Πού οδηγείται η νέα κρίση με την Τουρκία; Εξηγεί η παραδοχή της κακής γειτνίασης όσα επικίνδυνα εξελίσσονται ή θα εξελιχθούν στο μέλλον; Ή μήπως ο αστάθμητος παράγοντας Ερντογάν έχει ως σταθερά αυτήν τη στιγμή τη διαπίστωση ότι η ελληνική πλευρά αφήνει πίσω της την ενιαία εθνική γραμμή όπως διαμορφώθηκε επί δεκαετίες, επιλέγοντας μια ιδιότυπη προσωπική ατζέντα του Κυριάκου Μητσοτάκη και τη μυστική διπλωματία;
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η όρεξη της Τουρκίας ανοίγει από το γεγονός ότι εξελίσσεται σε μια περιφερειακή δύναμη στη Μεσόγειο, αλλά η ευκολία με την οποία θα «λύσει» τις εκκρεμότητες με την Ελλάδα φαίνεται να της προσφέρεται από την ίδια την ελληνική διαχείριση.
Εν προκειμένω, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Υπάρχει μια σειρά από εντυπωσιακές αλλά και ανησυχητικές συμπτώσεις που ακολουθούν τις επαφές του Ελληνα πρωθυπουργού με τον Ταγίπ Ερντογάν τον ένα χρόνο της πρωθυπουργίας του. Τον Σεπτέμβριο του 2019, αφού ο Κυρ. Μητσοτάκης συνάντησε τον Τούρκο πρόεδρο στη Νέα Υόρκη, ο Ερντογάν αμέσως μετά, και αφού ο Ελληνας πρωθυπουργός διαβεβαίωνε πόση σημασία έχει η καλή διάθεση, προχώρησε στην υπογραφή των δύο παράνομων τουρκολιβυκών μνημονίων.
Σε αυτήν τη συνάντηση «καλού κλίματος» για πρώτη φορά Ελληνας πρωθυπουργός δεν έθεσε το θέμα της τουρκικής προκλητικότητας και των παραβιάσεων. Μετά τη συνάντηση του Μητσοτάκη με τον Ερντογάν στο Λονδίνο τον Δεκέμβριο του 2019 η Τουρκία σκηνοθέτησε τα γεγονότα στον Εβρο. Την πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία του Μητσοτάκη με τον Ερντογάν ακολούθησε η ανακήρυξη της Αγια-Σοφιάς σε τζαμί. Μερικές μέρες μετά και αφού προηγήθηκε μυστική επαφή απεσταλμένων Ελλάδας και Τουρκίας με τη διαμεσολάβηση της Γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ ο Ερντογάν έβγαλε το «Ορούτς Ρέις» και τον τουρκικό στόλο στο Αιγαίο. Ενα εμπειρικό συμπέρασμα είναι ότι είτε ο Τούρκος πρόεδρος εμπαίζει και προκαλεί τον Ελληνα πρωθυπουργό, επειδή του δίνει το δικαίωμα, είτε διαβάζει την υποχωρητικότητά του και επενδύει κάνοντας επεκτατικές κινήσεις.
Η αποκάλυψη Τσαβούσογλου
Στις 14 Ιουλίου 2020 ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου αποκάλυψε ύστερα από συνάντηση με τον Μαλτέζο ομόλογό του Εβαρίστ Μπαρτόλο ότι στο Βερολίνο είχε γίνει μυστική συνάντηση μεταξύ της συμβούλου του Ελληνα πρωθυπουργού Ελένης Σουρανή και του εξ απορρήτων του Ερντογάν Ιμπραήμ Καλίν, παρουσία του διπλωματικού συμβούλου της καγκελαρίου Μέρκελ.
Αν και οι μυστικές συναντήσεις δεν είναι κάτι ασυνήθιστο, έχουν σημασία δύο λεπτομέρειες: οι αρχηγοί των ελληνικών κομμάτων αλλά και οι Ελληνες διπλωμάτες έμαθαν τι είχε γίνει επειδή το «κάρφωσε» ο Τούρκος ΥΠΕΞ και επίσης η συνάντηση έγινε μετά την προκλητική απόφαση του Ερντογάν να μετατρέψει την Αγια-Σοφιά σε τζαμί. Το τι ώθησε τον Κυρ. Μητσοτάκη να χωνέψει τη μετατροπή της χρήσης της Αγια-Σοφιάς και να πάει σε μυστική συνάντηση είναι άγνωστο.
