Η εξέγερση του «Black lives matter» ήταν το πρώτο βήμα, τα επόμενα θα έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον
Πείτε τα ονόµατά τους» είναι ένα από τα κεντρικά συνθήµατα των διαδηλωτών στους δρόµους των αµερικανικών πόλεων τον τελευταίο µήνα και ζητάει να προσωποποιηθούν τα θύµατα της αστυνοµικής βίας, να ακουστούν οι προσωπικές τους ιστορίες και η ζωή τους· πολλά από αυτά ήταν άοπλοι πολίτες που συχνά δεν πρόβαλαν καν αντίσταση στη σύλληψή τους. Το µόνο ενοχοποιητικό στοιχείο εναντίον τους ήταν το χρώµα του δέρµατός τους.
Aiyana Stanley-Jones (Ντιτρόιτ, 2010), Trayvon Martin (Φλόριντα, 2012), Laquan McDonald (Σικάγο, 2014), Yvette Smith (Τέξας, 2014), Eric Garner (Νέα Υόρκη, 2014), Tamir Rice (Κλίβελαντ, 2014), Michael Brown (Μιζούρι, 2014), Freddie Gray (Βαλτιµόρη, 2015), Sandra Bland (Τέξας, 2015), Walter Scott (Νότια Καρολίνα, 2015), Alton Sterling (Μπατόν Ρουζ, Λουιζιάνα, 2016), Philando Castile (Μινεσότα, 2016), Botham Jean (Ντάλας, 2018), Stephon Clark (Σακραµέντο, 2018), Ahmaud Arbery (Τζόρτζια, 2020), George Floyd (Μινεάπολη, 2020), Tony McDade (Ταλαχάσι, Φλόριντα, 2020), Breonna Taylor (Λούιβιλ, 2020), David McAtee (Λούιβιλ, 2020), Derrick Scotts (Οκλαχόµα Σίτι, 2020), Rayshard Brooks (Ατλάντα, 2020).
Είναι µια µακριά λίστα αλλά και ελλιπής ταυτόχρονα, γιατί για πολλούς δεν µάθαµε ποτέ, ούτε για τους τραυµατίες ή τους βασανισθέντες, όλοι θύµατα της αστυνοµικής κατάχρησης εξουσίας. Είναι επίσης µια λίστα που συνεχίζει να µεγαλώνει προκλητικά εν µέσω γενικής αντίδρασης και παγκόσµιας κατακραυγής και αποδεικνύει ότι η αστυνοµική αγριότητα δεν έχει να κάνει ούτε µε το φύλο ή την ηλικία –αφού πολλές φορές στοχοποιεί 9χρονα και 12χρονα παιδιά– ούτε µε την οικονοµική κατάσταση ή την παραβατικότητα. Το να είσαι µαύρος είναι αρκετό για να είσαι στόχος.
Ο συστηµικός ρατσισµός και οι συστηµικές λύσεις
Αυτό που διαδραµατίζεται τον τελευταίο µήνα στις ΗΠΑ δεν είναι απλώς διαδηλώσεις. Η µαζικότητά τους είναι τεράστια και πολυφυλετική και αποδεικνύει ότι πρόκειται πράγµατι για ξεσηκωµό, για εξέγερση. Η οργή που ξεχειλίζει και αποτυπώνεται στο σθένος απέναντι στην καταστολή που θέλησαν να επιβάλουν ο πρόεδρος Τραµπ και κάποιοι κυβερνήτες έχει κερδίσει την υποστήριξη πολύ µεγάλου τµήµατος των πολιτών, ακόµη κι αν δεν συµµετείχαν ενεργά στις πορείες, κυρίως λόγω του φόβου της πανδηµίας.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο που διαµορφώθηκε από την αστυνοµική βία, την κυβερνητική αδιαλλαξία και την πανδηµία, που έχει συντριπτικά περισσότερα θύµατα στην αφροαµερικανική κοινότητα, αναδεικνύονται και οι όροι της εξέγερσης: απόδοση δικαιοσύνης για τα θύµατα, καταδίκη των υπευθύνων, ανασύσταση και επαναπροσανατολισµός της αστυνοµίας, αναβάθµιση της κοινωνικοοικονοµικής θέσης των µαύρων στην αµερικανική κοινωνία σήµερα, εκρίζωση του ρατσισµού και των συµβόλων του ακόµη και όταν πρόκειται για µνηµεία και αγάλµατα µορφών της αµερικανικής ιστορίας µε ρατσιστικές αντιλήψεις όπως ο Χριστόφορος Κολόµβος, ο Ρόµπερτ Ε. Λι και άλλοι, αλλά και εταιρείες µε ρατσιστικά σύµβολα, όπως π.χ. το ρύζι Μπαρµπα-Μπεν και οι µπανάνες Τσικίτα.
