Νέα καταγγελία κOLAFος για απάτη από τον Μανώλη Κεφαλογιάννη

Νέα καταγγελία κOLAFος για απάτη από τον Μανώλη Κεφαλογιάννη

Φορτικές πιέσεις και εκβιασμό μέχρι τρομοκράτησης σε βάρος της, υπαλλήλους που πληρώνονταν από τις Βρυξέλλες για να τον επικουρούν στην Ελλάδα, κέρδη ακόμη και από τις δαπάνες που του δικαιολογούσε το Ευρωκοινοβούλιο καταγγέλλει ενώπιον Ελληνα εισαγγελέα και της OLAF, της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης, πρώην συνεργάτιδα του Μανώλη Κεφαλογιάννη. 

Πρόκειται για την ίδια υπάλληλο με την οποία συνεργαζόταν στο Ευρωκοινοβούλιο, η παλαιότερη –πρώτη– κατάθεση της οποίας ότι ο ευρωβουλευτής της ΝΔ παρακρατούσε το 60% του μισθού της είχε σταθεί η αφορμή για να υποβληθεί από τη Δικαιοσύνη αίτημα για άρση της ασυλίας του Μαν. Κεφαλογιάννη. Μπορεί η ασυλία να μην ήρθη, η πρώην συνεργάτιδα όμως σε δεύτερη πολυσέλιδη κατάθεση, την οποία έδωσε καθώς ο Μαν. Κεφαλογιάννης υπέβαλε μήνυση εναντίον της, προχωράει σε νέες, ακόμη πιο σοκαριστικές καταγγελίες.

Από την πλευρά του ο ευρωβουλευτής της ΝΔ αρνείται τα πάντα, όπως έκανε και όταν κλήθηκε σε εξηγήσεις από την Επιτροπή Νομικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Εκεί, αντί να τοποθετηθεί με επιχειρήματα απέναντι στις καταγγελίες που εξετάζονταν, αυτός αντιπαρατέθηκε… με την κυβέρνηση, με ανώτατους εισαγγελείς, με το Documento (εννοείται!) που αποκάλυψε την υπόθεση, αλλά και συλλήβδην με τους συντάκτες της εφημερίδας στους οποίους επιφύλασσε το καλύτερο: τους… μοίρασε και από μια θεσούλα καθώς, όπως είπε, δουλεύουν όλοι στα υπουργεία της κυβέρνησης!

Η έρευνα που διενεργούνταν σε βάρος του Μανώλη Κεφαλογιάννη για την υπόθεση παρακράτησης μισθού πρώην συνεργάτιδάς του δεν προχώρησε μετά την απόφαση της Ευρωβουλής να απορρίψει το αίτημα της ελληνικής Δικαιοσύνης για άρση της ασυλίας του, το θέμα όμως δεν έχει κλείσει ακόμη. Η OLAF, η ευρωπαϊκή υπηρεσία που διερευνά περιπτώσεις απάτης σε βάρος του προϋπολογισμού της ΕΕ, διαφθοράς και σοβαρών παραπτωμάτων στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, δεν έχει ολοκληρώσει ακόμη τη σχετική έρευνα, ενώ στη χώρα μας εισαγγελέας Πρωτοδικών αξιολογεί το περιεχόμενο της δεύτερης πολυσέλιδης κατάθεσης της πρώην συνεργάτιδας του ευρωβουλευτή.

Αυτήν τη φορά η Ι.Ζ. δεν εξετάστηκε ως μάρτυρας αλλά ως ύποπτη τέλεσης αδικημάτων έπειτα από μήνυση που υπέβαλε εναντίον της ο ευρωβουλευτής, ο οποίος ισχυρίζεται ότι όσα του καταμαρτυρεί είναι ψευδή και συνδέει τη συμπεριφορά της με την πρόθεσή του να την απολύσει. Την κατηγορεί για συμπαιγνία με άλλον πρώην συνεργάτη του και επίσης μηνυθέντα από τον ίδιο.

