Ο γγ του ΝΑΤΟ χαρακτήρισε «απαραίτητη» την ανάπτυξη περισσότερων κεφαλών ως αποτρεπτικό μέσο. «Κλιμακώνουν την ένταση» η απάντηση Μόσχας και Πεκίνου
Φωτιές άναψε τόσο στη Ρωσία όσο και στην Κίνα ο Γενς Στόλτενμπεργκ με την πρότασή του για αύξηση της πυρηνικής ισχύος του ΝΑΤΟ. Σε μια περίοδο που οι σχέσεις Δύσης – Ανατολής είναι ιδιαίτερα τεταμένες λόγω και του πολέμου στην Ουκρανία, ο γενικός γραμματέας της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας φαίνεται ότι άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για τη διαμόρφωση ενός νέου ψυχροπολεμικού τοπίου.
Ανακοινώνοντας ότι το ΝΑΤΟ βρίσκεται σε εσωτερικές διεργασίες για την ανάπτυξη περισσότερων πυρηνικών όπλων, δηλαδή βγάζοντας περισσότερες κεφαλές από τον πάγο και θέτοντάς τες σε ετοιμότητα ενόψει μιας αυξανόμενης απειλής από τη Ρωσία, την Κίνα και τη Βόρεια Κορέα, κατηγορήθηκε από το Πεκίνο και το Κρεμλίνο ότι «κλιμακώνει την ένταση». Από την πλευρά της η Μόσχα έκανε λόγο για αντιφάσεις σε σχέση με το κοινό ανακοινωθέν της Διάσκεψης για την Ειρήνη στην Ουκρανία, όπου αναφερόταν ότι «όποια απειλή ή χρήση πυρηνικών όπλων μέσα στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία είναι απαράδεκτη».
Ο γενικός γραμματέας της συμμαχίας δήλωσε πως το ΝΑΤΟ θα μπορούσε, για πρώτη φορά, να αντιμετωπίσει μια σημαντική πυρηνική απειλή από τα δύο αυτά εχθρικά για τις ΗΠΑ μέτωπα και τους συμμάχους τους, τονίζοντας ότι μπορεί να είναι «απαραίτητο» να αυξηθεί ο αριθμός των διαθέσιμων πυρηνικών κεφαλών ως αποτρεπτικό μέσο. Η απόφαση παραπέμπει στο αμφιλεγόμενο στρατηγικό δόγμα του ΝΑΤΟ που υποστηρίζει ότι «πιο πολλά πυρηνικά στη Δύση σημαίνoυν έναν ασφαλέστερο κόσμο». Ομως, εν μέσω της συνεχιζόμενης γεωπολιτικής αστάθειας το σχέδιο της Δύσης θα μπορούσε να φέρει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα και να στρώσει τον δρόμο για νέα κούρσα εξοπλισμών, οδηγώντας σε κατάρρευση την αρχιτεκτονική του αφοπλισμού και της μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων.
Οσο οι συγκρούσεις σε πολλές γωνιές του πλανήτη παραμένουν και οι πυρηνικές απειλές βρίσκονται πάνω στο διπλωματικό τραπέζι τόσο η ανησυχία της διεθνούς κοινότητας θα είναι δεδομένη. Πυρηνικοί εμπειρογνώμονες επέκριναν τη σκέψη του Στόλτενμπεργκ, υποστηρίζοντας ότι αυξάνει τους κινδύνους, ειδικά για τους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς, τους οποίους αξιωματούχοι όπως ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ έχουν δεσμευτεί να προστατεύουν.
Οι… αποτρεπτικές απειλές της Ρωσίας
Εν τω μεταξύ, οι ρωσικές πυρηνικές απειλές έχουν επιστρέψει στο προσκήνιο του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά αυτήν τη φορά με ένα νέο χαρακτηριστικό: μέσω ασκήσεων που περιλαμβάνουν τακτικά πυρηνικά όπλα. Η Μόσχα έχει ξεκινήσει κοινές πυρηνικές ασκήσεις με τη Λευκορωσία, όπου άρχισε να αποθηκεύει μερικές από τις κεφαλές της το 2023, σε μια κίνηση που ερμηνεύεται ευρέως ως προειδοποίηση προς τη Δύση να μην παρέμβει στον πόλεμο.