Το κυρίαρχο αίτηµα-σύνθηµα των διαδηλωτών «Defund the police» (κόψτε πόρους από την αστυνοµία) δεν είναι τόσο «αφελές» όσο κάποιοι θέλουν να πιστεύουν. Είναι αποτέλεσµα της αναγνώρισης ότι µικρές αλλαγές και διορθωτικές διατάξεις δεν πρόκειται να λύσουν το πρόβληµα του δοµικού ρατσισµού στην αστυνοµία. Χρειάζονται ριζική ανασύνταξη και αναδόµησή της. Χρειάζεται να επαναπροσδιοριστεί ο σκοπός της γύρω από την έννοια της ασφάλειας του πολίτη και να καθοριστούν ο ρόλος και οι σχέσεις της µε τις κρατικές δοµές. Για να θυµηθούµε και τα λόγια του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, «ο συστηµικός ρατσισµός δεν λύνεται µε απλές συστηµικές λύσεις» όπως η αλλαγή ενός αστυνοµικού διευθυντή ή µαθήµατα συµπεριφοράς στο σώµα, όπως προτείνουν κάποιοι Ρεπουµπλικάνοι νοµοθέτες.
Η Αντζελα Ντέιβις και η επόµενη ηµέρα
Είναι γεγονός ότι στο 99% των περιπτώσεων οι αστυνοµικοί που εµπλέκονται σε δολοφονίες µαύρων αθωώνονται. Υπό την πίεση της κοινής γνώµης κάτι τέτοιο δεν συνέβη µετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Οι θύτες απολύονται, προσάγονται στη ∆ικαιοσύνη µε σοβαρές κατηγορίες και χωρίς δυνατότητα απαλλαγής, παραιτούνται αρχηγοί αστυνοµίας κ.λπ. Είναι µια πρώτη νίκη του κινήµατος «Black lives matter». Και µάλιστα µια νίκη ενάντια στη στάση και στις επιθυµίες του προέδρου της χώρας Ντόναλντ Τραµπ, που υποδαυλίζει την κατάσταση, θεωρεί υπερβολικές τις διαδηλώσεις, τροµοκρατεί τους διαδηλωτές και δικαιολογεί την αστυνοµία και τις πρακτικές της.
Αν κάνουµε µια ιστορική αναδροµή, αναγκαία για να καταλάβουµε το εύρος του προβλήµατος, θα δούµε ότι η έξαρση της βίας προς τους µαύρους δεν είναι πρόσφατο φαινόµενο. Από τον αµερικανικό εµφύλιο και µετά οι Αφροαµερικανοί πέφτουν θύµατα της ρατσιστικής και µισαλλόδοξης νοοτροπίας µεγάλης µερίδας της κοινωνίας, των κρατικών υπηρεσιών, των παρακρατικών οργανώσεων και βέβαια της αστυνοµίας. Να θυµηθούµε τα στρατόπεδα εργασίας των «ελεύθερων» µαύρων στις αρχές του 20ού αιώνα και την εγκληµατική οργάνωση Κου Κλουξ Κλαν, τις άδικες κατηγορίες και τις δολοφονίες, τη νοµοθεσία Τζιµ Κρόου µε τις διακρίσεις και τους διαχωρισµούς, την τροµοκρατία και την παρεµπόδιση της ψήφου των µαύρων που ίσχυαν έως τη δεκαετία του 1960. Από τότε και µετά, και κυρίως µε το κίνηµα των ανθρώπινων δικαιωµάτων και της κοινωνικής ισότητας, η χειραφέτηση των Αφροαµερικανών γίνεται κεντρικό κοινωνικό αίτηµα που οδήγησε –παρά τις δολοφονίες ηγετικών µορφών όπως ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και ο Μάλκολµ Χ, τους διωγµούς ακτιβιστών όπως η Αντζελα Ντέιβις και οι Μαύροι Πάνθηρες και την απόδραση πολλών µαύρων διανοητών και αντικαθεστωτικών στο εξωτερικό– στην αναβάθµιση της θέσης των µαύρων στην κοινωνία, τουλάχιστον όσον αφορά την κατάργηση των διακρίσεων και την αναλογική συµµετοχή τους στις δοµές εξουσίας. Αλλά δεν βελτίωσε τη ζωή τους.