Πρόκειται για τον Ηλία Φιλιππακόπουλο, με τον οποίο η Ι.Ζ. είχε ανταλλάξει σειρά emails (τα είχε αποκαλύψει το Documento) που έκαναν λόγο για παρακρατηθέντα χρήματα από τον ευρωβουλευτή, τα οποία έχουν προσκομιστεί στον εισαγγελέα. Η Ι.Ζ. κλήθηκε σε ανωμοτί εξηγήσεις για ψευδορκία και συκοφαντική δυσφήμιση (ο Μαν. Κεφαλογιάννης την κατηγορεί και για εκβίαση) και στην κατάθεσή της επιβεβαίωσε όσα είχε πει ήδη στον οικονομικό εισαγγελέα ενώ προχώρησε και πολλά βήματα παραπέρα.

Έδωσε και ντοκουμέντο στην κατάθεσή της

Τα ίδια έχει υποστηρίξει και στην κατάθεσή της στην OLAF, στην οποία –κατά πληροφορίες– έχει παραδοθεί και ντοκουμέντο που επιβεβαιώνει τις καταγγελίες της για τα χρήματα αλλά και την πίεση που της ασκήθηκε –όπως λέει– για να μην τις επιβεβαιώσει στον εισαγγελέα όταν την κάλεσε να καταθέσει μετά τις αποκαλύψεις του Documento. «Φοβόμουν να τον καταγγείλω και χρειαζόμουν τη δουλειά μου» δικαιολογεί τη στάση της να μη μιλήσει νωρίτερα.

Οι έγγραφες εξηγήσεις προς τον εισαγγελέα δόθηκαν διά της ελληνικής πρεσβείας στις Βρυξέλλες. Σύμφωνα με πληροφορίες, αναλύει τη «μεθόδευση» –όπως υποστηρίζει– από πλευράς Κεφαλογιάννη προκειμένου άλλο ποσό να φαίνεται ότι παίρνει ως μισθό και άλλο –πολύ μικρότερο– να εισπράττει.

«Για τον λόγο αυτό αναβάθμισε το συμβόλαιό μου από τη βαθμίδα 6 (€2.675) στη βαθμίδα 19 (€6.912), διαφορά €4.237, μέσα σε τρεις εβδομάδες. Τον Οκτώβριο του 2014 παρακράτησε €13.900 από τον μισθό μου, καθώς τότε εμβάσθηκε στον λογαριασμό μου η αναδρομική πληρωμή για την περίοδο από τότε που ξεκίνησε η αναβάθμιση του συμβολαίου μου.

Σε συνομιλία μας τον Απρίλιο του 2015, ο κ. Φιλιππακόπουλος με ρώτησε γιατί ο βουλευτής “κλαίγεται συνέχεια για τα λεφτά” και αν ακόμη παίρνει μέρος του μισθού μου. Επιβεβαίωσα ότι ακόμη έπαιρνε σημαντικό μέρος του μισθού μου. Περαιτέρω, δεν έχω επικοινωνία με τον κ. Φιλιππακόπουλο, καθώς απολύθηκε».

«Πώς ακριβώς μου παρακρατούσε χρήματα ένας άνθρωπος τον οποίο δεν έβλεπα, δεν είχα καμία επαγγελματική ή άλλη επαφή και δεν μπορούσε με οποιονδήποτε τρόπο να με επηρεάσει;» απαντά στους ισχυρισμούς του ευρωβουλευτή ότι τα χρήματα τα παρακρατούσε ο πάλαι ποτέ επιστήθιος συνεργάτης του Ηλ. Φιλιππακόπουλος (τον έχει και αυτός καταγγείλει) και όχι ο ίδιος.

«Ο μόνος λόγος –συνεχίζει– που δεν με απέλυσε μετά τα δημοσιεύματα ήταν για να μπορεί να με χειραγωγεί, να με εκφοβίζει και να με καθοδηγεί ώστε να καταθέσω ψευδώς στον εισαγγελέα, γιατί ήθελε να παρακρατεί τον μισθό μου και γιατί ξέρει ότι είναι δύσκολο να απολυθεί υπάλληλος ο οποίος κάνει τη δουλειά του δεδομένων των διαδικασιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».

