Η υπόθεση της Ιωάννας Κολοβού και της εξέγερσης που προκάλεσε η προσπάθεια κατάληψης της οικίας της φέρνουν στο προσκήνιο το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους. Πρόκειται για βόμβα άνω των 400 δισ. ευρώ στα θεμέλια της κοινωνίας, της οποίας η ισχύς φτάνει για να καταστρέψει τα πάντα. Ιδιωτικό χρέος δεν είναι μόνο τα «κόκκινα» δάνεια ούτε βέβαια μόνο τα 90 δισ. ευρώ που έχουν περάσει με αδιαφανείς μεθόδους της κυβέρνησης Μητσοτάκη («Ηρακλής 1 & 2») σε «σκοτεινά» funds που ενεργοποιούν κατά ριπάς ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς για χρέη μικροοφειλετών ενώ παράλληλα με προκλητικά «ψαλιδίσματα» χαρίζουν εκατομμύρια σε μεγάλους οφειλέτες.
Αυτή την περίοδο στην πλατφόρμα των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών υπάρχουν αναρτημένοι συνολικά 156.432 ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, ενώ σύμφωνα με τις στοχεύσεις η αξία των ακινήτων που θα εκπλειστηριάσουν μέχρι το τέλος του 2023 αναμένεται να ξεπεράσει τα 18 δισ. ευρώ. Αυτό που προκαλεί οργή είναι ότι σε αυτά εντάσσονται και ακίνητα που συνιστούν την πρώτη κατοικία ευάλωτων δανειοληπτών. Τι συνιστά όμως ιδιωτικό χρέος; Το ιδιωτικό χρέος μιας χώρας είναι το άθροισμα όλων των χρεών που διατηρούν οι οικονομικές οντότητες και τα νοικοκυριά.
Κάτω από αυτά τα δεδομένα το ιδιωτικό χρέος στην Ελλάδα αναλύεται:
-Σε τράπεζες: Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (Ιούνιος του 2022), τα υπόλοιπα όλων των δανείων στο χαρτοφυλάκιο των τραπεζών (στεγαστικά, καταναλωτικά, επιχειρηματικά), είτε πληρώνονται είτε βρίσκονται σε καθυστέρηση, ανέρχονται σε 147,4 δισ. ευρώ. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι άλλα 90 δισ. ευρώ βρίσκονται στα χέρια των «σκοτεινών» funds μέσω των προγραμμάτων «Ηρακλής 1 & 2».
• Στον ΕΦΚΑ: Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές στο τέλος Ιουνίου του 2022 διαμορφώθηκε στα 43,4 δισ. ευρώ.
• Στην ΑΑΔΕ: Το συνολικό ληξιπρόθεσμο χρέος της ιδιωτικής οικονομίας διαμορφώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022 στα 113,027 δισ. ευρώ.
• Σε αδιευκρίνιστο χρέος μεταξύ ιδιωτών – αφού δεν είναι εφικτό να τηρηθούν στατιστικά.
Το πρόβλημα με τα επιτόκια στα δάνεια
Ηδη από τον Ιούλιο βιώνουμε εκρηκτική αύξηση επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Αυτό σημαίνει αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων εντός οικονομικού περιβάλλοντος που κυριαρχείται από την εκρηκτική αύξηση του κόστους ζωής, με τον πληθωρισμό να τρέχει το 2022 στη ζώνη του 10%! Αν αναλογιστούμε ότι, σύμφωνα πάντα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τα στεγαστικά δάνεια ανέρχονται σε 31 δισ. ευρώ, εκ των οποίων μόλις τα 3,1 δισ. ευρώ βρίσκονται σε καθυστέρηση, και ότι το 40% περίπου αυτού του δανεισμού αφορά στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, εύκολα καταλαβαίνουμε ότι οι συνθήκες για τα νοικοκυριά που πληρώνουν δάνειο είναι ασφυκτικές. Τα ίδια συμβαίνουν και στα επιχειρηματικά δάνεια, που ανέρχονται σε περίπου 108 δισ. ευρώ (εκ των οποίων το 9,4% βρίσκεται σε καθυστέρηση). Για να αντέξουν οι επιχειρήσεις δεν έχουν άλλη λύση από το να αυξήσουν τις τιμές σε προϊόντα και υπηρεσίες. Ετσι όμως τροφοδοτείται ο πληθωρισμός. Τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αδυνατούν να επιβιώσουν υπό την ασφυκτική πίεση της ακρίβειας και αυξάνουν τις οφειλές τους. Προς το παρόν αυτό αποτυπώνεται στις οφειλές προς το κράτος, αφού αυξάνονται ραγδαία οι οφειλέτες και τα ποσά προς ΑΑΔΕ και ΕΦΚΑ.
Κατακλυσμιαίες επιπτώσεις
Ο συνδυασμός της κρίσης του κόστους ζωής και της αύξησης των επιτοκίων κάνει τα πράγματα εκρηκτικά. Εδώ έρχεται η ΕΚΤ, με τη συνεπικουρία των διοικήσεων των τραπεζών αλλά και την Τράπεζας της Ελλάδος, να ανάψει το φιτίλι του ιδιωτικού χρέους, κάτι που μένει εκτός των θεμάτων που προβάλλονται. Για παράδειγμα, η πρόσφατη δήλωση της επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ «τον Δεκέμβριο θα καθορίσουμε τις βασικές αρχές για τη μείωση του χαρτοφυλακίου ομολόγων» φέρνει κατακλυσμιαίες επιπτώσεις σε υπερχρεωμένες οικονομίες όπως η ελληνική. Στην πράξη η ΕΚΤ ετοιμάζεται να άρει την προστασία στα κράτη της ευρωζώνης με αγορές ομολόγων τους, με αποτέλεσμα αυτά να διαμορφώνονται ελεύθερα από τους γύπες των αγορών, οπότε νοικοκυριά και επιχειρήσεις εκτίθενται στον νέο κύκλο ακρίβειας που φέρνει η αύξηση του κόστους δανεισμού αλλά και του κόστους χρήματος.
Ηδη οι προβλέψεις των τραπεζών υπολογίζουν διπλασιασμό των σταθερών επιτοκίων στεγαστικών δανείων εντός του 2023. Ετσι, τα σημερινά σταθερά επιτόκια στα στεγαστικά, που είναι γύρω στο 3,5%, αναμένεται να κυμανθούν στο 6-6,5% ή υψηλότερα το 2023, με επιπτώσεις σε ολόκληρο το φάσμα του τραπεζικού δανεισμού.
Σε μια οικονομία όπως η ελληνική (κατά βάση εισαγωγική και με τόσο μεγάλη έκθεση ιδιωτικού χρέους επιχειρήσεων και νοικοκυριών) αυτή η εξέλιξη από μόνη της φέρνει υπέρμετρες αυξήσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες. Ας μην ξεχνάμε ότι η ανισορροπία στις εφοδιαστικές αλυσίδες και η εισβολή της Ρωσίας έφεραν μια πληθωριστική πίεση, την οποία επαύξησε σε ποσοστό τουλάχιστον 68% η επιμονή της κυβέρνησης Μητσοτάκη να καρτελοποιήσει την αγορά ηλεκτρικού ρεύματος και να μη μειώσει έστω προσωρινά κατά 60% τη φορολόγηση των υγρών καυσίμων.
Μια νέα κρίση χρέους θεωρείται πλέον δεδομένη. Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι η έντασή της. Ωστόσο δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που θεωρούν ότι η κρίση του 2010 θα ωχριά μπροστά στην επερχόμενη λαίλαπα!