Επίσης άγνωστο παραμένει το γιατί την εθνική ρητορική που χρησιμοποίησε ο Μητσοτάκης για θέματα εξωτερικής πολιτικής που αφορούν άλλες χώρες, όπως τη Βόρεια Μακεδονία ή την Αλβανία, την καταπίνει όταν πρόκειται για την Τουρκία. Γιατί όμως ο Τσαβούσογλου προχώρησε στην αποκάλυψη της συνάντησης; Ελληνες διπλωμάτες με εμπειρία δεκαετιών δίνουν μία και μόνη απάντηση: «Γιατί ο Τούρκος ΥΠΕΞ ήθελε να μετατρέψει σε επίσημη διαδικασία την ανεπίσημη συνάντηση στο Βερολίνο και κυρίως την ατζέντα με όλα όσα μπήκαν προς συζήτηση».
Ποια είναι αυτά; Ενώ το Μαξίμου, μόλις αποκαλύφθηκε η συνάντηση του Βερολίνου, άφησε να διαρρεύσει ότι εξασφαλίστηκε να σταματήσει η έρευνα στο Αιγαίο από την πλευρά της Τουρκίας, ο Ιμπραήμ Καλίν, δεξί χέρι του Ερντογάν που έλαβε μέρος, έδωσε άλλη διάσταση. Εμφάνισε ως αντικείμενο της συζήτησης όλα τα θέματα που θέτει η Τουρκία. Ενώ δηλαδή η σταθερή θέση της Ελλάδας επί δεκαετίες είναι ότι μοναδική εκκρεμότητα των δύο χωρών είναι η υφαλοκρηπίδα και συνεπώς και η ΑΟΖ, αποκαλύφθηκε (και δεν διαψεύστηκε) ότι ο Μητσοτάκης αποδέχεται και κουβεντιάζει ότι υπάρχουν γκρίζες ζώνες, θέματα κυριαρχίας και συνόρων και κάθε αξίωση της γείτονος.
Ιδού τι είπε ο Ιμπραήμ Καλίν στο δίκτυο NTV για τη συνάντηση: «Εμείς καταρχήν πιστεύουμε ότι μπορούμε να τα επιλύσουμε στο πλαίσιο του αμοιβαίου σεβασμού. Το ζήτημα του Αιγαίου, το ζήτημα των νησιών, την υφαλοκρηπίδα, το ζήτημα των θαλάσσιων αρμοδιοτήτων, το θέμα των ερευνών και γεωτρήσεων στις αμφιλεγόμενες περιοχές της ανατολικής Μεσογείου. Το θέμα της εκλογής μουφτή στην Ελλάδα, το ζήτημα του τζαμιού στην Ελλάδα και όλα τα άλλα ζητήματα. Εμείς μπορούμε να τα λύσουμε άνετα με την Ελλάδα. Ως δύο γειτονικές χώρες με μια εποικοδομητική στάση, αλλά ταυτόχρονα και με μια ισχυρή ηγεσία με όραμα, μπορούμε να τα λύσουμε αυτά τα προβλήματα». Κάτω από τη ρητορική και την καλή διάθεση για επίλυση η Τουρκία στεγάζει τις διεκδικήσεις της, τις οποίες καταλήγει να επισημοποιεί η ελληνική κυβέρνηση με παρουσία σε μυστικές συναντήσεις. Η μυστική διπλωματία που εγκαινιάζει ο Κυρ. Μητσοτάκης στα ελληνοτουρκικά έχει στοιχεία ανατροπών της εθνικής στρατηγικής και προσωπικής ατζέντας.
