Νέο Βατοπέδι στη δυτική Αττική με ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά

Νέο Βατοπέδι στη δυτική Αττική με ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά

Ιερά μονή επικαλείται έωλη χρησικτησία και καταπατά δημόσια γη με νόμο-κλειδί της κυβέρνησης Σαμαρά

«Ιερά» όρνεα πετούν πάνω από το όρος Πάστρα, τη φυσική προέκταση της Πάρνηθας, και προς χάριν των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) έχουν ήδη καταπατήσει δημόσια γη. Ανάστατοι οι κάτοικοι περιοχών του Δήμου Μάνδρας – Ειδυλλίας αλλά και του Δήμου Τανάγρας καταγγέλλουν την «κατασπάραξη» δασικών εκτάσεων που βαπτίζονται «εκκλησιαστική περιουσία» για να μπορέσει να εγκαταστήσει φωτοβολταϊκά συστήματα και ανεμογεννήτριες σε μια τεράστια δασική έκταση μία μονή η οποία τα τελευταία έντεκα χρόνια έχει επαναλειτουργήσει δύο φορές! Πρόκειται για νέο Βατοπέδι, που αυτήν τη φορά στήνεται στη Μάνδρα Αττικής;

Με αιχμή του δόρατος μια αμφιλεγόμενη ως προς την ίδρυση και λειτουργία της μονή, κάποιοι στα «ψηλά πατώματα» της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, με τη συνδρομή και τοπικών αρχόντων που σιωπούν προκλητικά –για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ούτε λόγος–, στρώνουν το «ιερό έδαφος» καταπατήσεων δημόσιας περιουσίας. Ολα αυτά προκειμένου να εγκατασταθούν ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά στη φυσική προέκταση της Πάρνηθας υπό την ιερά σκέπη της Ιεράς Μονής Προφήτη Ηλιού Ερυθρών. Η απάντηση όμως του ηγουμένου της μονής στον οποίο απευθύνθηκε το Documento εγείρει νέα ερωτήματα. «Εχουμε τίτλους ιδιοκτησίας» ανέφερε ο αρχιμανδρίτης Δωρόθεος, χωρίς να τους προσκομίζει επικαλούμενος έλλειψη νομιμότητας, ενώ το αληθές είναι ότι οι τίτλοι ιδιοκτησίας ακινήτων είναι στη διάθεση κάθε πολίτη μέσω των υποθηκοφυλακείων της χώρας. Αλλωστε ο ίδιος έχει δηλώσει ότι η μονή κατέχει τα ακίνητα αυτά δυνάμει τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας, κάτι που βέβαια δεν ισχύει.

Για να καταλάβουμε τι συμβαίνει και να αρχίσουμε να ξετυλίγουμε το κουβάρι της καταπάτησης δημόσιας περιουσίας, αρκεί να παραθέσουμε την αναφορά στον κανονισμό διαχείρισης και αξιοποίησης της μοναστηριακής περιουσίας και εκτέλεσης έργων, όπως δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Β 1914/13.05.2021. Στο άρθρο 21 του κανονισμού, που αποτελεί τη με αριθμό 1004/680/7.4.2021 απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, αναγράφεται: «Αρθρον 21. Επωφελείς συμβάσεις. Η Ιερά Μονή δύναται να επενδύει, κατόπιν αδειοδοτήσεως και σχεδιασμού, εις νομικά πρόσωπα, τα οποία λειτουργούν εγκαταστάσεις επί αγροτεμαχίων της, συστημάτων Ανανεωσίμων Πηγών Ενεργείας (φωτοβολταϊκά-ανεμογεννήτριαι), με σκοπόν, κατόπιν σχετικών επωφελών συμβάσεων, την χρήσιν της παραγομένης ηλεκτρικής ενεργείας υπό της Ιεράς Μο-νής ή την πώλησιν αυτής εις το δίκτυον. Η διαδικασία πραγματοποιείται και κατακυρώνεται δι’ αποφάσεως του Ηγουμενοσυμβουλίου, μη απαιτουμένης ετέρας εγκρίσεως».

Ναι, καλά καταλάβατε. Η μονή έχει τη δυνατότητα να επενδύει σε εταιρείες που λειτουργούν φωτοβολταϊκά συστήματα και ανεμογεννήτριες. Μάλιστα δεν χρειάζονται εγκρίσεις και λοιπές γραφειοκρατικές διαδικασίες, αρκεί να το αποφασίσει το ηγουμενοσυμβούλιο.