Μέσω αυτών των ασκήσεων η Ρωσία δείχνει μεγαλύτερη δέσμευση να αναλαμβάνει κινδύνους στον πυρηνικό στίβο και προκαλεί τους αντιπάλους της να αποδεχτούν τέτοιους κινδύνους εάν σχεδιάζουν να της αντιταχθούν βοηθώντας την Ουκρανία πιο άμεσα. Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει δηλώσει άλλωστε ότι η Ρωσία είναι τεχνικά έτοιμη για πυρηνικό πόλεμο και πως η Μόσχα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα για να αμυνθεί σε «ακραίες συνθήκες».
Η συμπεριφορά της Ρωσίας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «πυρηνική θωράκιση». Με αυτό τον τρόπο αναγκάζει τη Δύση να ζυγίσει τις επιλογές της, αν δηλαδή αξίζει να αναλάβει τέτοιους κινδύνους για την υποστήριξη της Ουκρανίας, με πιθανή συνέπεια να περάσει το πυρηνικό κατώφλι. Αν και οι εταίροι της Ουκρανίας έχουν παράσχει στο Κίεβο σημαντική βοήθεια από το 2022, οι ανησυχίες για πυρηνική κλιμάκωση οδήγησαν σε μια προσεκτική και σταδιακή προσέγγιση της δυτικής υποστήριξης.
Εκσυγχρονίζουν τα οπλοστάσια
Πέραν των εντάσεων ανάμεσα σε Δύση και Ρωσία και εν μέσω της συνεχιζόμενης γεωπολιτικής αστάθειας σε παγκόσμια κλίμακα, οι πυρηνικές δυνάμεις συνεχίζουν να εκσυγχρονίζουν τα οπλοστάσιά τους. Μάλιστα, δύο εκθέσεις που δόθηκαν στη δημοσιότητα, από το Διεθνές Ινστιτούτο Μελετών για την Ειρήνη (SIPRI) και τη Διεθνή Εκστρατεία για την Κατάργηση των Πυρηνικών Οπλων (ICAN), καταγράφουν την αύξηση των δαπανών στο πεδίο αυτό κατά ένα τρίτο τα τελευταία πέντε χρόνια.
Σύμφωνα με τα πορίσματα των εκθέσεων, τα εννέα κράτη που διαθέτουν πυρηνικό οπλοστάσιο (Ρωσία, ΗΠΑ, Γαλλία, Ινδία, Κίνα, Ισραήλ, Ηνωμένο Βασίλειο, Πακιστάν και Βόρεια Κορέα) δαπάνησαν συνολικά την περασμένη χρονιά ποσό-ρεκόρ 91 δισ. δολάρια (85 δισ. ευρώ) για την απόκτηση πυρηνικών. Από τα 32 κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ μόλις τρία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, διαθέτουν μέχρι στιγμής πυρηνικά όπλα. Το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ολλανδία και η Τουρκία φιλοξενούν επίσης αμερικανικά τακτικά πυρηνικά όπλα στο έδαφός τους.
Στο τραπέζι πάλι Κίνα – ΗΠΑ
Για πρώτη φορά έπειτα από πέντε χρόνια οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα ξεκίνησαν ανεπίσημες συνομιλίες για τα πυρηνικά όπλα. Με τις ΗΠΑ να έχουν εκφράσει ανησυχίες ότι η Ταϊβάν απειλείται με πυρηνικά από το Πεκίνο, η Κίνα παρείχε διαβεβαιώσεις ότι δεν θα επιτεθεί στο νησιωτικό κράτος, το οποίο θεωρεί έδαφός της.
Η Κίνα αρχίζει να αναπτύσσει το πυρηνικό της οπλοστάσιο ταχύτερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, διαθέτοντας πλέον 500 πυρηνικές κεφαλές, αυξάνοντάς τες από 410 το 2023. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναπτύξει 1.419 στρατηγικές πυρηνικές κεφαλές στο οπλοστάσιό τους (δεδομένα από τον Μάρτιο του 2023).
Δείτε επίσης: Ρωσία: Καμία αλλαγή στην στάση του ΝΑΤΟ υπό τον Ρούτε
Μαρκ Ρούτε: Αυτός είναι ο διάδοχος του Στόλτενμπεργκ στο ΝΑΤΟ – Η πορεία και το μεγάλο σκάνδαλο