Αμηχανία και απομόνωση
Αμέσως μετά τη μυστική σύσκεψη με την εποπτεία της Γερμανίας ο Ερντογάν απέδειξε την αυταπάτη της προσωπικής πολιτικής Μητσοτάκη. Εβγαλε τον τουρκικό στόλο στο Αιγαίο (ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε στη Βουλή για 40 πλοία και δεν διαψεύστηκε), ενώ η ΝΔ συνέχισε να αναπαράγει ωραιοποιημένες κοινοτοπίες περί απομονωμένου Ερντογάν. Σε επιχειρησιακό επίπεδο ελληνικά πολεμικά πλοία βγήκαν καθυστερημένα χάνοντας το πλεονέκτημα μάχης. Το 2018, σε αντίστοιχη κάθοδο του «Ορούτς Ρέις», η ελληνική στρατιωτική ηγεσία είχε στείλει έγκαιρα τη φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς» εμποδίζοντας το ερευνητικό σκάφος.
Ο Μητσοτάκης ελαχιστοποίησε τις κινήσεις που θα μπορούσαν να δείξουν αποφασιστικότητα και έκανε μόνο μία δήλωση μέσω της οποίας υποσχόταν ευρωπαϊκές κυρώσεις για την Τουρκία, οι οποίες τελικώς δεν ήλθαν. Το πρωτοφανές να μιλάει Ελληνας πρωθυπουργός για το τι θα κάνουν άλλοι στην ελληνοτουρκική κρίση και όχι ο ίδιος ακολούθησαν και άλλες πρωτοτυπίες. Ο πρωθυπουργός δεν συγκάλεσε ΚΥΣΕΑ για την κρίση, πράγμα που μεταφράστηκε ως προσπάθειά του να μην εκθέσει δεσμευτικά τις διαθέσεις του στη στρατιωτική ηγεσία της χώρας. Δεν συγκάλεσε ούτε συμβούλιο πολιτικών αρχηγών. Με καθυστέρηση δύο ημερών και αφού πιέστηκε από τον Αλ. Τσίπρα στη Βουλή ενημέρωσε τελικώς τους αρχηγούς των κομμάτων.
Είναι εντυπωσιακό μάλιστα ότι δεν θεώρησε αναγκαίο να ενημερώσει την πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ελπίζω όχι γιατί τη θεωρεί του χεριού του. Επίσης απέφυγε να πάει στη Βουλή όπου συζητιόταν η πρόταση παραπομπής του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου και να ενημερώσει τον ελληνικό λαό για την κρίση, στέλνοντας ταυτόχρονα μήνυμα στην Τουρκία. Μέχρι το βράδυ της περασμένης Παρασκευής ο πρωθυπουργός έδειχνε να ποντάρει στην αντιμετώπιση της κρίσης στηριζόμενος σε κάποια αόρατη δύναμη, πιθανώς αυτήν της Γερμανίας.
Οι Γερμανοί είναι (ξανά) φίλοι μας
Οι διαρροές περί παρέμβασης της Ανγκελα Μέρκελ άρχισαν από την περασμένη Πέμπτη. Δηλαδή η διαμεσολαβήτρια Μέρκελ, η οποία έβαλε στο ίδιο τραπέζι Ελλάδα και Τουρκία να διαπραγματευτούν για όλα, πράγμα το οποίο τελικώς εξελίχθηκε σε παγίδα με κερδισμένο τον Ερντογάν, φαίνεται να εγγυάται την καλή έκβαση της κρίσης. Η πίστη της ελληνικής πλευράς και προφανώς του πρωθυπουργού πως η Γερμανία θα μπει εμπόδιο στις επιδιώξεις της Τουρκίας είναι έωλη και καταστροφική. Η Τουρκία αποτελεί έναν παραδοσιακό και σύγχρονο οικονομικό εταίρο της Γερμανίας.
Οι διμερείς εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών ξεπερνούν τα 40 δισ. δολάρια. Οι γερμανικές εξαγωγές προς τη γείτονα χώρα αποφέρουν έσοδα κοντά στα 23 δισ. Πάνω από τρία εκατομμύρια Τούρκοι μετανάστες ζουν στη Γερμανία και έχουν πάνω από 80.000 επιχειρήσεις. Η Γερμανία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στην Τουρκία μετά την Ολλανδία. Είναι εμφανές ότι τα συμφέροντα Ελλάδας και Γερμανίας δεν συμπίπτουν όταν στην εξίσωση υπάρχει η Τουρκία. Επιπλέον η Γερμανία θέλει να βγάλει από το παιχνίδι επιρροής κάθε άλλον ευρωπαϊκό παράγοντα. Μιλάμε για τη Γαλλία. Η Γαλλία, η οποία διατηρεί με την Τουρκία ποικίλα ανοιχτά μέτωπα σε Λιβύη και Συρία, μέχρι το βράδυ της περασμένης Πέμπτης είχε άρει κάθε στήριξη προς την Ελλάδα.
