Νέα εστία έντασης: Η δύσκολη σχέση Ταϊβάν – Κίνας

Η επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι προκάλεσε την αντίδραση της Κίνας, που απάντησε σε αυτό που αντιλήφθηκε ως πρόκληση με στρατιωτικές ασκήσεις με πραγματικά πυρά γύρω από τη νήσο της Ταϊβάν, με αποτέλεσμα ουσιαστικά τον αποκλεισμό της από θαλάσσης για τέσσερις μέρες. Η Κίνα διεκδικεί να επιβάλει στην κοινή γνώμη ότι η Ταϊβάν αποτελεί κινεζικό έδαφος, αφού η πολιτική της «μίας Κίνας» δεν αμφισβητείται μεν ανοιχτά από τη Δύση, όμως οι υπερασπίστριες της απανταχού δημοκρατίας ΗΠΑ κάνουν ό,τι μπορούν για να πιέσουν την Κίνα οικονομικά και στρατιωτικά ώστε να αναχαιτίσουν την άνοδό της.

Η σχέση της Κίνας με την Ταϊβάν έχει περάσει από πολλές φάσεις, που χαρακτηρίζονται από ένταση. Κάτι που αποτελεί εύφορο έδαφος για τη Δύση ώστε να κάνει διακριτικές παρεμβάσεις για να διατηρήσει τα πράγματα σε κατάσταση «ελεγχόμενης έντασης». Ο κίνδυνος ωστόσο να χαθεί ο έλεγχος είναι υπαρκτός. Και στο παρελθόν τα πράγματα ήρθαν πολύ κοντά σε αυτό το κρίσιμο σημείο.

Διαφορετικές οπτικές

Η Κίνα θεωρεί την Ταϊβάν αποσχισμένη περιφέρειά της η οποία κάποια στιγμή θα επανέλθει υπό τον έλεγχό της, ενώ η Ταϊβάν θεωρεί ότι είναι ανεξάρτητη χώρα με δικό της σύνταγμα και δικούς της, δημοκρατικά εκλεγμένους, ηγέτες. Ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ έχει δηλώσει από τον Οκτώβριο του 2021 ότι η «επανένωση» με την Ταϊβάν θα πρέπει να πραγματοποιηθεί, ενώ η προσάρτηση διά της στρατιωτικής οδού δεν είναι εκτός των πιθανών ενδεχομένων.

Η θέση της Ταϊβάν είναι σημαντική για τους νέους στρατηγικούς υπολογισμούς της Δύσης, η οποία δίνει πλέον περισσότερη βαρύτητα στην περιοχή του Ινδικού και του Ειρηνικού ωκεανού. Η νήσος αποτελεί σημαντικό κρίκο στη λεγόμενη πρώτη νησιωτική αλυσίδα: μια σειρά από φιλικά προσκείμενα στις ΗΠΑ νησιά που παίζουν σημαντικό ρόλο στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Αν η Κίνα καταλάμβανε την Ταϊβάν, ορισμένοι δυτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι θα είχε περισσότερη ελευθερία κινήσεων ώστε να προβάλλει τη στρατιωτική της ισχύ σε μεγαλύτερη περιοχή του Ειρηνικού. Μάλιστα υπάρχει η εκτίμηση ότι μπορεί να απειλήσει τη βάση στο Γκουάμ και στη Χαβάη. Η Κίνα, από την πλευρά της, επιμένει ότι οι προθέσεις της είναι ειρηνικές.