«Σταμάτησα να του δίνω τα χρήματα όταν η τακτική του αποκαλύφθηκε στον Τύπο» λέει και σημειώνει ότι «πριν από την κατάθεσή μου στην OLAF και στην συμβουλευτική επιτροπή για την εξέταση καταγγελιών για παρενόχληση, στενός φίλος του μου τηλεφώνησε δυο φορές στις 16 Οκτωβρίου 2017. Δεν απάντησα και στη συνέχεια μου έστειλε μήνυμα ζητώντας μου να επικοινωνήσω μαζί του».

«Αν τον κάλυπτα θα μου έβρισκε γαμπρό»

Ανήκουστα –εάν βέβαια αποδειχθούν αληθή– είναι και όσα ισχυρίζεται η καταγγέλλουσα για τον ψυχολογικό πόλεμο που υποστηρίζει ότι υπέστη από τον ευρωβουλευτή για να πει ψέματα στον εισαγγελέα ο οποίος διενεργούσε την έρευνα. Υποστηρίζει ότι ήταν επιθετικός και υβριστικός σε βάρος της, σε σημείο που την τρομοκράτησε τόσο ώστε να αναγκαστεί να ζητήσει ιατρική βοήθεια και να λάβει αναρρωτική άδεια.

Οταν μάλιστα –λέει– ο Μαν. Κεφαλογιάννης κατάλαβε από δημοσίευμα του Documento ότι δεν του έκανε τη χάρη να καταθέσει όσα επιθυμούσε, αναφέρθηκε σε αυτή με προσβλητικούς όρους και «την αποκάλεσε “μαλακισμένη” σε συνάδελφό της». Στον οποίο, όπως υποστηρίξει στις έγγραφες εξηγήσεις της: «Του είπε ότι αν τον είχα καλύψει, θα μου έβρισκε γαμπρό (πρίγκιπα συγκεκριμένα), θα μου αγόραζε σπίτι στο Λονδίνο και αυτοκίνητο. Του είπε επίσης πως θα με κατηγορούσε ότι εγώ τα είχα σχεδιάσει όλα και ότι είμαι μέλος συμμορίας. Επιπλέον, σε άλλη περίσταση υπογράμμισε σε συναδέλφους ότι θέλει να είμαι απομονωμένη και να μην έχω κανένα αποκούμπι. Σας επισυνάπτω συνομιλίες που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω…».

Προς επίρρωσιν των ισχυρισμών της έχει μεταξύ άλλων προσκομίσει και στοιχεία από ανταλλαγή μηνυμάτων σε κινητά τηλέφωνα, ακόμη και μετά τα μεσάνυχτα. Ισχυρίζεται ότι ο ευρωβουλευτής τής είχε ζητήσει να αγοράσει και δεύτερο κινητό προκειμένου να μιλάνε για το συγκεκριμένο θέμα. Οπως –κατά πληροφορίες– έχει καταθέσει (και ενώπιον της OLAF): «Με συνόδευσε για να υπογράψω δήλωση την οποία μου είχε υπαγορεύσει. Είχε απαιτήσει να αντιγράψω την δήλωση σε επίσημο έγγραφο με το λογότυπο του προξενείου […] όταν βγήκα από το προξενείο μου πήρε από το χέρι την υπογεγραμμένη δήλωση που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, ωστόσο την υπέγραψα λόγω της ψυχολογικής πίεσης που μου άσκησε».

Όταν επικοινώνησε μαζί της ο οικονομικός εισαγγελέας που διενεργούσε τότε έρευνα:

* «Φοβήθηκα, άρχισα να κλαίω. Ηταν δίπλα μου και άρχισε να με διατάζει να χαμογελάω και να μην είμαι λυπημένη γιατί θα καταλάβαιναν οι συνάδελφοι ότι κάτι συμβαίνει. Αρχισε αμέσως να με κατευθύνει αναφορικά με την κατάθεσή μου».

Και ακόμη:

* «Με ανάγκαζε να τον ακολουθώ σε ένα μικρό σαλονάκι (κι άλλη φορά ακόμη και στο σπίτι του) κοντά στο γραφείο μας για να μου υπαγορεύει τι θα έλεγα στην κατάθεσή μου. Μου δήλωσε πως αν έλεγα στον εισαγγελέα αυτά που θα μου έλεγε, θα έκλεινε την υπόθεση και θα έβγαινα πιο δυνατή».

