Νέα δεδομένα στη διαπραγμάτευση της Ελλάδος με τους Θεσμούς εισάγει η διαφαινόμενη συμφωνία Λαγκάρντ – Σόιμπλε για παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα μετά τη χθεσινής του συνάντησή στο Νταβός.
Αν και θα πρέπει να διασαφηνιστούν τα τι και τα πώς της παραμονής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, (με ποιο ρόλο θα μείνει, αν δέχεται τον «κόφτη» και αν ζητά ποσοτική καταγραφή συγκεκριμένων μέτρων) η χθεσινή εξέλιξη απομακρύνει το ενδεχόμενο αποχώρησης του Ταμείου και ξεμπλοκάρει τις διαπραγματεύσεις για το κλείσιμο της αξιολόγησης.
Ωστόσο ξαναβάζει στο τραπέζι έναν «σκληρό» παίκτη όπως το ΔΝΤ ο οποίος μάλιστα έχει δείξει ότι έχει αμβλύνει τις απαιτήσεις του για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων για μετά το 2018 και ρίχνει το βάρος της διαπραγμάτευσης στην ανάγκη λήψης νέων μέτρων για να πιαστούν οι στόχοι.
Στην Αθήνα, Μαξίμου και οικονομικό επιτελείο επεξεργάζονται την πρότασή για την επέκταση του «μηχανισμού αυξημένων εγγυήσεων» ή αλλιώς «κόφτη» δημοσιονομικών και όχι μόνο δαπανών.
Ο πρωθυπουργός χθες, κατά τη διάρκεια της συνάντησης που είχε στο Μαξίμου με τους εκπροσώπους των συνταξιούχων, γνωστοποίησε ότι η πρόταση θα είναι για ένα έτος και συγκεκριμένα για το 2019. Ωστόσο η εν λόγω απόφαση είναι άμεσα συνδεδεμένη με το δημοσιονομικό μονοπάτι που θα αποφασισθεί για μετά τη λήξη του προγράμματος.
Απομένει να δούμε τον τρόπο και το ύψος των προτεινόμενων περικοπών στις συντάξεις, δηλαδή στο σκέλος των δημοσίων δαπανών και φυσικά το ύψος της νέας μείωσης του αφορολόγητου (backup σε περίπτωση εμπλοκής). Από εκεί και μετά η ελληνική πρόταση θα ισχύει μόνο στην περίπτωση που προσδιοριστούν από τώρα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα και καθοριστεί το δημοσιονομικό μονοπάτι για μετά το 2018.
Σύμφωνα πάντως με κυβερνητικό στέλεχος «επί της ουσίας τώρα αρχίζει η πραγματική διαπραγμάτευση» αφού από την προσεχή Δευτέρα έως το πολύ τα τέλη Φεβρουαρίου πρέπει να συμφωνηθούν όλα.
Σε κάθε περίπτωση η Ελληνική πρόταση θα σταλεί στους Θεσμούς τα επόμενα εικοσιτετράωρα χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχει προηγηθεί διαβούλευση μαζί τους.