Ενώ τα ποσοστά συµµετοχής µαύρων στα σώµατα ασφαλείας και στη ∆ικαιοσύνη αντικατοπτρίζουν τα ποσοστά τους στην κοινότητα, η εκπροσώπησή τους στις ανώτερες βαθµίδες, εκεί όπου παίρνονται οι αποφάσεις και χαράζεται η στρατηγική, είναι πολύ µικρή. Για παράδειγµα, στο σύνολο του πληθυσµού το 76% είναι λευκοί, το 13% είναι µαύροι, το 18% Λατίνοι και το 6% Ασιάτες. Στους περίπου 800.000 αστυνοµικούς στις ΗΠΑ το 77% είναι λευκοί και το 13% µαύροι. Αντίστοιχα, από τους 1.800 οµοσπονδιακούς δικαστές και τους 677 περιφερειακούς δικαστές το 13% είναι µαύροι. Οµως υπάρχουν µόνο τρεις µαύροι γερουσιαστές στους 100, ενώ στις περισσότερο επιτυχηµένες εταιρείες οι µαύροι CEO είναι µόλις το 1%.
Ετσι παραµένουν η καταστολή, οι βίαιες προσαγωγές για εξακρίβωση στοιχείων, η αστυνοµική τροµοκρατία, η δυσχερέστερη πρόσβαση σε υπηρεσίες του κράτους όπως η ποιοτική εκπαίδευση, η παροχή στέγασης, η εξασφάλιση ποιότητας στο περιβάλλον και η ιατροφαρµακευτική περίθαλψη. Τα φτηνά ναρκωτικά των µαύρων (όπως το κρακ) ποινικοποιούνται περισσότερο από τα ακριβά ναρκωτικά των πλούσιων λευκών (όπως η κοκαΐνη), µε αποτέλεσµα να προβλέπεται δυσανάλογη τιµωρία για τους µαύρους. Νέοι Αφροαµερικανοί βρίσκονται στη φυλακή για µικρά παραπτώµατα είτε γιατί δεν µπορούν να πληρώσουν την εγγύηση είτε γιατί αναγκάζονται να οµολογήσουν παραβάσεις που δεν έκαναν για να µπορέσουν να εκτίσουν έστω µικρές ποινές και να αφεθούν ελεύθεροι. Αλλά και τότε το επιβαρυµένο ποινικό τους µητρώο τούς εµποδίζει να βρουν εργασία και παγιδεύονται σε έναν φαύλο κύκλο περιθωριοποίησης. Ταυτόχρονα χάνουν και το δικαίωµα της ψήφου. Υπολογίζεται ότι περίπου το 10% των Αφροαµερικανών νέων σήµερα δεν δικαιούται να ψηφίσει εξαιτίας καταδικών, πολλές φορές άδικων. Η κατάπνιξη της µαύρης ψήφου αποδεικνύει ότι η ανισότητα στο εκλέγειν και το εκλέγεσθαι είναι και αυτή δοµικό πρόβληµα που υποβιβάζει τη θέση των µαύρων στην Αµερική σήµερα και αυξάνει τα ποσοστά της αποχής. Χαρακτηριστικά το 2016 είχαµε τη µικρότερη συµµετοχή (56%) των µαύρων σε προεδρικές εκλογές, ενώ συνήθως κυµαίνεται στο 65-66%.