* «Κάθε φορά που προσπαθούσα να του εξηγήσω ότι μου έλεγε ουσιαστικά να ψευδομαρτυρήσω, γινόταν επιθετικός. Μου είχε τονίσει επανειλημμένως ότι αν δεν έλεγα αυτά που ήθελε θα μου έκανε μήνυση για ψευδομαρτυρία. Μου υπογράμμιζε ότι δεν είχε στοιχεία ο εισαγγελέας παρά μόνο ενδείξεις και ότι ήταν ο λόγος του ενάντια στον δικό μου και καθώς εκείνος είναι πολιτικός δε θα με πίστευε κανείς. Η αφόρητη πίεση που μου ασκούσε ήταν ο λόγος για τις αναρρωτικές μου άδειες».

* «Καθόταν δίπλα μου για να δει αν θα με έπαιρναν τηλέφωνο από την Εισαγγελία… Πριν την συνάντησή μου με τον εισαγγελέα με διέταξε να πάω νωρίτερα στην Αθήνα για να με προετοιμάσουν οι δικηγόροι του για την κατάθεση».

* «Είχε απαιτήσει να εκτυπώσω τις συζητήσεις μου με τον κ. Φιλιππακόπουλο (τον συνεργάτη με τον οποίο μιλούσαν για τα θέματα των μισθών και ο οποίος έχει επίσης απολυθεί και μηνυθεί από τον κ. Κεφαλογιάννη) για να τις μελετήσουν και να σκεφτούν πως θα τις δικαιολογούσα στον εισαγγελέα…».

* «Μάλιστα, ο κ. Κεφαλογιάννης μου υπενθύμισε ότι εκείνο τον μήνα δεν του είχα δώσει το απαιτηθέν ποσό και μου είπε ότι έπρεπε να πληρώσει τον δικηγόρο του της Κρήτης…».

Μια άλλα φορά, λέει η μάρτυρας, προτού καταθέσει στον εισαγγελέα ήταν έξω από το κτίριο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όταν «μου πήρε την τσάντα μου, φοβούμενος ότι πιθανόν να κατέγραφα την συνομιλία μας, και μου είπε να ανοίξω μια θυρίδα για να μου δώσει χρήματα και να με απολύσει ώστε μετά να έλεγε ότι δεν ήξερε τίποτα για τις συνομιλίες μου με τον κ. Φιλιππακόπουλο και ότι μόλις το έμαθε με απέλυσε».

Την Κυριακή 23 Απριλίου 2017 η εφημερίδα Documento δημοσίευσε άρθρο σχετικά με την υπόθεση. «Την επομένη ήρθε σπίτι μου και άρχισε να χτυπάει το θυροτηλέφωνό μου συνεχώς. Ηταν μια τρομακτική εμπειρία καθώς ένιωσα παραβίαση του ιδιωτικού μου χώρου. Μου προκάλεσε φόβο για τη σωματική μου ασφάλεια. Κάλεσα μία φίλη μου, της είπα τι είχε συμβεί και με φιλοξένησε καθώς φοβόμουν να επιστρέψω στο σπίτι μου. Μου τηλεφώνησε τρεις φορές και σε ένα δεύτερο κινητό που μου είχε δώσει οδηγίες να αγοράσω, για να μπορούσε να καλέσει τη δεύτερη γραμμή όταν ήθελε να συζητήσει την υπόθεση.

Μου έστειλε μήνυμα με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και μου έγραψε: “έχουμε διάφορα σοβαρά θέματα για το γραφείο (θα τα έχεις δει από τον Τύπο)”.

Απάντησα ευγενικά, γιατί φοβόμουν, για να του δώσω κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα θέματα εργασίας που ανέφερε στην ηλεκτρονική του διεύθυνση».