Ολα αυτά θα ήταν νόμιμα αν οι «ιερές» επενδύσεις γίνονταν σε περιουσία της μονής. Ομως για να υπάρξουν αυτές οι «ιερές επενδύσεις» σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ακολουθείται μια διαδικασία εκτεταμένων καταπατήσεων και σκοτει-νών μεθοδεύσεων. Ούτε λίγο ούτε πολύ, οι «ιερές επενδύσεις» γίνονται σε δημόσια περιουσία που με το έτσι θέλω (και την ύποπτη σιωπή τοπικών αρχόντων) ιδιοποιείται η Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία διά του ηγουμένου της αρχιμανδρίτη Δω-ρόθεου, κατά κόσμον Κωνσταντίνου Βουρλή.

Το σκοτεινό σημείο με την επανασύσταση

Η Μονή Προφήτη Ηλία της δημοτικής κοινότητας Ερυθρών του Δήμου Μάνδρας – Ειδυλλίας Αττικής φέρεται, σύμφωνα με την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, να έχει ιδρυθεί κατά τον 11ο αιώνα. Η εν λόγω μονή φέρεται να λειτουργεί καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της οθωμανικής κυριαρχίας.
Ωστόσο στις 25.09.1833 εκδίδεται βασιλικό διάταγμα, βάσει του οποίου μονές οι οποίες διέθεταν στο δυναμικό τους λιγότερο από έξι μοναχούς διαλύονταν, η δε περιουσία τους, κινητή και ακίνητη, περιερχόταν στο ελληνικό δημόσιο και συγκεκριμένα στο Εκκλησιαστικό Ταμείο. Στις μονές οι οποίες διαλύονταν περιλαμβανόταν και η Μονή Προφήτη Ηλία. Τούτο προκύπτει από τον πίνακα διαχείρισης της επικαρπίας των «διαλυθέντων μοναστηριών» της Μεγαρίδος, που έχει συνταχτεί από τον υποδιοικητή των Μεγάρων. Σύμφωνα δε με την απογραφείσα ανακεφαλαίωση, η περιουσία της διαλυθείσης Μονής του Προφήτη Ηλία Ερυθρών κατά τον χρόνο της διάλυσής της ανερχόταν σε 640 ελαιόδεντρα. Παρ’ όλα αυτά, με νεότερες πράξεις της Ιεράς Συνόδου η μονή έχει ήδη ιδιοποιηθεί εκτάσεις που ξεπερνούν τα 5.000 στρέμματα με στόχο να εγκαταστήσει φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες.

Ομως τα περίεργα δεν σταματούν εδώ. Η Μονή Προφήτη Ηλία που είχε διαλυθεί το 1837 επανιδρύεται με το ΦΕΚ Α΄ 91/21.05.2008. Ολως περιέργως και ενώ η μονή λειτουργεί ήδη από το 2008, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος στις 5.11.2019 αποφασίζει (ΦΕΚ Β 4952/31.12.2019) τη σύσταση της ίδιας μονής που είχε συσταθεί το 2008. Προφανώς δεν πρόκειται για λάθος. Προφανέστατα από το 2019 στήθηκε ο σχεδιασμός των καταπατήσεων της δημόσιας περιουσίας. Λίγους μήνες πριν είχε αναλάβει την πρωθυπουργία ο Κυριάκος Μητσοτάκης αλλά και νέος δήμαρχος στον Δήμο Μάνδρας – Ειδυλλίας και κάποιοι θεώρησαν ότι το έδαφος ήταν πρόσφορο για τέτοιες «ιερές επενδύσεις» εις βάρος δημόσιας γης.

«Κλειδί» νόμος της κυβέρνησης Σαμαρά

Ο λόγος της διπλής και αν μη τι άλλο σκοτεινής και παράτυπης επανασύστασης βρίσκεται στο άρθρο 25 του νόμου 4301/2014 (κυβέρνηση Σαμαρά). Εκεί ορίζεται σαφώς ότι έπρεπε, κατά τη σύσταση, να υφίστανται πράξεις τακτοποίησης και εκθέσεις απογραφής των δικαιωμάτων της. Στην πράξη με τον νόμο Σαμαρά δίνεται η δυνατότητα με μια απλή δήλωση του ηγουμένου και χωρίς να υπάρξει ουδείς έλεγχος –είτε με δικαστική απόφαση είτε με πράξη της πολιτείας– να ιδιοποιηθούν δημόσιες εκτάσεις.

