Νέο ενεργειακό μοντέλο: Η κυβέρνηση τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια των καταναλωτών

Με τη μεγάλη ανακατωσούρα και αισχροκέρδεια στην αγορά ενέργειας σε πλήρη εξέλιξη, τώρα που με την είσοδο του Αυγούστου ξεκαθάρισαν οι βασικές γραμμές του ενεργειακού μοντέλου της κυβέρνησης μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως κάτω από τον επικοινωνιακό κουρνιαχτό περί κατάργησης της ρήτρας αναπροσαρμογής και ανακούφισης των καταναλωτών το νέο σύστημα αν κάτι κάνει, είναι το ανάποδο: διασώζει τις εταιρείες από τις αντιδράσεις των καταναλωτών και από το ενδεχόμενο κατάπτωσης της ρήτρας αναπροσαρμογής στα δικαστήρια.

Τι ίσχυε τον Μάιο

Για του λόγου το αληθές ας θυμηθούμε ποια ήταν η κατάσταση τον Μάιο, όταν η κυβέρνηση ανακοίνωνε ότι θα φέρει νέο ενεργειακό μοντέλο:

•Η τιμή της χονδρεμπορικής αγοράς ενέργειας ήταν στα 225 ευρώ ανά μεγαβατώρα και τα νοικοκυριά πλήρωναν το ρεύμα 28-30 λεπτά ανά κιλοβατώρα.

•Ο κόσμος ήταν ξεσηκωμένος ενάντια στις κάθε λογής καταχρηστικές πρακτικές και παραπλανητικές διαφημίσεις των εταιρειών προμήθειας και είχαμε έκρηξη καταγγελιών παντού, από τις ενώσεις καταναλωτών ως τον Συνήγορο του Καταναλωτή, τα ΜΜΕ, τη ΡΑΕ.

•Είχαμε την πρώτη δικαστική απόφαση σύμφωνα με την οποία οι εταιρείες δεν είχαν δικαίωμα να κόψουν το ρεύμα αν ο καταναλωτής πλήρωνε τη νόμιμη χρέωση αλλά όχι τη ρήτρα αναπροσαρμογής μέχρι να κριθεί το νόμιμο ή όχι της επιβολής της στο δικαστήριο.

•Είχαμε τις δύο πρώτες μεγάλες συλλογικές αγωγές των καταναλωτικών οργανώσεων ΕΚΠΟΙΖΩ και ΙΝΚΑ, με δικάσιμους τον Ιούνιο. Με τις συλλογικές αυτές αγωγές οι ενώσεις καταναλωτών ζητούσαν να κηρυχτεί καταχρηστική η ρήτρα αναπροσαρμογής με βάση την ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία περί προστασίας των καταναλωτών. Η υπόθεση φαινόταν ότι μπορούσε να κερδηθεί, αφού υποστηριζόταν από ένα ευρύ κοινωνικό και θεσμικό μέτωπο, που περιλάμβανε πλην των καταναλωτικών οργανώσεων τους προέδρους των δικηγορικών συλλόγων όλης της χώρας, ενώσεις αναπήρων, τη ΓΕΝΟΠ κ.ά.

•Είχαμε την επίμονη αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ με αναφορές στα υπερκέρδη των παραγωγών ενέργειας και το αίτημα για φορολόγηση των λεγόμενων «ουρανοκατέβατων κερδών», που οδήγησε στη δημιουργία ενός συμπαγούς αντιπολιτευτικού μετώπου ενάντια στην κυβέρνηση με αιχμή το ενεργειακό.

Τι ισχύει τώρα

Για να διακρίνουμε λοιπόν κάτω από τον επικοινωνιακό κουρνιαχτό τι ακριβώς νομοθέτησε η κυβέρνηση, ας δούμε πού είμαστε σήμερα, δυόμισι μήνες μετά:

•Η τιμή της ελληνικής χονδρεμπορικής αγοράς εδώ και 15 μέρες κινείται σταθερά πάνω από τα 400 ευρώ η μεγαβατώρα. Η τιμή χονδρεμπορικής ενδιαφέρει γιατί στην τιμή αυτή αγοράζουν οι προμηθευτές, δηλαδή οι εταιρείες λιανικής, το ρεύμα από το Χρηματιστήριο Ενέργειας και το πουλάνε στη συνέχεια στους καταναλωτές. Για τον λόγο αυτό οι τιμές που έδωσαν οι εταιρείες για τον Αύγουστο ξεκινούν από 47 λεπτά την κιλοβατώρα και φτάνουν ως το 1 ευρώ, είναι δηλαδή υψηλότερες κατά 55% ως 200% των προηγούμενων τιμών.

•Οι νέες τιμές που θα ισχύσουν τον Αύγουστο είναι τόσο ψηλές γιατί ενσωματώνουν τις νέες αυξημένες τιμής χονδρικής (που η κυβέρνηση λέει ότι δεν πρέπει να μας ενδιαφέρουν, αλλά ας το σκεφτούμε: με 420 ευρώ τη μεγαβατώρα χονδρική, έχεις αμέσως κατώφλι ελάχιστη τιμή 42 λεπτά στη λιανική), συν το κέρδος που επιδιώκουν να βγάλουν οι πάροχοι, συν το λεγόμενο ασφάλιστρο κινδύνου, δηλαδή ένα επιπλέον ποσό που προϋπολογίζουν να εισπράξουν οι εταιρείες ώστε να καλυφθούν έναντι του κινδύνου οι τιμές να πάνε ακόμη πιο ψηλά μέσα στον Αύγουστο.