Αυτή η πραγµατικότητα συνθέτει το πρόβληµα του συστηµικού ρατσισµού που περιλαµβάνει ως κεντρικό κοµµάτι –αλλά όχι το µόνο– την αστυνοµική βία και αυθαιρεσία και περνάει σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής και οικονοµικής ζωής. Αυτό το σύστηµα καταγγέλλει ο κόσµος διαδηλώνοντας στο πλευρό της αφροαµερικανικής κοινότητας – ιδίως η νεολαία. Η Αντζελα Ντέιβις, η κοµµουνίστρια και θρυλική αγωνίστρια της δεκαετίας του ’60 και του ’70 για τα δικαιώµατα των γυναικών, των µαύρων, των φτωχών, είναι και πάλι στους δρόµους: «Είναι µια µοναδική στιγµή που µας φέρνει και πάλι αντιµέτωπους µε ένα σωρό θέµατα» λέει για την εξέγερση και το κίνηµα «Black lives matter». Και είναι χαρακτηριστικό ότι τις ηµέρες αυτές έχει ανοίξει ένας πλατύς διάλογος σε πολλούς χώρους οικονοµικής και κοινωνικής δραστηριότητας για την αντιµετώπιση του ρατσισµού και του αποκλεισµού των µαύρων (και των άλλων µειονοτήτων).
Από την άλλη, ο πρόεδρος Τραµπ και η συντηρητική Αµερική κατηγορούν τους διαδηλωτές και τους Antifa και τους εξισώνουν µε τροµοκράτες – µια πάγια τακτική για τη δαιµονοποίηση της αντίδρασης και τη δικαιολόγηση της επιβολής σκληρής καταστολής. Η κυρίαρχη τάση στους κόλπους των Ρεπουµπλικάνων γερουσιαστών που ελέγχουν τη Γερουσία και άρα τα άµεσα νοµοθετήµατα είναι απλώς να αντιµετωπιστεί η κατάσταση µε µερική περιστολή της ασυλίας των αστυνοµικών. Οι δηµοκρατικοί συνάδελφοί τους πάνε λίγο παραπέρα και ζητούν την αφαίρεση της άδειας άσκησης επαγγέλµατος για αστυνοµικούς που ασκούν υπέρµετρη βία και την κατάργηση του κεφαλοκλειδώµατος και της πολεµικής εκπαίδευσης των αστυνοµικών. Οµως αυτά ακριβώς τα µέτρα είναι οι «συστηµικές λύσεις» που θεωρούσε ανεπαρκείς ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ το 1965.
Είναι προφανές ότι χρειάζονται ριζικές λύσεις και κλιµάκωση των αιτηµάτων του κινήµατος «Black lives matter». Καταρχάς χρειάζεται επαναπροσδιορισµός της έννοιας της δηµόσιας ασφάλειας, ενώ ο έλεγχος της αστυνοµίας δεν µπορεί να διενεργείται από την ίδια την αστυνοµία. Πρέπει να υπάρχει ανεξάρτητη δικαστική αρχή για τον σκοπό αυτό. Επιβάλλεται το µήνυµα των διαδηλώσεων να πλατύνει και να περιλάβει όχι µόνο την ανασύσταση της αστυνοµίας αλλά και τη µαζική αµνηστία για εκείνους που κρατούνται στη φυλακή χωρίς δίκη για µικροπαραπτώµατα, την παραγραφή των ποινών από τα ποινικά µητρώα, τον κρατικό έλεγχο του σωφρονιστικού συστήµατος. Επίσης πρέπει να αναθεωρηθούν οι εκλογικές περιφέρειες ώστε να διασφαλιστούν η εκπροσώπηση και η ισοτιµία της ψήφου των µαύρων. Χρειάζεται να εξασφαλιστεί η ισότιµη πρόσβαση στην υγειονοµική περίθαλψη, την εκπαίδευση, την ποιότητα του περιβάλλοντος, στον καθαρό αέρα, στο πόσιµο νερό.
Είναι αναγκαίο να κατανοηθεί ότι η ώθηση που έδωσε η εξέγερση πρέπει να µετασχηµατιστεί σε αιτήµατα που θα επηρεάσουν τις γενικές εκλογές τον επόµενο Νοέµβριο. Ο κάθε υποψήφιος γερουσιαστής, αντιπρόσωπος ή υποψήφιος για πρόεδρος ή αντιπρόεδρος θα πρέπει να δεσµεύεται και να υποστηρίζει τα αιτήµατα των πρόσφατων διαδηλώσεων, των πιο µαζικών και επαναστατικών διαδηλώσεων στην ιστορία της Αµερικής.
Η Νατάσσα Ρωμανού είναι καθηγήτρια στο NASA Goddard Institute for Space Studies (GISS) & το Columbia University