Αφού λοιπόν δεν είχαν γίνει τέτοιες πράξεις, όπως όριζε ο νόμος από τη σύσταση του 2008, απλώς εξέδωσαν νέα α-πόφαση σύστασης. Ο σκοτεινός σκοπός της παρατυπίας εμφαίνεται στη με αριθμό 19.010/4.12.2020 έκθεση απογραφής εκκλησιαστικών ακινήτων της συμβολαιογράφου Λιβαδειάς Αναστασίας Σταύρου. Στην έκθεση αυτή ο ηγούμενος Δωρόθεος επικαλούμενος το άρθρο 25 του ν. 4301/2014 –και «ξεχνώντας» να αναφέρει την προηγούμενη σύσταση της μονής το 2008– δηλώνει ότι η μονή δυνάμει τακτικής και έκτακτης χρησικτησίας κατέχει 23 ακίνητα συνολικού εμβα-δού 5.512,410 στρεμμάτων. Αυτή την πράξη μεταγράφει στα Υποθηκοφυλακεία Ερυθρών και Θηβών. Πρόκειται για ακίνητα τα οποία κατά το μεγαλύτερο μέρος τους βρίσκονται εντός της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας Ερυθ-ρών του Δήμου Μάνδρας – Ειδυλλίας και κατά το μικρότερο μέρος τους εντός της κτηματικής περιφέρειας της Κοινό-τητας Δάφνης του Δήμου Τανάγρας (Βοιωτία). Ωστόσο το μεγάλο ακίνητο στη θέση Λιβάδι Προφήτης Ηλίας, που ο ηγούμενος αρχιμανδρίτης Δωρόθεος έχει δηλώσει ότι η έκτασή του είναι 5.213,035 στρέμματα, δεν είναι άλλο παρά τμήμα του αγροτικού τμήματος (Λειβάδι) έκτασης 23.260 στρεμμάτων, το οποίο ανήκει στον Δήμο Μάνδρας – Ειδυλλίας.

01, 02 Στο άρθρο 21 του κανονισμού που αφορά τη λειτουργία της Ιεράς Μονής Προφήτη Ηλία Ερυθρών, της Ιεράς Μητροπόλεως Μεγάρων και Σαλαμίνας και αποτελεί απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου φαίνεται ότι η μονή έχει τη δυνατότητα να επενδύει σε εταιρείες που λειτουργούν ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά συστήματα σε αγροτεμάχια που έχει στην κατοχή της ενώ η όλη διαδικασία κατακυρώνεται με απόφαση του ηγουμενοσυμβουλίου χωρίς να προβλέπεται άλλη έγκριση 03, 04, 05, 06 Ενα από τα περίεργα που συμβαίνουν είναι ότι ενώ η Μονή Προφήτου Ηλιού, που είχε διαλυθεί με βασιλικό διάταγμα από το 1833, επανιδρύεται το 2008 (ΦΕΚ Α΄ 91/21.05.2008), στις 5 Νοεμβρίου 2019 (ΦΕΚ Β΄ 4952/31.12.2019) η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφασίζει την επανασύστασή της. Είναι προφανές ότι τότε στήθηκε ο σχεδιασμός των καταπατήσεων της δημόσιας περιουσίας με «εύφορο» πολιτικά το έδαφος για «ιερές επενδύσεις»
Μπορεί η περιουσία της Μονής Προφήτη Ηλία κατά τον χρόνο διάλυσής της (1833) να ανερχόταν σε 640 ελαιόδεντρα, το 2020, όμως, στην έκθεση απογραφής εκκλησιαστικών ακινήτων της συμβολαιογράφου Λιβαδειάς Αναστασίας Σταύρου ο ηγούμενος Δωρόθεος, επικαλούμενος το άρθρο 25 του νόμου 4301/2014, την εμφανίζει να κατέχει, δυνάμει τακτικής και έκτακτης χρησικτησίας, 23 ακίνητα συνολικού εμβαδού 5.512,410 στρεμμάτων, τα οποία κατά το μεγαλύτερο μέρος τους βρίσκονται εντός της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας Ερυθρών του Δήμου Μάνδρας – Ειδυλλίας και κατά το μικρότερο εντός της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας Δάφνης του Δήμου Τανάγρας Βοιωτίας

 

Ουδείς γνωρίζει αν οι «ιερές επενδύσεις» σε ΑΠΕ θα θελήσουν στο μέλλον και το υπόλοιπο τμήμα του αγροτικού κτήματος.