Να το εξηγήσουμε κι αλλιώς: στην πραγματικότητα οι εταιρείες θα μας χρεώσουν πολύ μεγάλες τιμές για τον Αύγουστο επειδή αυτές οι νέες τιμές περιλαμβάνουν, πρώτον, την παλιά ονομαστική τιμή («σας παίρνουμε για να σας μειώσουμε τόσο τον λογαριασμό της ΔΕΗ»), δεύτερον, τη διαβόητη ρήτρα αναπροσαρμογής, η εφαρμογή της οποίας έχει ανασταλεί για ένα χρόνο και, τρίτον, το ασφάλιστρο κινδύνου των παρόχων.

Μα αφού η χρέωση από τη ρήτρα αναπροσαρμογής παραμένει και η τιμή αυξάνεται, τι νόημα έχει η αναστολή της, θα ρωτήσει ο καταναλωτής…

Εχει νόημα στον βαθμό που οι συλλογικές αγωγές οι οποίες κατατέθηκαν από τις καταναλωτικές οργανώσεις έχουν εστιάσει ακριβώς στην καταχρηστικότητα της συγκεκριμένης ρήτρας. Με την αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής οι αποφάσεις του Πρωτοδικείου Αθηνών, που αναμένονται τον Σεπτέμβριο, ακόμη κι αν είναι υπέρ των καταναλωτών, δεν θα μπορούν κατ’ ουσίαν να εκτελεστούν επειδή η κυβέρνηση πρόλαβε και άλλαξε τον νόμο.

Απέναντι σε αυτό οι ενώσεις των καταναλωτών δεν θα κάτσουν με σταυρωμένα τα χέρια, όπως επιβεβαίωσε ο Μάριος Μαρινάκος, ένας εκ των δικηγόρων του ΙΝΚΑ, με τον οποίο επικοινώνησε το Documento: «Μπορεί η ρήτρα αναπροσαρμογής να μην υπάρχει τώρα διακριτά, όμως επί της ουσίας ενσωματώθηκε στις νέες τιμές και με το νέο σύστημα τιμολόγησης δεν άλλαξε πραγματικά κάτι σε ό,τι αφορά τον καταναλωτή. Ο δικαστικός μας αγώνας συνεχίζεται κανονικά και κατά πάσα πιθανότητα θα επεκταθεί. Θα ασκήσουμε αιτήσεις ακύρωσης και πρόσθετες προσφυγές κατά των υπουργικών αποφάσεων που θεσπίζουν το νέο μοντέλο, όμως όλα αυτά θα καταλήξουν τον Σεπτέμβριο όταν θα είμαστε όλοι πίσω».

Νόμιμη… παγίδα

Σε απλή γλώσσα, όλα αυτά σημαίνουν ότι η κυβέρνηση τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια των καταναλωτών. Το λες και έμμεση παρέμβαση στη Δικαιοσύνη, έστω νόμιμη; Ενδεχομένως. Η ουσία είναι ότι με την αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου οι καταναλωτικές ενώσεις θα πρέπει τον Σεπτέμβριο να αρχίσουν ξανά από την αρχή τον δικαστικό αγώνα με νέα ένδικα μέσα για να προστατέψουν τους καταναλωτές από τις αυξήσεις στο ρεύμα. Και το χειρότερο: αυτό το πισωγύρισμα πουλήθηκε στον κόσμο ως αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου τάχα προς όφελος των καταναλωτών.

Το Φαρ Ουέστ με τις εταιρείες που συνεχίζουν να κοροϊδεύουν τον κόσμο συνεχίζεται, όπως έδειξε και η ανακοίνωση-προειδοποίηση της ΡΑΕ με ημερομηνία 1η Αυγούστου.

Το καινούργιο «κόλπο» στο οποίο προσέφυγαν οι εταιρείες στο πλαίσιο του νέου μοντέλου για να προσελκύσουν πελάτες ήταν να διαφημίσουν τις κρατικές επιδοτήσεις –που χρηματοδοτούνται από τα λεφτά των φορολογουμένων– ως τάχα δική τους έκπτωση ή εμπορικό προνόμιο. Η ΡΑΕ έδωσε τρεις μέρες στις εταιρείες να κόψουν αυτά τα κόλπα, διαφορετικά απείλησε με κυρώσεις και δέχτηκε κριτική –ίσως όχι άδικα–, όμως έμεινε στα λόγια.

Και, βέβαια, πόσα θα είναι τα δημόσια έσοδα από τον φόρο 90% επί των υπερκερδών των παραγωγών, κάτι για το οποίο τάχα δεσμεύτηκε ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης, όταν επιβληθεί; Μόλις 270 εκατ. ευρώ, γιατί 300 εκατ. ευρώ έβγαλε τελικά τα υπερκέρδη των παραγωγών στο διάστημα Οκτωβρίου – Μαρτίου με το κατάλληλο «μαγείρεμα» η κυβέρνηση, έναντι 1,4 δισ. ευρώ που τα είχε βγάλει ο ΣΥΡΙΖΑ και 927 εκατ. ευρώ που τα είχε βγάλει η ΡΑΕ.

 

Ετικέτες