«Καταχρηστικό εργασιακό περιβάλλον»

Ιδιαίτερο και μείζον κεφάλαιο είναι το σκέλος των εξηγήσεων που αναφέρεται στο εργασιακό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται «καταχρηστικό». Σύμφωνα με την πρώην υπάλληλο ο ευρωβουλευτής προσλάμβανε κοντινά του πρόσωπα τα οποία, ενώ θα έπρεπε να εργάζονται στις Βρυξέλλες, τον επικουρούσαν στην Ελλάδα.

«Ο κ. Κεφαλογιάννης υπέγραφε συμβάσεις για κοντινά του πρόσωπα τα οποία, ενώ θα έπρεπε να είναι στις Βρυξέλλες και να τον επικουρούν, ήταν στην Αθήνα και ουδέποτε δούλεψαν για να επικουρήσουν τον βουλευτή στα καθήκοντά του ως βουλευτού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το ίδιο έκανε και με συμβάσεις τοπικών βοηθών, οι οποίοι θα έπρεπε να τον επικουρούν στη χώρα εκλογής του, στην Ελλάδα» αναφέρεται.

Βάσει όσων έχουν καταγγελθεί και στην OLAF, «ο ευρωβουλευτής διέθετε δεκαέξι υπαλλήλους που εργάζονταν ως διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί, ασκούμενοι, τοπικοί υπάλληλοι και υπό καθεστώς “entourage”». Σύμφωνα με τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που επικαλέστηκε η πρώην συνεργάτης του Μαν. Κεφαλογιάννη, οι ευρωβουλευτές «δεν μπορούν να προσλαμβάνουν στενούς συγγενείς ως βοηθούς», ενώ οι βοηθοί τους «οφείλουν να απέχουν από εξωτερικές δραστηριότητες που ενδέχεται να συνεπάγονται σύγκρουση συμφερόντων».

Στο πλαίσιο αυτό η πρώην συνεργάτιδα αναφέρθηκε στην κ. «Σ», η οποία «προσελήφθη από τον βουλευτή ως διαπιστευμένη κοινοβουλευτική βοηθός στις Βρυξέλλες, ωστόσο «ουδέποτε εργάστηκε στο γραφείο Βρυξελλών». H «Σ» μάλιστα εμφανίζεται να ζήτησε «με email της προς την αρμόδια υπηρεσία να αφαιρεθεί το όνομά της από την ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου», ενώ η ίδια κοινοβουλευτική βοηθός στο βιογραφικό της –σύμφωνα με την κατάθεση– δήλωνε υπάλληλος του Κεφαλογιάννη στην Ελλάδα «από το 2007 και παράλληλα διαπιστευμένη κοινοβουλευτική βοηθός του». Στις 12 Δεκεμβρίου 2014 ο κ. «Φ» «μου ζήτησε να πάω να παραλάβω το συμβόλαιό της για να αποφύγει η ίδια το ταξίδι στις Βρυξέλλες».

«Κατέθεταν τα χαρτιά τους και έφευγαν»

Μια άλλη υπάλληλος, η «Φ», προσελήφθη επίσης ως διαπιστευμένη κοινοβουλευτική βοηθός στις Βρυξέλλες με μισθό 4.208,48 ευρώ, όμως κατά την καταγγέλλουσα «ουδέποτε εργάστηκε στο γραφείο των Βρυξελλών». Στις 28 Νοεμβρίου 2015 η «Φ» έστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στην πρώην υπάλληλο, «στο οποίο αναρωτιόταν εάν μπορούσε να είναι “στην Ελλάδα ως βοηθός του Μανόλη και όχι 100% μόνιμη κατοικία στις Βρυξέλλες; Δεν θα με ψάχνουν κλπ”». Σε άλλο mail, στις 4 Ιανουαρίου 2016, η «Φ» ενημερώνει ότι θα «πρέπει να έρθω μια φορά ακόμη στις Βρυξέλλες», όπου θα έπρεπε να βρίσκεται μόνιμα αφού, σύμφωνα με την κατάθεση, είναι διαπιστευμένη κοινοβουλευτική βοηθός. Η πρώην συνεργάτιδα αναφέρθηκε και στους ασκούμενους που είχε προσλάβει ο Μαν. Κεφαλογιάννης. Μολονότι οι ασκούμενοι δύνανται να εργάζονται στη χώρα εκλογής του ευρωβουλευτού, η πρώην υπάλληλος αναφέρθηκε σε ασκούμενους που θα έπρεπε να βρίσκονται στις Βρυξέλλες, αφού «είχαν δηλώσει τις Βρυξέλλες ως τόπο εργασίας». Τόνισε ακόμη ότι «οι ασκούμενοι στις Βρυξέλλες πρέπει, βάσει του εσωτερικού κανονισμού του Ευρωκοινοβουλίου, να έχουν βέλγικο λογαριασμό τράπεζας. Συνήθως τους έλεγε να έρθουν για να ανοίξουν λογαριασμό ώστε να μπορέσουν να καταθέσουν τα χαρτιά τους για την άσκηση και μετά έφευγαν».

