Για μια ακόμη φορά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια ένα πολύ σημαντικό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας βρίσκεται αντιμέτωπο με την απειλή της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάφερε μέσα σε σχεδόν τέσσερα χρόνια να αυξήσει τις ανισότητες σε τέτοιο βαθμό που να κάνει πραγματικότητα τη ρήση “οι πλούσιοι πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι”.
Το αφήγημα του Κυριάκου Μητσοτάκη και της “εκλεκτής” παρέας του περί ανάπτυξης και στήριξης του συνόλου των πολιτών κατέρρευσε με βρόντο μετά την ανακοίνωση της έρευνας. Όταν η ψαλίδα είναι σημαντικά μεγαλύτερη στις παραγωγικές ηλικίες κάτω των 65 ετών, με το πλουσιότερο 20% να έχει 6,4 φορές μεγαλύτερο μερίδιο εισοδήματος από το 20% των φτωχότερων, από 5,7 το 2020 γίνεται κατανοητό ότι όσο παραμένουν στην κυβέρνηση τόσο αυτή θα ανοίγει.
Μπορεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη μέσω των καλοπληρωμένων από αυτήν ΜΜΕ να θέλει να κρύψει την πραγματικότητα της φτώχειας πίσω από τη βιτρίνα της αύξησης του τουρισμού και της φαινομενικής χλιδής που αυτός επιφέρει σε συγκεκριμένες βέβαια περιοχές, η κατάσταση όμως γίνεται καθημερινά χειρότερη με τις επιλογές της.53
Το 19,6% του πληθυσμού παραγωγικής ηλικίας, δηλαδή όσοι βρίσκονται μεταξύ 18 και 64 ετών, ζει σε νοικοκυριά με άνεργα και υποαπασχολούμενα μέλη, ενώ ο κίνδυνος της φτώχειας αυξάνεται κατακόρυφα για τα παιδιά από 17 ετών και κάτω αγγίζοντας το 32% του ανήλικου πληθυσμού της χώρας.
Ταυτόχρονα με σταθερό ρυθμό συνεχίζουν να μειώνονται το εισόδημα και η κατανάλωση των νοικοκυριών, στοιχεία που επιβεβαιώνονται και από τη Eurostat.
Η ελληνική οικονομία πεθαίνει, ο χειμώνας πλησιάζει και οι κάτοικοι της, νεκροζώντανοι πλέον, θα προσπαθούν να επιβιώσουν σε καταστάσεις απείρως χειρότερες από αυτές των αρχών της δεκαετίας του 2010.
Μόνο φτώχεια και απελπισία μπορεί να προσφέρει στη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού η κυβέρνηση Μητσοτάκη και πρέπει να φύγει τώρα.