Τους βασικούς πυλώνες των αλλαγών που προβλέπονται στο τριετές πλάνο του υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων για την εκπαίδευση, παρουσίασε νωρίτερα, η ηγεσία του υπουργείου.
«Οι προτάσεις μας δεν είναι προτάσεις διαχείρισης της κρίσης, αλλά προσπάθεια να διαμορφώσουμε τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ που μας επιτρέπουν οι σαφείς ενδείξεις μιας έστω δειλής αναπτυξιακής πορείας, αφήνοντας πίσω το σχολείο της κρίσης», δήλωσε σε συνέντευξη τύπου ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κώστας Γαβρόγλου.
Ο κ. Γαβρόγλου επανέλαβε τις αλλαγές που έχουν ήδη δρομολογηθεί σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, ήδη από την προηγούμενη ηγεσία. «Πρέπει να αναγνωρίσουμε τα σημαντικά πράγματα που έγιναν. Τα εδραιώνουμε, τα βελτιώνουμε και παίρνουμε και νέες πρωτοβουλίες και ρυθμίσεις», είπε χαρακτηριστικά, δίνοντας τον τόνο για την κατεύθυνση με βάση την οποία θα κινηθούν οι αλλαγές στην εκπαίδευση. «Αναμφισβήτητα υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν. Αυτά που θα κάνουμε πρώτα, είναι εκείνα που θα εδραιώσουν τα προηγούμενα βήματα», πρόσθεσε.
Το βασικό σημείο, αποτελεί η αναμόρφωση του λυκείου, με την κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων, όπως τις ξέρουμε και τη θέσπιση Εθνικού Απολυτηρίου. Φυσικά, αυτό προϋποθέτει, παράλληλα, τη μεταρρύθμιση του ωρολογίου προγράμματος του λυκείου. «Πρέπει να το μελετήσουμε πολύ σοβαρά και να εστιάσουμε εκεί τις ριζοσπαστικότερες των μεταρρυθμίσεων μας», τόνισε ο κ. Γαβρόγλου. Έτσι, μέχρι το Μάρτιο, στο υπουργείο προγραμματίζουν την ολοκλήρωση των σχετικών συζητήσεων, ώστε οι μαθητές που θα μπουν στην 1η λυκείου τον ερχόμενο Σεπτέμβρη, να ξέρουν με τι σύστημα θα δώσουν πανελλαδικές. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει απαραίτητα και την εφαρμογή της κατάργησης των πανελλαδικών σε τρία χρόνια. «Δεν βιαζόμαστε. Θα πρέπει να βρεθούν τρόποι και διαδικασίες που θα εξασφαλίσουν το αδιάβλητο των εξετάσεων», υπογράμμισε ο υπουργός, ο οποίος δεν παρέλειψε να απευθύνει πρόσκληση συναίνεσης στις δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις. «Δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει κάτι σοβαρό στην εκπαίδευση αν δεν υπάρχει συναίνεση. Συναίνεση δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε όλοι. Σημαίνει ότι δημιουργείται ένα πλαίσιο, μέσα στο οποίο μπορεί να συνυπάρχει ο καθένας με τους υπόλοιπους. Είναι θέμα πολιτικής κουλτούρας», είπε.