Η πρώην συνεργάτιδα του Μαν. Κεφαλογιάννη αναφέρθηκε επίσης σε εφτά ασκούμενους. Ενας εξ αυτών είχε «δηλωμένη διεύθυνση κατοικίας το σπίτι του ευρωβουλευτή», ενώ μια άλλη δήλωσε «τη διεύθυνση του δικού μου σπιτιού». Σχετικά με μια άλλη ασκούμενη, την «Α», ο κ. «Φ», που «διαχειριζόταν τις προσλήψεις σε συνεργασία πάντα με τον κ. Κεφαλογιάννη», φέρεται να ρώτησε την πρώην υπάλληλο «εάν μπορεί η κα. Α. να προσληφθεί ως ασκούμενη αλλά να καταθέσω εγώ τα χαρτιά για να μην έρθει η ίδια στις Βρυξέλλες».

Ενας άλλος ασκούμενος, ο κ. Μ., αφού άνοιξε τραπεζικό λογαριασμό στις Βρυξέλλες, «επέστρεψε στην Αθήνα και εξουσιοδότησε με σχετικό έγγραφο της 10ης Φεβρουαρίου 2017 την κ. Μ. να πάρει την κάρτα του από την τράπεζα». Ακόμη ένας ασκούμενος, γεννημένος το 1960, είχε «ηλικία που δεν δικαιολογεί την ιδιότητα του ασκούμενου», ενώ «ουδέποτε ήταν στις Βρυξέλλες».

«Ο ίδιος είπε ότι είναι στενοί μου φίλοι»

Αναφορικά με τέσσερις τοπικούς βοηθούς του Μαν. Κεφαλογιάννη, στην κατάθεση αναφέρεται ότι «ουδέποτε συνεργάστηκα μαζί τους για θέματα που άπτονται στα καθήκοντα του κ. Κεφαλογιάννη ως ευρωβουλευτού. Ο ίδιος μου είχε αναφέρει ότι είναι στενοί του φίλοι οι οποίοι διατηρούν τις δικές τους επιχειρήσεις». Ως εκ τούτου, «οι προαναφερόμενοι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί, ασκούμενοι και τοπικοί βοηθοί δεν επικουρούσαν στα καθήκοντά του τον βουλευτή, τουλάχιστον μέχρι και την έναρξη της εισαγγελικής έρευνας. Δεν μπορώ να γνωρίζω εάν μετέπειτα ξεκίνησαν να δουλεύουν εν αναμονή ελέγχων».

Στην κατάθεση γίνεται αναφορά και σε τρεις γυναίκες που προσελήφθησαν με καθεστώς entourage, δηλαδή «για την είσοδό τους στο Κοινοβούλιο χρησιμοποιούσαν κάρτα εισόδου, η οποία συνήθως δίνεται σε μέλη της οικογένειας των βουλευτών». Μια εξ αυτών «είναι αποσπασμένη από τον ΟΑΕΔ στη Νέα Δημοκρατία και διαμένει στις Βρυξέλλες για οικογενειακούς λόγους. Η κ. Κ. επίσης ήταν αποσπασμένη στη Νέα Δημοκρατία μέχρι πρότινος. Η κ. Μ. είναι αποσπασμένη στο γραφείο του βουλευτή στην Αθήνα και διαμένει στις Βρυξέλλες για οικογενειακούς λόγους…»