Δεν χωρά προϋπόθεση χρησικτησίας

Οπως προκύπτει από την έκθεση απογραφής, η Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία ισχυρίζεται ότι έχει αποκτήσει την κυριότητα επί των προαναφερόμενων ακινήτων με τις προϋποθέσεις της τακτικής ή της έκτακτης χρησικτησίας, δεδομένου ότι τα ακίνητα αυτά είχαν περιέλθει στη μονή «από αμνημονεύτων ετών και από της εποχής της τουρκοκρατίας, έκτοτε δε και μέχρι σήμερα νέμεται και κατέχει αυτά συνεχώς, φανερώς και αδιαλείπτως, με καλή πίστη και διάνοια κυρίου, χωρίς να οχληθεί παρ’ ουδενός στην άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων της…».

Πώς όμως αυτή η μονή νέμεται και κατέχει συνεχώς και αδιαλείπτως τα εδάφη αυτά αφού είχε διαλυθεί ήδη από τη δεκαετία του 1830; Εδώ αρχίζει να γίνεται ευκρινής η σκοτεινή πτυχή της καταπάτησης δημόσιας περιουσίας. Συγκεκριμένα:

• Ηδη με το βασιλικό διάταγμα 25.09.1833 η περιουσία της, κινητή και ακίνητη, περιήλθε στο ελληνικό δημόσιο και συγκεκριμένα στο Εκκλησιαστικό Ταμείο που ακόμη και σήμερα λειτουργεί. Μάλιστα με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 1 του ν. 1539/1938 «Περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων» ορίζεται: «Ως ακίνητα του Δημοσίου, κατά τας διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων 1 και 2, νοούνται και τα ακίνητα κτήματα των διαλελυμένων Μονών, τα περιελθόντα και ανήκοντα εισέτι εις το Παλαιόν Εκκλησιαστικόν Ταμείον».

• Δεν μπορεί να θεμελιωθεί υπέρ της μονής τακτική ή έκτακτη χρησικτησία καθότι δεν μπορεί να διεξάγει πράξεις νομής και κατοχής δεδομένου ότι καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από το έτος 1833 έως και σήμερα η μονή είχε διαλυθεί κατ’ εφαρμογή του ΒΔ της 25ης. 09.1833 και ως εκ τούτου ήταν έκτοτε ανύπαρκτο νομικό πρόσωπο δεδομένης της διάλυσής της τόσο ως εκκλησιαστικής δομής όσο και ως νομικής προσωπικότητας. Ως προς αυτό ο ηγούμενος στην πράξη απογραφής κάνει λόγο για μεταγενέστερη συγχώνευση της Μονής Προφήτη Ηλία με τη Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνας. Πέραν του παραλόγου να συγχωνεύονται δύο νομικά πρόσωπα εκ των οποίων το ένα είναι ανύπαρκτο, στα μνημονευόμενα έγγραφα δεν αναφέρεται αν η συγχώνευση αυτή έλαβε κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 21 του ν. 4684/1930 και με βάση ποια διοικητική πράξη.

• Κατά το οθωμανικό δίκαιο επί δημόσιων γαιών, στις οποίες περιλαμβάνονταν και τα οριζόμενα σήμερα ως δάση, το οθωμανικό δημόσιο μπορούσε να παραχωρήσει σε ιδιώτες ή αναγνωρισμένες νομικές οντότητες, όπως και οι ιερές μονές, όχι κυριότητα υπό τη σημερινή έννοια, αλλά δικαίωμα διηνεκούς εξουσιάσεως (οιονεί επικαρπίας), με τη χορήγηση «ταπίου», δηλαδή επίσημου τίτλου παραχωρήσεως, που εξέδιδε κρατικός υπάλληλος, ενώ κτήση κυριότητας με χρησικτησία δεν αναγνωριζόταν.

