Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ διέρχεται περίοδο πολυδιάστατης κρίσης. Αρχικά προκύπτει κρίση ταυτότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, αρνούμενος να κάνει απολογισμό και αυτοκριτική, αδυνατεί να προσδιορίσει τα αίτια της ήττας και συνεπώς να χαράξει στρατηγική, προσανατολισμό και προτεραιότητες για την επόμενη μέρα.
Αδυνατεί ακόμη να απαντήσει στο πολύ απλό ερώτημα: «Με ποιους και με ποιο σκοπό;». Εξακολουθεί να εκπροσωπεί τον κόσμο της εργασίας και της δημιουργίας (μικρομεσαία επιχειρηματικότητα – καινοτομία) ή βλέπει περιθώρια εκπροσώπησης και των συμφερόντων του κεφαλαίου;
Ως προς τον στρατηγικό του στόχο παραμένει επίσης να απαντηθεί ένα κρίσιμο ερώτημα: Η υφιστάμενη διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ (που ισχύει από το 2020) εξακολουθεί να δεσμεύει άπαντες ως προς τον οραματικό στόχο; Στη διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ αναφέρεται ότι το κόμμα στοχεύει στον μετασχηματισμό της κοινωνίας σε σοσιαλιστική κατεύθυνση με δημοκρατία και ελευθερία. Εχει αλλάξει κάτι ως προς αυτό;
Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ διέρχεται κρίση συλλογικότητας. Η μαζική προσέλευση των 150.000 μελών στην κάλπη υπέρ του προέδρου Στέφανου Κασσελάκη δημιούργησε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για ανάκαμψη και οργανωτική επανεκκίνηση. Είναι κρίσιμο τα χιλιάδες μέλη να εμπλακούν στην κομματική δουλειά και καθημερινότητα με δικαίωμα λόγου και ρόλου. Για να συμβεί αυτό πρέπει να λειτουργήσουν τα δημοκρατικά εκλεγμένα όργανα, να συνεδριάσουν οι οργανώσεις, να γίνουν εκδηλώσεις, να αναληφθούν πρωτοβουλίες για κρίσιμα ζητήματα (πόλεμος σε Ουκρανία και Γάζα, ακρίβεια, κοινωνικό κράτος). Πρέπει να λειτουργήσει η πολιτική καθοδήγηση με πυκνές συνεδριάσεις, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό σε συνθήκες κρίσης. Το αποτέλεσμα των εσωκομματικών εκλογών πρέπει να γίνει σεβαστό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι λαμβάνει κανείς λευκή επιταγή και εξουσιοδότηση για να παρεκκλίνει ουσιωδώς από την ιστορική μας παράδοση, την κοινωνική αναφορά και τις ιδέες και αξίες της Αριστεράς. Ο νέος πρόεδρος από την άλλη πρέπει να έχει μια περίοδο χάριτος για να παρουσιάσει τη δική του «πινελιά» στη νέα εποχή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ διέρχεται κρίση ύφους και απεύθυνσης προς την κοινωνία. Ο στόχος είναι φυσικά να περάσει πάντα το πολιτικό μήνυμα και να επικοινωνηθεί με τους καλύτερους όρους το πολιτικό σχέδιο, αλλά αυτό απαιτεί σαφή και τεκμηριωμένο λόγο, επιχειρήματα χωρίς τοξικές υπερβολές. Επιπλέον, η δημόσια αντιπαράθεση, οι απολίτικοι χαρακτηρισμοί, η αστήριχτη συνωμοσιολογία δεν βοηθούν τη διαλογική συζήτηση με πολιτικούς όρους. Τα κόμματα της Αριστεράς συζητούν συντεταγμένα και όταν διαφωνούν δεν παίζουν τηλεοπτικές «καρεκλιές». Γι’ αυτό υπάρχουν τα συνέδρια, τα προσυνεδριακά κείμενα, η αρθρογραφία και ο δημόσιος (αντι)λόγος, ο οποίος όμως δεν πρέπει να είναι διαλυτικός.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, τέλος, διέρχεται κρίση κυβερνησιμότητας. Παρά τα ανωτέρω προβλήματα, ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ πρέπει να εντείνει την αντιπολιτευτική του τακτική. Η εσωκομματική κρίση δεν πρέπει να τον αποχαρακτηρίσει στα μάτια και αυτιά της κοινωνίας ως το κόμμα που παραμένει η αξιωματική αντιπολίτευση της χώρας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη με την εμπεδωμένη πολιτική κυριαρχία που παρέχουν τα αποτελέσματα των βουλευτικών και αυτοδιοικητικών εκλογών συνεχίζει να προκαλεί μεγάλη καταστροφή στην ελληνική κοινωνία. Απαιτούνται πρωτοβουλίες μέσα και έξω από τη Βουλή, θεσμικές παρεμβάσεις αλλά και συνεργασίες για τον σχηματισμό δημοκρατικού μετώπου απέναντι στις δεξιές πολιτικές.
Το μεγάλο στοίχημα είναι να κατορθώσει ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ «να κάνει την κρίση ευκαιρία» και να φύγει μπροστά. Η διάλυση του κόμματος μπορεί να αποφευχθεί εάν όλοι μπορέσουμε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων.
Ο Διονύσης Τεμπονέρας είναι μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