Στην κατάθεση γίνεται ακόμη αναφορά στην απόλυση της κ. Σ. από τον Κεφαλογιάννη: «Ξαφνικά ο βουλευτής την ενημέρωσε μέσω email ότι από τον μήνα Μάρτιο 2016 είναι απούσα (ενώ ήταν απούσα από τον Ιούλιο του 2014, οπότε και την προσέλαβε)». Επειτα ο ευρωβουλευτής φέρεται, σύμφωνα με την κατάθεση, να καταχωρούσε αδικαιολόγητες απουσίες για την κ. Σ. Αίφνης όμως «ο βουλευτής ανέφερε σε email του ότι μετά από τόσους μήνες “κοίταξε τα αρχεία του και είδε ότι τελικά δεν είχε αδικαιολόγητες απουσίες” η κ. Σ., αλλά θέλει να την απολύσει γιατί έχουν “διαφορετικές πολιτικές απόψεις”».

Χρήματα από τα γκρουπ επισκεπτών και το εστιατόριο της συζύγου

Η πρώην συνεργάτιδα του Μαν. Κεφαλογιάννη καταγγέλλει επίσης τον ευρωβουλευτή και για μια σειρά άλλα ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με τη διαχείριση των χρημάτων που λάμβανε από το Ευρωκοινοβούλιο. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει, για κάθε ευρωβουλευτή το Ευρωκοινοβούλιο προβλέπει επιδότηση κατ’ άτομο για έξοδα μετακίνησης και διαμονής –χωρίς την καταβολή μέχρι πρόσφατα σχετικών αποδείξεων– για μέχρι και 110 άτομα ετησίως. Ωστόσο, όπως υποστηρίζει η ίδια, «ο κ. Κεφαλογιάννης δήλωνε εικονικά πως συγκεκριμένα άτομα θα ταξίδευαν από την Αθήνα για να επισκεφθούν το Κοινοβούλιο και για την σχετική καταμέτρηση που πραγματοποιούσε η αρμόδια υπηρεσία», καθώς και ότι «χρησιμοποιούσε άτομα που διέμεναν στις Βρυξέλλες προκειμένου να καρπωθεί ο ίδιος τις επιδοτήσεις. Επίσης, καλούσε άτομα που θα φιλοξενούνταν και άρα δεν θα διέμεναν σε ξενοδοχείο». Μάλιστα, σύμφωνα πάντα με τις καταγγελίες της πρώην υπαλλήλου, η οποία επικαλείται άλλη συνεργάτιδα του Μαν. Κεφαλογιάννη, ο ευρωβουλευτής της ΝΔ από κάθε γκρουπ επισκεπτών «έβγαζε περίπου 5.000 ευρώ».

Επίσης, η ίδια υπάλληλος υποστηρίζει ότι ο Μαν. Κεφαλογιάννης κατέθετε αποδείξεις για αποζημιώσεις εξόδων για φαγητό οι οποίες ήταν στο εστιατόριο που διατηρούσε η σύζυγός του. «Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα καλύπτει τα έξοδα εστίασης για επαγγελματικά γεύματα των βουλευτών βάσει των αποδείξεων που προσκομίζουν. Οι περισσότερες αποδείξεις που κατέθετε ο κ. Κεφαλογιάννης για αποζημίωση αφορούσαν έξοδα για φαγητά στο εστιατόριο το οποίο διατηρούσε η σύζυγός του με την ονομασία DECOUNTI IKE» επισημαίνεται χαρακτηριστικά.

Απάντηση με εξώδικο από τον Μαν. Κεφαλογιάννη

Το Documento επικοινώνησε με τον Μανώλη Κεφαλογιάννη προκειμένου να φιλοξενήσει τη θέση του για τα καταγγελλόμενα. Κατά την πάγια τακτική του ο ευρωβουλευτής της ΝΔ απάντησε με εξώδικο το οποίο και δημοσιεύουμε:

«Κύριε Βαξεβάνη,

Ευχαριστώ για την τήρηση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και την ευκαιρία να απαντήσω για ακόμη μία φορά στις ίδιες ανυπόστατες και πλαστές καταγγελίες που δημοσιεύετε σε δόσεις στην εφημερίδα σας και να σας ενημερώσω για τις πρόσφατες εξελίξεις.

