Στην αρχή της θητείας της η κυβέρνηση Μητσοτάκη και όσο δεν είχε αποδειχτεί το μονόπλευρο ενδιαφέρον της υπέρ των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι αυτοί δεν είναι ίδιοι με εμάς.
Προσπαθούσαν να μα πείσουν ότι αυτοί είναι οι «άριστοι» και ότι το δικό τους «επιτελικό κράτος» υπερέχει από όλες τις προηγούμενες κυβερνητικές προσπάθειες.
Τώρα που απέτυχαν παντού, σε ό,τι κι αν έκαναν, από την πανδημία όπου είχαμε τους περισσότερους θανάτους ανά πληθυσμό στην Ευρώπη, μέχρι την ενεργειακή κρίση, όπου γίναμε ανάμεσα στις 2-3 χώρες με το ακριβότερο ρεύμα, την ακριβότερη βενζίνη και τα ακριβότερα προϊόντα πρώτης ανάγκης, τώρα που ο κ. Μητσοτάκης εκθέτει διεθνώς τη χώρα ως ο πρωθυπουργός που παρακολουθεί τους πάντες με παράνομο λογισμικό, τώρα που γίναμε τελευταίοι στην Ευρώπη και 107οι διεθνώς στην ελευθερία του τύπου και τώρα που το κράτος κατέρρευσε μέσα από το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη που ανέδειξε την αποδυνάμωση των δημόσιων δομών και τη διάλυση του έμπειρου προσωπικού, προσπαθούν να πείσουν ότι «όλοι είναι ίδιοι».
Τώρα δηλαδή που οι μόνοι τομείς στους οποίους πέτυχαν είναι αφενός η επικοινωνιακή προπαγάνδα, μετά από αλλεπάλληλες χρηματοδοτήσεις με εκατομμύρια ευρώ των ΜΜΕ και αφετέρου η ενίσχυση των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, προσπαθούν να συμψηφίσουν τις ευθύνες για την ολοκληρωτική αποτυχία τους με αόριστες ευθύνες των κυβερνήσεων του παρελθόντος.
Λένε, για παράδειγμα, στο δυστύχημα στα Τέμπη, ότι φταίνε εξ ίσου με τη σημερινή και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Προσπαθώντας έτσι να αποσείσουν τις δικές τους εγκληματικές ευθύνες και να τις συμψηφίσουν με υποτιθέμενες ευθύνες άλλων κυβερνήσεων.
Έρχεται όμως το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων τους οποίους οι ίδιοι διόρισαν και τους διαψεύδει. Καθώς στο πόρισμα αποδεικνύονται περίτρανα δύο αλήθειες.
Πρώτα ότι από το καλοκαίρι του 2019 και μετά τα τρένα λειτουργούν στα τυφλά, χωρίς σύστημα τηλεδιοίκησης. Γιατί κάηκαν τα καλώδια του συστήματος και ουδείς ενδιαφέρθηκε έκτοτε να τα αποκαταστήσει.
Δεν ενδιαφέρθηκε ούτε ο ίδιος ο παραιτηθείς υπουργός Μεταφορών Κώστα Καραμανλής, ο οποίος λίγες μόνο μέρες πριν το δυστύχημα κατηγορούσε τους βουλευτές της αντιπολίτευσης ότι κακώς αμφισβητούν την ασφάλεια στους σιδηροδρόμους.
Και δεύτερον γιατί ο μοιραίος ακατάλληλος σταθμάρχης ήταν αποτέλεσμα της πελατειακής και αναξιοκρατικής πολιτικής προσλήψεων και τοποθετήσεων σε θέσεις ευθύνης στο δημόσιο ανειδίκευτων, ανεκπαίδευτων και ακατάλληλων ανθρώπων.
Η παράνομη και αντίθετη με τους κανονισμούς ασφαλείας μάλιστα τοποθέτηση του συγκεκριμένου σταθμάρχη έχει τη σφραγίδα του παραιτηθέντα υπουργού Μεταφορών Κώστα Καραμανλή, ο οποίος επιβεβαίωσε την παράνομη και αναξιοκρατική τοποθέτηση με νομοθετική παρέμβαση.
Ούτε για την διάλυση των δημόσιων οργανισμών και την απουσία ασφαλιστικών δικλείδων στον σιδηρόδρομο από το 2019 και μετά όμως, ούτε και για την απογύμνωση από έμπειρο προσωπικό και την αναπλήρωση των κενών με αναξιοκρατικές τοποθετήσεις από τη σημερινή κυβέρνηση ευθύνονται οι προηγούμενες.
Οι οποίες, εκ του αποτελέσματος κρίνεται ότι και ασφαλιστικές δικλείδες είχαν στον σιδηρόδρομο και κατάλληλο προσωπικό διατηρούσαν σε καίριες θέσεις. Γι’ αυτό άλλωστε τέτοια μετωπική σύγκρουση δεν έγινε ποτέ πριν το 2019, όταν η σιδηροδρομική γραμμή ήταν μονή, αλλά έγινε σήμερα που η γραμμή είναι διπλή.
Δεν είναι λοιπόν όλοι ίδιοι, ούτε είναι ίδιες οι ευθύνες όλων για όσα ολέθρια συμβαίνουν τα τελευταία 4 χρόνια. Κάποιοι συγκεκριμένοι ευθύνονται και αυτοί πρέπει να τιμωρηθούν.
Δεν είμαστε όλοι ίδιοι, γιατί κάποιοι έμπρακτα ενδιαφέρονται για συγκεκριμένα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα.
Την ίδια στιγμή, κάποιοι άλλοι επιδιώκουν το δημόσιο συμφέρον, μέσα από την ενίσχυση των δημόσιων δομών, την αναβάθμιση των δημόσιων αγαθών και την υποστήριξη ενός ισχυρού κοινωνικού κράτους στην Υγεία, στην Παιδεία, στις Μεταφορές, στην Ενέργεια που δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δεν υποστηρίζει άλλωστε ότι οι αριστεροί είναι καλύτεροι από τους δεξιούς. Υποστηρίζει όμως ότι η ιδεολογία της Αριστεράς, η πολιτική δηλαδή που αναγορεύει το δημόσιο συμφέρον πάνω από κάθε επιμέρους ιδιωτικό, η πολιτική που υποστηρίζει το κοινωνικό κράτος και τις ίσες ευκαιρίες έναντι των ιδιωτικοποιήσεων που παρέχουν καλύτερη δυνατότητα να θεραπεύονται από τις ασθένειες και να εκπαιδεύονται επιλεκτικά οι πλούσιοι έναντι των φτωχών, είναι μια πολιτική που μας κάνει καλύτερους ανθρώπους.
Κι αυτό γιατί η πολιτική που υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ αναγορεύει την κοινωνική αλληλεγγύη και την κοινωνική δικαιοσύνη σε κυρίαρχα πολιτικά επίδικα.
Σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, που οδηγεί σε μια ταξική κοινωνία – ζούγκλα, όπου ισχύει το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».
Δεν είμαστε λοιπόν όλοι ίδιοι. Κάποιοι ενδιαφέρονται μόνο για την… πάρτη τους, ενώ κάποιοι άλλοι ενδιαφερόμαστε για τον διπλανό και κατ’ επέκταση και για το κοινό καλό.
*Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι υποψήφιος βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης με τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, καθηγητής και πρώην Πρύτανης ΑΠΘ, πρώην πρόεδρος της Αττικό Μετρό ΑΕ.