Ιστορικό εντάσεων

Ιστορικά το νησί τέθηκε για πρώτη φορά υπό πλήρη κινεζικό έλεγχο τον 17ο αιώνα, όταν η δυναστεία Τσινγκ το κατέκτησε και επέκτεινε τον έλεγχό της εκεί. Δύο αιώνες αργότερα, το 1895, το νησί παραδόθηκε από την Κίνα στην Ιαπωνία αφού έχασε τον πρώτο Σινοϊαπωνικό Πόλεμο. Το επεισόδιο αυτό ήταν σημαντικό στον λεγόμενο «αιώνα της ταπείνωσης» της Κίνας από τις δυτικές δυνάμεις και την Ιαπωνία, που κράτησε από το 1839 μέχρι το 1949. Η Κίνα πήρε το νησί ξανά το 1945 μετά την ήττα της Ιαπωνίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το 1927 ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος στην ηπειρωτική Κίνα μεταξύ των εθνικιστικών κυβερνητικών δυνάμεων με επικεφαλής τον Τσιάνγκ Κάι Σεκ και του Κομμουνιστικού Κόμματος του Μάο Τσετούνγκ. Οι κομμουνιστές νίκησαν το 1949 και πήραν τον έλεγχο του Πεκίνου. Ο Τσιάνγκ Κάι Σεκ και ό,τι είχε απομείνει από το εθνικιστικό κόμμα – γνωστό ως Κουομιντάνγκ– κατέφυγαν στην Ταϊβάν, όπου κυβέρνησαν για τις επόμενες δεκαετίες τη χώρα, την οποία επέλεξαν να ονομάσουν Δημοκρατία της Κίνας, σε αντίθεση με το καθεστώς στην ηπειρωτική Κίνα που ονομάζεται Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας.

Η Κίνα επισημαίνει αυτή την ιστορία για να πει ότι η Ταϊβάν ήταν αρχικά κινεζική επαρχία. Αλλά οι Ταϊβανέζοι χρησιμοποιούν την ίδια ιστορία για να υποστηρίξουν ότι δεν ήταν ποτέ μέρος του σύγχρονου κινεζικού κράτους, που σχηματίστηκε για πρώτη φορά μετά την επανάσταση το 1911, ή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, που ιδρύθηκε υπό τον Μάο το 1949.

Το Κουομιντάνγκ αποτελεί το πολιτικό κόμμα που σχεδόν μονοπωλεί την εξουσία στην Ταϊβάν έκτοτε, κυβερνώντας το νησί για σημαντικό μέρος της ιστορίας του. Επί του παρόντος μόνο 13 χώρες (συν το Βατικανό) αναγνωρίζουν την Ταϊβάν ως κυρίαρχη χώρα. Η Κίνα ασκεί σημαντική διπλωματική πίεση σε άλλες χώρες να μην αναγνωρίσουν την Ταϊβάν ή να κάνουν οτιδήποτε συνεπάγεται αναγνώριση. Ο υπουργός Αμυνας της Ταϊβάν είπε ότι οι σχέσεις με την Κίνα είναι στο χειρότερο σημείο εδώ και 40 χρόνια. Στο παρελθόν οι τρεις μεγαλύτερες κρίσεις στα στενά της Ταϊβάν (1954-55, 1958 και 1995-96) έφεραν στα πρόθυρα του πολέμου ΗΠΑ και Κίνα.

Η σημασία της οικονομίας

Η οικονομία της Ταϊβάν είναι εξαιρετικά σημαντική. Μεγάλο μέρος του καθημερινού ηλεκτρονικού εξοπλισμού του κόσμου –από τηλέφωνα μέχρι φορητούς υπολογιστές, ρολόγια και κονσόλες παιχνιδιών– τροφοδοτείται από τσιπ υπολογιστών που κατασκευάζονται στην Ταϊβάν.

Σύμφωνα με ορισμένες μετρήσεις, μία μονάχα ταϊβανέζικη εταιρεία, η Taiwan Semiconductor Manufacturing Company ή TSMC, παράγει πάνω από το ήμισυ της παγκόσμιας αγοράς ημιαγωγών. Είναι μια τεράστια βιομηχανία, αξίας σχεδόν 100 δισ. δολαρίων το 2021. Ενδεχόμενη κατάκτηση της Ταϊβάν από την Κίνα θα μπορούσε να δώσει στο Πεκίνο τον έλεγχο μιας από τις σημαντικότερες βιομηχανίες του κόσμου. Επίσης, μια ενδεχόμενη σύγκρουση στην περιοχή θα μπορούσε να πληγώσει βαριά το διαμετακομιστικό εμπόριο, πλήττοντας την εφοδιαστική αλυσίδα και εντείνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις σε όλο τον κόσμο.

Ετικέτες