμορφώνουν το κατάλληλο μείγμα στο καθημερινό αφήγημα του κάθε καναλιού, κάνοντας τη δουλειά που ζητάει η Πειραιώς από το κανάλι, χωρίς να προκαλούν τους τηλεθεατές και να χάνουν οι εκπομπές τους μερίδιο τηλεθέασης. Αυτό το «κατάλληλο μείγμα» δεν είναι σταθερό. Αναπροσαρμόζεται ανάλογα αφενός με την επικαιρότητα, αφετέρου με την εξέλιξη των αντιλήψεων που κυριαρχούν στην κοινή γνώμη. Οι «καλοπληρωμένοι» αξίζουν τα λεφτά τους.

Γιατί όμως τα κανάλια κάνουν αυτό που τους ζητάει η Πειραιώς; Διότι πολύ απλά μια νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση και η πολιτική της εξυπηρετούν τα συμφέροντα των μεγάλων οικονομικών παραγόντων που κατέχουν τα κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα φορολογούσε τα υπερκέρδη της κρίσης και του πολέμου, δεν θα επέτρεπε μεγάλες κατασκευές/επενδύσεις στις περιοχές NATURA και θα αποκαθιστούσε το καταργηθέν επί Χατζηδάκη εργατικό δίκαιο και το δικαίωμα της απεργίας. Κάποια από αυτά θα τα έκανε και το ΠΑΣΟΚ. Ολα αυτά ενοχλούν πολύ τη σύγχρονη επιχειρηματική ελίτ της χώρας, μέρος της οποίας κατέχει τα media. Αυτά είναι πολύ σοβαρότερα κίνητρα από τη λίστα Πέτσα για τη στήριξη του Μητσοτάκη.

Tα social media έχουν κλέψει εδώ και χρόνια μεγάλο μέρος του ρόλου των καναλιών. Δημιουργήθηκε όμως μια χειρότερη κατάσταση αναφορικά με την πολιτική συζήτηση και την καλή κρίση των πολιτών. Στα social media η πολιτική συζήτηση εκφυλίζεται περιοριζόμενη σε τσιτάτα και συνθήματα, κυριαρχούν ο ακραίος λαϊκισμός και η πολιτική πόλωση. Τα κανάλια, μολονότι αποτελούν ένα μονόπλευρο διαιτητή των πολιτικών αντιπαραθέσεων, συνιστούν μια νησίδα ενημέρωσης, ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση των έντυπων μέσων τις τελευταίες δεκαετίες.

Την προεκλογική περίοδο βιώσαμε μια πιο πλουραλιστική ενημέρωση λόγω κατοχυρωμένων πρακτικών. Πολλά βραδινά debate με πλουραλισμό εκφωνήσεων, ενώ μέσα στην τετραετία είχαμε ελάχιστα talk shows (!). Σύντομα θα επανέλθουμε στην ίδια μιντιακή κατάσταση. Δοθέντος του ελέγχου των media από την οικονομική ελίτ, σύσσωμη η αντιπολίτευση πρέπει να προβάλει ένα βασικό αίτημα: τη θέσπιση σε μόνιμη βάση πρακτικών πλουραλιστικής ενημέρωσης αντίστοιχων με εκείνους που ισχύουν κατά την προεκλογική περίοδο. Η διαμόρφωση του πλαισίου δεν θα είναι απλή, θα χρειαστεί αρχικά μια διαβούλευση των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Παράλληλα πρέπει να επιδιωχθεί μια πλατιά κοινωνική συμφωνία σε δύο άξονες:
– Την αναθεώρηση των κριτηρίων αδειοδότησης (το 2016 τα οικονομικά κριτήρια ήταν καθοριστικά).
– Την εφαρμογή της θεσμικά προβλεπόμενης ισότιμης παρουσίας των κομμάτων στα media και την κατοχύρωση αναλογικού μεριδίου τηλεοπτικού χρόνου σε κόμματα, αλλά και σε πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς.

Η βασικότερη προϋπόθεση για να επιτευχθούν τα προαναφερόμενα είναι η «ενεργή παρακολούθηση» όλων των εξελίξεων από τους πολίτες και η ισχυρή απαίτησή τους για αξιόπιστη ενημέρωση. Αυτό συνιστά ένα μεγάλο πολιτικό και κοινωνικό στοίχημα. Ας ξεκινήσει μια πλατιά συζήτηση και ένας αγώνας στο επίπεδο των συνειδήσεων από τους δημοκρατικούς πολίτες για να κερδηθεί το στοίχημα.

*Ο Γ. Μαλιώτης είναι στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ σε ΔΕΚΟ – τομέα Ενέργειας

Documento Newsletter