Η αρνητική στάση έδειξε να λήγει με ανάρτηση που έκανε στο Facebook ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, στην οποία έγραφε μάλιστα στα ελληνικά: «Για μια ακόμη φορά θέλω να εκφράσω την πλήρη αλληλεγγύη της Γαλλίας προς την Κύπρο και την Ελλάδα απέναντι στις τουρκικές παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων τους. Δεν πρέπει να δεχτούμε να απειλείται ο θαλάσσιος χώρος ενός κράτους-μέλους της ΕΕ». Η δυσαρέσκεια του Μακρόν απέναντι στην Ελλάδα φαίνεται ότι δημιουργήθηκε από την απόφαση της κυβέρνησης να μην προμηθευτεί δύο υπερσύγχρονες γαλλικές φρεγάτες Belharra για τις οποίες υπήρχαν αρχικές δεσμεύσεις. Η ελληνική κυβέρνηση άφησε να διαρρεύσει ότι ήταν θέμα κόστους, αφού η αγορά ξεκίνησε από το 1,6 δισ. και έφτασε τα 3,3 δισ.
Η γαλλική πλευρά ωστόσο εκτιμά πως πρόκειται για γερμανικό ή αμερικανικό δάκτυλο προκειμένου η Ελλάδα να ψωνίζει από το δικό τους οπλοστάσιο. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Κυρ. Μητσοτάκης έστειλε ως απεσταλμένο στον Μακρόν τον Κύπριο πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη για να μεταφέρει το μήνυμα ότι η Ελλάδα θα προμηθευτεί τελικώς γαλλικά οπλικά συστήματα. Είναι άγνωστο κατά πόσο η νέα δέσμευση αφορά τις φρεγάτες ή άλλα όπλα. Φαίνεται δηλαδή ότι η Ελλάδα εξαγόρασε εγγυήσεις για αποκλιμάκωση της κρίσης ζητώντας παρέμβαση από τη Γαλλία.
Οσα παίρνει ο άνεμος
Η απόφαση του Ερντογάν να βγάλει στο Αιγαίο το ερευνητικό σκάφος «Ορούτς Ρέις» και στη συνέχεια να κλιμακώσει την ένταση σχετίζεται πρωτίστως με τον ρόλο που έχει επιλέξει για τον εαυτό του. Ο Ερντογάν φιλοδοξεί να αποτελέσει τον νέο ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου εκμεταλλευόμενος τις συγκυρίες. Οι άλλοτε δυνάμεις της βόρειας Αφρικής, η Αίγυπτος και η Λιβύη, σπαράσσονται. Οι ΗΠΑ έχουν αλλάξει επί Τραμπ το δόγμα εμπλοκής τους στη Μέση Ανατολή. Η εμπλοκή της Τουρκίας στα μέτωπα της Συρίας και της Λιβύης την καθιστούν παίκτη και περιφερειακή δύναμη. Τον τελευταίο μήνα Τούρκοι αξιωματούχοι γίνονται φορείς ενός τουρκικού μεγαλοϊδεατισμού που περιγράφει τη χώρα τους ως φάρο του μουσουλμανικού κόσμου.
Η μοναδική χώρα που διατηρεί αντιπαλότητα με την Τουρκία στην Ευρώπη είναι η Γαλλία, ενώ η Γερμανία λόγω συμφερόντων αποτελεί έναν στρατηγικό σύμμαχο. Σε όλο αυτό το γεωπολιτικό πλαίσιο η Ελλάδα δείχνει να μην αντιλαμβάνεται το διακύβευμα αλλά και την ανάγκη προσήλωσής της σε πάγιες θέσεις. Τη στάση του Κυρ. Μητσοτάκη στα ελληνοτουρκικά δεν αμφισβητεί η αντιπολίτευση, αλλά πρωτίστως ο Αντώνης Σαμαράς. Κύκλοι του πρώην πρωθυπουργού στέλνουν συνεχώς εσωτερικά μηνύματα να μην τολμήσει ο νυν πρωθυπουργός να προχωρήσει σε συνεκμετάλλευση του Αιγαίου (είναι εντυπωσιακό που το θεωρούν βέβαιη πρόθεσή του), ενώ αφήνουν αιχμές για παραδοσιακές στενές σχέσεις της οικογένειας Μητσοτάκη με το τουρκικό επιχειρηματικό κατεστημένο. Σχολιάζουν μάλιστα ότι αυτό το κατεστημένο έχει συμφέρον από μια πιθανή συνεκμετάλλευση του αρχιπελάγους.