• Προκειμένου περί δημόσιων κτημάτων, όπως είναι και τα δημόσια δάση, έχει κρίνει η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου (ΟλΑΠ 75/1987) ότι είναι δυνατή η απόκτηση από άλλον κυριότητας σε αυτά με έκτακτη χρησικτησία, εφόσον όμως η τριακονταετής νομή αυτών με διανοία κυρίου και καλή πίστη είχε συμπληρωθεί μέχρι 11.09.1915. Ωστόσο με τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του ΒΔ/τος της 17-11/01.12.1836 «Περί ιδιωτικών δασών», που έχει ισχύ νόμου, αναγνωρίστηκε η κυριότητα του δημοσίου επί των εκτάσεων που αποτελούσαν δάση, εκτός από εκείνες οι οποίες πριν από την έναρξη τού περί ανεξαρτησίας απελευθερωτικού αγώνα ανήκαν σε ιδιώτες. Για την αναγνώριση των τελευταίων ως ιδιωτικών δασών όφειλαν οι ιδιοκτήτες των δασικών εκτάσεων, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση του διατάγματος αυτού, να παρουσιάσουν στη Γραμματεία του υπουργείου Οικονομικών τους τίτλους ιδιοκτησίας, διαφορετικά θεωρούνται δημόσια δάση. Ετσι με τις διατάξεις αυτές θεσπίστηκε υπέρ του ελληνικού δημοσίου τεκμήριο κυριότητας σε όλα τα δάση που υπήρχαν πριν από την ισχύ του διατάγματος, τα οποία δεν αναγνωρίστηκαν νομίμως ότι ανήκουν σε ιδιώτες. Ωστόσο η Μονή Προφήτη Ηλία είχε διαλυθεί νωρίτερα (δηλαδή το 1833) και ως εκ τούτου δεν υφίσταται ζήτημα χρησικτησίας και μια τέτοια δήλωση σε πράξη απογραφής εκκλησιαστικών ακινήτων τυγχάνει ανακριβής ή όχι ψευδής.

Δέκα ερωτήματα ζητούν απάντηση

Η υπόθεσης της Μονής Προφήτη Ηλία αν μη τι άλλο βρομάει. Οι απώλειες εις βάρος της δημόσιας περιουσίας είναι τερατώδεις. Οπως τερατώδης, ένοχη και ποινικά κολάσιμη είναι η σιωπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη αλλά και των οργάνων της αυτοδιοίκησης. Η μονή προκειμένου να θεμελιώσει τα εμπράγματα δικαιώματά της επί των ακινήτων, που περιγράφονται στις προαναφερόμενες εκθέσεις απογραφής, δηλώνει ανακριβώς ότι έχει αποκτήσει δημόσια δασική περιουσία με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία. Από το ιστορικό όμως προκύπτουν αβίαστα διάφορα εύλογα ερωτήματα ή και ομάδες ερωτημάτων, που χρήζουν αιτιολογημένης απάντησης, τόσο από τους τοπικούς άρχοντες όσο και από την κυβέρνηση αλλά ακόμη και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, του Αρχιεπισκόπου συμπεριλαμβανομένου.

Συγκεκριμένα:

01

Η μονή φέρεται, κατ’ αυτήν, να έχει ιδρυθεί κατά τον 11ο αιώνα μ.Χ. Πώς όμως θεωρείται ως χρόνος ίδρυσης ο προαναφερόμενος αιώνας, ενώ σύμφωνα με την υπουργική απόφαση (ΥΑ) Πολιτισμού και Επιστημών Β1/Φ26/8589/200/21.02.1985 έχει αξιολογηθεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο λόγω της παλαιότητάς του, που ανάγεται χρονολογικά στους μεταβυζαντινούς χρόνους, δηλαδή στη χρονική περίοδο 1453 έως και 1830;

02

Ο Δήμος Μάνδρας – Ειδυλλίας γνωρίζει την υπόθεση; Αν γνωρίζει, τι έχει κάνει προκειμένου να διαφυλάξει τις καταπατηθείσες δασικές εκτάσεις που αποτελούν δημόσια κρατική περιουσία και κατά τη συντριπτική πλειονότητα αυτών ανήκουν με δικαστικές αποφάσεις στον Δήμο Μάνδρας – Ειδυλλίας;

03

Δεδομένου ότι η μονή φέρεται ως διαλυθείσα, σε εκτέλεση του από 25.09.1833 βασιλικού διατάγματος, για ποιο λόγο η όποια περιουσία της δήθεν παρέμεινε κατά κυριότητα σε αυτήν και δεν μεταβιβάστηκε στο Εκκλησιαστικό Ταμείο, που συστάθηκε για να αξιοποιεί τις περιουσίες των διαλυμένων μονών;