Όπως ήδη γνωρίζετε (έχετε ασχοληθεί εκτενώς με την υπόθεση) οι καταγγελίες αυτές σε βάρος μου, βασίζονται σε πλαστά έγγραφα, υπογραφές και σφραγίδες και έχουν καταφανώς ψευδές περιεχόμενο.

Όσον αφορά στο δημοσίευμα που αναφέρεται σε ψευδείς και συκοφαντικές καταγγελίες πρώην συνεργάτη μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σημειώνω τα εξής:

• Με την υπ’ αριθ. 307004 απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απολύθηκε δυσμενώς λόγω των ψευδών σε βάρος μου καταγγελιών.

• Οι εν λόγω καταγγελίες κατόπιν ενδελεχούς έρευνας απορρίφθηκαν στο σύνολό τους από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. πρωτ. D200732/18.04.2018 επιστολή του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Antonio Tajani.

• Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνεδρίασε στην Ολομέλεια στο Στρασβούργο στις 23.10.2018 και αποφάσισε (2107/2133/23.10.2018 IMM) τα εξής: “αφού πραγματοποίησε ανταλλαγή απόψεων με τον Εισαγγελέα της Ελληνικής Δημοκρατίας”, “αποφασίζει να μην άρει την βουλευτική ασυλία του Μανώλη Κεφαλογιάννη” και συνεχίζει “η ασυλία θα πρέπει να αίρεται, εκτός αν προκύπτει ότι η δίωξη ασκείται με πρόθεση να βλαφθεί η πολιτική δραστηριότητα ή η φήμη του Βουλευτή και, ως εκ τούτου, η ανεξαρτησία του Ευρωκοινοβουλίου (Fumus persecutionis)”.

Δηλαδή με απλά λόγια το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έκρινε ότι πρόκειται για κατασκευασμένες καταγγελίες που διοχετεύονται στη Δικαιοσύνη προκειμένου να πληγούν πολιτικοί αντίπαλοι.

Επίσης, σάς ενημερώνω ότι η ομάδα των συκοφαντών υφίσταται ήδη τις συνέπειες των πράξεών τους, ενώ η συνέχεια θα είναι πιο επώδυνη, αφού η Δικαιοσύνη ερευνά αυτή τη στιγμή σωρεία εγκληματικών πράξεων, όπως πλαστογραφία, εκβίαση, παραβίαση απορρήτων πληροφοριών, συκοφαντική δυσφήμηση, παράνομη οπλοφορία κ.ά. Μάλιστα, οι ανωτέρω ερευνώμενοι δεν διστάζουν να πλαστογραφήσουν υπογραφές, σφραγίδες και έγγραφα του ελληνικού δημοσίου, ακόμα και δικηγόρων, στελεχών της Τ.Α. και Δημάρχων, για να με πλήξουν πολιτικά.

Για τα θέματα αυτά έχει ήδη ενημερωθεί, με δική μου πρωτοβουλία, επισήμως πέραν από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και τις αρμόδιες δικαστικές αρχές, η Βουλή των Ελλήνων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα θεσμικά όργανα ελέγχου της ΕΕ.

Ως προς το περιεχόμενο των αναφορών του δημοσιεύματος πρώην συνεργάτη μου, αυτές είναι παντελώς ψευδείς, συκοφαντικές και ανεπίδεκτες περαιτέρω σχολιασμού. Και αυτή η περίπτωση, όπως και οι προηγούμενες, θα πάρει το δρόμο της Δικαιοσύνης.

Ως εκ τούτου, οφείλετε να προσεγγίσετε την υπόθεση με τη δέουσα δημοσιογραφική αντικειμενικότητα χωρίς να υιοθετήσετε άκριτα, τις ψευδείς και συκοφαντικές καταγγελίες ενισχύοντας έτσι το σχέδιο εκβιασμού σε βάρος μου».

Documento Newsletter