Ανεξάρτητα από το πόσο δίκιο έχουν οι άσπονδοι εχθροί του Μητσοτάκη στο ίδιο του το κόμμα, είναι γεγονός ότι ο πρωθυπουργός εμφανίζει απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα μια συγκαταβατική στάση. Σαν να μην πρόκειται για μεθοδεύσεις του Ερντογάν αλλά του Ελβετού πρωθυπουργού. Κάθε τουρκική πρόκληση αντιμετωπίζεται ως στιγμιαίο ατύχημα. Στην προηγούμενη έξοδο του «Ορούτς Ρέις» στο Αιγαίο ενοχοποιήθηκε ο αέρας που το παρέσυρε. Το ίδιο έγινε και με τα 120 τουρκικά αλιευτικά που έφτασαν έως τη Μύκονο προτού να αποπλεύσει ο τουρκικός στόλος την προηγούμενη εβδομάδα. Είναι προφανές πως δεν λιμπίστηκαν τον ελληνικό γαύρο, αλλά αποτέλεσαν μέρος ενός σχεδίου.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Ελληνα ΥΠΕΞ Νίκου Δένδια, ο οποίος όταν Τούρκοι στρατιώτες βρέθηκαν σε προσχωμάτωση του Εβρου διαβεβαίωσε ότι δεν θα κάνουμε πόλεμο για δέκα μέτρα γης. Οπως είπε στο Documento πρώην στέλεχος της ηγεσίας του ελληνικού στρατού, «ακόμη και αν μεταφέρεις την κοινή λογική όταν λες πως δεν θα κάνεις πόλεμο για δέκα μέτρα γης, την ώρα που το λες δηλώνεις στην άλλη πλευρά προκαταβολικά τη διάθεσή σου να υποχωρήσεις. Και ίσως και τον φόβο σου. Ανοίγεις την όρεξη».
Ο Κυρ. Μητσοτάκης δείχνει να αντιμετωπίζει φοβικά ή έστω εκτός του γνωστού πλαισίου της άσκησης εξωτερικής πολιτικής στα ελληνοτουρκικά τις κινήσεις του Ερντογάν. Σημασία έχει πως, είτε το κάνει για τους λόγους που τον κατηγορεί το σαμαρικό μπλογκ είτε από επιπολαιότητα, δείχνει να εκπέμπει ανοχή που δεν έδειχναν άλλες κυβερνήσεις. Εχει επίσης σημασία ότι ο φιλοκυβερνητικός Τύπος επιχειρεί να προωθήσει για πρώτη φορά την ιδέα της συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου. Ο ίδιος ο Θάνος Ντόκος, αναπληρωτής σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας και άνθρωπος εμπιστοσύνης του Μητσοτάκη, μίλησε ανοιχτά για συνεκμετάλλευση, αποσυνδέοντάς την από το προαπαιτούμενο του σεβασμού που πρέπει να δείξει η Τουρκία στα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας.
Αντίστοιχες δημοσιογραφικές φωνές με ακροατήριο στη ΝΔ καλλιεργούν τα σενάρια της συνεκμετάλλευσης πάνω στη βάση του διλήμματος «χρήμα ή πόλεμος». Το ερώτημα αυτό έχει θέσει η ΝΔ και σε κρυφές δημοσκοπήσεις που έχει παραγγείλει. Να σημειώσουμε επίσης τη συμβολή του γνωστού Γιάννη Πρετεντέρη, ο οποίος αναρωτιέται από τις σελίδες των «Νέων» αν αξίζει να πολεμήσουμε για το Καστελόριζο. Αλλά σημασία προφανώς δεν έχει τι λέει ο κάθε Πρετεντέρης. Σημασία έχει τι λέει και τι κάνει ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης.