Προς οικονομικούς εισαγγελείς, ενταύθα: Προτού αποφασίσετε εάν θα ασκήσετε ποινικές διώξεις για τα θαλασσοδάνεια των κομμάτων, λάβετε υπόψη σας και ότι τα πράγματα θα αλλάξουν και μάλιστα πολύ σύντομα.
Αυτό είναι –σε ελεύθερη μετάφραση– ένα από τα υπερασπιστικά επιχειρήματα στελέχους της Νέας Δημοκρατίας που κλήθηκε ως ύποπτος τέλεσης κακουργήματος για τα αποκαλούμενα θαλασσοδάνεια (ξεπερνούσαν τα 250 εκατ. ευρώ) των κομμάτων.
Μάλιστα στη σχετική φράση που εμπεριέχεται στο πόρισμα το οποίο υπέβαλε ο «ύποπτος» στον εισαγγελέα οι λέξεις-κλειδιά, που είναι το «σήμερα» και το «πολύ σύντομα», είναι γραμμένες με κεφαλαία γράμματα.
Συγκεκριμένα στις έγγραφες εξηγήσεις του προς τους οικονομικούς εισαγγελείς ο Μενέλαος Δασκαλάκης, γενικός διευθυντής της Νέας Δημοκρατίας από το 2006 έως το 2010, αναρωτιέται: «Με πόση άραγε βεβαιότητα μπορούμε να δεχθούμε την πλήρωση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως ενός αδικήματος και μάλιστα κακουργηματικής μορφής για πράξεις οι οποίες ΣΗΜΕΡΑ ενδέχεται να θεωρηθούν ποινικό αδίκημα (λόγω της σημερινής αποτίμησης των εξασφαλίσεων) αλλά στο μέλλον και ίσως μάλιστα ΠΟΛΥ ΣΥΝΤΟΜΑ δεν θα αποτελούν ποινικό αδίκημα, λόγω της μελλοντικής αποτίμησης των εξασφαλίσεων;».
Πάλι δικά μας θα ’ναι…
Τι λέει δηλαδή ο κ. Δασκαλάκης ο οποίος κλητεύθηκε –όπως και άλλα στελέχη της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ– ως ύποπτος για τη διάπραξη του κακουργήματος της ηθικής αυτουργίας σε απιστία, για την οποία ως φυσικοί αυτουργοί έδωσαν ανωμοτί εξηγήσεις περισσότερα από πενήντα στελέχη τραπεζών;
Οτι πάλι με χρόνους, με καιρούς, και πολύ σύντομα, πάλι δικά μας θα ’ναι…
Οπερ μεθερμηνευόμενο, η ΝΔ θα επανέλθει στις καλές εποχές, στην προ του 2012 κατάσταση, τα εκλογικά ποσοστά θα ανέβουν, οπότε και θα αυξηθεί η κρατική επιχορήγηση. Και άρα στο μέλλον η αποτίμηση των εξασφαλίσεων των τραπεζών θα είναι θετική…
Εφιστά λοιπόν την προσοχή στους εισαγγελείς στην επερχόμενη –κατά τις προβλέψεις του– αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών στην Ελλάδα.
Η οποία αλλαγή θα οδηγήσει προφανώς στο κλείσιμο της υπόθεσης των θαλασσοδανείων (της περιόδου 2000-2011) που είχαν ληφθεί με μοναδικές εγγυήσεις τις κρατικές επιχορηγήσεις τις οποίες θα λάμβαναν τα κόμματα –βάσει των μέχρι τότε ποσοστών τους– στις… μελλοντικές εκλογικές αναμετρήσεις που έφταναν μέχρι το 2020!
Τακτική που σύμφωνα με το πόρισμα των πραγματογνωμόνων της εισαγγελίας είναι «παγκοσμίως μοναδική», καθώς το εχέγγυο «δεν υπάρχει στον παρόντα χρόνο» αλλά «αναμένεται να υπάρξει σε μέλλοντα χρόνο».
Εκτός βέβαια κι αν ο κ. Δασκαλάκης βλέπει τόσο ραγδαία άνθηση της οικονομίας, που θα αλλάξει τον ρου των εξελίξεων και στα οικονομικά των κομμάτων, τα οποία θα μπορούν να εξοφλήσουν τα χρέη τους ανεξαρτήτως εκλογικών ποσοστών.
Με εξαίρεση τον οικονομικό υπεύθυνο του ΚΚΕ Νίκο Σοφιανό, οι περισσότεροι από τους υπόπτους κινήθηκαν στο ίδιο μήκος κύματος στις έγγραφες εξηγήσεις τους.
Ακλόνητο επιχείρημά τους η «απρόβλεπτη» αλλά «προσωρινή» οικονομική κρίση, που «ήρθε και άλλαξε τα δεδομένα, ανατρέποντας την ομαλή πορεία των πραγμάτων» και ευθύνεται αποκλειστικά για τη δραματική συρρίκνωση των ποσοστών τους που οδήγησε στη μη εξυπηρέτηση των δανείων τους.
Η (ν)τροπολογία του 2013
Στα υπομνήματα αναπτύσσεται ένσταση «οιονεί δεδικασμένου» με το επιχείρημα ότι δεν έχουν προκύψει νεότερα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που να δικαιολογούν την ανάσυρση της υπόθεσης από το αρχείο στο οποίο είχε τεθεί με την περίφημη (ν)τροπολογία του 2013 επί συγκυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου που θεσμοθέτησε την ατιμωρησία τραπεζιτών και άρα και ηθικών αυτουργών, πετώντας τότε στο καλάθι των αχρήστων το πόρισμα-καταπέλτη του εισαγγελέα εφετών Καλούδη.
«Ορθώς αρχειοθετήθηκε –επισημαίνεται– λόγω μη στοιχειοθέτησης της πράξης κατά εφαρμογή του άρθρου 78 του νόμου 4147/2013» και εκφράζεται ενόχληση «για την ανάσυρση της δικογραφίας μετά από τέσσερα χρόνια από το αρχείο επί τη βάσει του πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για τη διερεύνηση της νομιμότητας της δανειοδότησης των πολιτικών κομμάτων και τον ΜΜΕ».
Ισχυρίζονται ότι «άπαντα τα αιτήματα των κομμάτων για δανειοδότηση ήταν σύμφωνα τόσο με την πάγια τραπεζική πρακτική όσο και με τους ήδη ισχύοντες κανονισμούς πιστοδοτήσεων των τραπεζών», ενώ πέραν της πραγματικά ευγενούς πρόθεσης του νομοθέτη φαντάζει απολύτως ειρωνικό με δεδομένο το τι έχει γίνει στην πράξη και το επιχείρημα που επίσης επικαλούνται κάποιοι ότι «τα κόμματα πρέπει να παίρνουν επαρκή χρηματοδότηση για να διαφυλαχθεί η αυτονομία τους και να αποτραπεί η εξάρτησή τους από πάσης φύσεως ιδιωτικά συμφέροντα».
Ακόμη οι έγγραφες εξηγήσεις προς τους οικονομικούς εισαγγελείς αναφέρουν ότι: η ανάσυρση της υπόθεσης –με εντολή της εισαγγελέα του Αρείου Πάγου– δεν είναι τίποτε άλλο παρά προσπάθεια πολιτικής δίωξης και κατασκευής ενός σκανδάλου για πολιτική σπίλωση των αντιπάλων της κυβέρνησης.
Αφήνονται μάλιστα αιχμές για τον ΣΥΡΙΖΑ που, όπως π.χ. αναφέρει ο εκ των υπόπτων Τηλέμαχος Χυτήρης (ΠΑΣΟΚ), «παρά τα ισχνά εκλογικά ποσοστά που συγκέντρωνε έως το 2012 ζήτησε και έλαβε σημαντικά δάνεια των οποίων η ομαλή εξυπηρέτηση θα ήταν εντελώς αμφίβολη έως και ανέφικτη εάν δεν συνέβαινε η άνευ προηγουμένου και απρόβλεπτη αύξηση των εκλογικών του ποσοστών».
Από την πλευρά του ο Ν. Σοφιανός επισήμανε την απολύτως συνεπή στάση του ΚΚΕ μέχρι και σήμερα, καθώς όλα του τα δάνεια είναι ενήμερα εάν όχι εξοφλημένα.