04

Αν δεχτούμε ως δεδομένο ότι η μονή διαλύθηκε σε εκτέλεση του προαναφερόμενου διατάγματος και ως εκ τούτου έπαυσε να διαθέτει νομική προσωπικότητα, πώς είναι δυνατόν να δηλώνεται από τους εκπροσώπους της ότι έχει αποκτήσει την κυριότητα επί των δηλούμενων ακινήτων με τις προϋποθέσεις της τακτικής, άλλως της έκτακτης χρησικτησίας, δεδομένου ότι –κατά τους σχετικούς ισχυρισμούς– τα ακίνητα αυτά είχαν περιέλθει στη μονή από την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας και από τότε έως και σήμερα τα νέμεται και τα κατέχει χωρίς να έχει ενοχληθεί από κανένα; Πώς είναι δυνατόν ένα ανύπαρκτο νομικό πρόσωπο να ασκεί πράξεις νομής και κατοχής, ειδικότερα για το χρονικό διάστημα από το έτος 1833 (φερόμενος χρόνος διάλυσης της μονής) έως και το έτος 2008 (πρώτος χρόνος ίδρυσης της μονής);

05

Με δεδομένη επίσης τη διάλυση της μονής, πώς είναι δυνατόν αυτή να φέρεται ως μετέπειτα συγχωνευθείσα με τη Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνας; Είναι δυνατόν είτε κατά το προϊσχύσαν βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο είτε κατά το πλέον σύγχρονο αστικό δίκαιο να συγχωνεύονται δύο νομικά πρόσωπα από τα οποία το ένα είναι ανύπαρκτο;

06

Πώς είναι δυνατόν η μονή να επικαλείται, προς θεμελίωση του δικαιώματος κυριότητας επί ακινήτων, χρησικτησία όταν αυτή είναι κατά τον νόμο ανεπίτρεπτη σε βάρος του νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου με την επωνυμία Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο, το οποίο –σε περίπτωση διάλυσης– κατά τα προαναφερόμενα είναι ο νόμιμος δικαιούχος των ακινήτων αυτών;

07

Πώς είναι δυνατόν η μονή να ισχυρίζεται ότι νέμεται και κατέχει τα ακίνητα αυτά από την εποχή της οθωμανικής επικυριαρχίας, ενώ δεν επικαλείται κανενός είδους οθωμανικό τίτλο, όπως λ.χ. ταπί, χοτζέτι ή βουγιουρδί;

08

Πώς είναι δυνατόν να επικαλείται η μονή ότι ειδικότερα νέμεται και κατέχει τμήμα του ακινήτου με τη φερόμενη ονομασία Αγρόκτημα-Λιβάδι Προφήτης Ηλίας, το οποίο δεν είναι άλλο από το αγροτικό κτήμα (Λειβάδι) έκτασης 23.260 στρεμμάτων, το οποίο ανήκε αρχικά στην Κοινότητα Μάνδρας, μεταγενέστερα στον ομώνυμο δήμο και σήμερα πλέον στον Δήμο Μάνδρας – Ειδυλλίας;

09

Η επίκληση από τη μονή τής με αριθμό 4597/1934 απόφασης του «Εν Αθήναις Δικαστηρίου Πρωτοδικών» σημαίνει ότι αυτή (μονή) επιφυλάσσεται και για τη διεκδίκηση αγροτικής έκτασης 849,50 στρεμμάτων στη θέση Κουρμπάν Γεφύρι της κτηματικής περιφέρειας της Δημοτικής Κοινότητας Ερυθρών;

10

Η μονή τελικά πότε (επαν)ιδρύθηκε; Στις 21.05.2008 με το με αριθμό 63/2008 προεδρικό διάταγμα; Ή στις 31.12.2019 με τη με αριθμό 4798/2356/05.11.2019 πράξη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος; Για ποιο λόγο για την αυτή μονή υφίστανται οι δύο προαναφερόμενες συστατικές πράξεις;

«Η μονή έχει τίτλους ιδιοκτησίας»

«Η μονή κατέχει τίτλους ιδιοκτησίας». Λακωνική ήταν η απάντηση του αρχιμανδρίτη Δωρόθεου στον οποίο απευθύνθηκε το Documento προκειμένου να μας διαφωτίσει για πλευρές της υπόθεσης. «Η μοναδική απάντηση που μπορώ να σας δώσω τώρα είναι ότι η μονή τα διαψεύδει αυτά. Η μονή έχει τίτλους ιδιοκτησίας» είναι συγκεκριμένα η δήλωση του ηγουμένου που δεν θέλησε να δώσει περισσότερες διευκρινίσεις. Στην ερώτησή μας αν μπορεί να μας δώσει αυτούς τους τίτλους, ο ηγούμενος επικαλέστηκε έλλειψη νομιμότητας. Ωστόσο μας πληροφόρησε ότι θα κινηθούν δικαστικά προς τα πρόσωπα που, όπως ανέφερε, «λένε όλα αυτά τα ψεύδη για τη μονή».

Ετικέτες

Documento Newsletter