Μυρσίνη Ζορμπά: Η εργαλειοποίηση του πολιτισμού

Μυρσίνη Ζορμπά: Η εργαλειοποίηση του πολιτισμού

Η πρώην υπουργός Πολιτισμού γράφει στο Docville για τον τακτικό και άτακτο πόλεμο που έχει κηρύξει το ΥΠΠΟΑ, την «ανάπτυξη» που ευαγγελίζονται οι νεοφιλελεύθεροι προφήτες και την αδιαφορία για το δημόσιο συμφέρον που επιδεικνύει η κυβέρνηση.

Ο πολιτισµικός πόλεµος που έχει κηρυχθεί εδώ και ενάµιση χρόνο από το υπουργείο Πολιτισµού στο όνοµα της οικονοµικής ανάπτυξης διέπεται από διπλή στρατηγική: είναι τακτικός και άτακτος ταυτοχρόνως. Το σχέδιο του τακτικού πολέµου ολοκλήρωσε τον πρώτο κύκλο µαχών αναθεωρώντας τον πυρήνα της πολιτισµικής πολιτικής του υπουργείου µε την ψήφιση αφενός του νοµοσχεδίου για το Ακροπόλ όσον αφορά τον σύγχρονο πολιτισµό και τη δηµιουργική οικονοµία, αφετέρου του νοµοσχεδίου για τον Οργανισµό ∆ιαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (πρώην ΤΑΠ) όσον αφορά την πολιτιστική κληρονοµιά. Στις επιµέρους µάχες πραγµατοποιήθηκαν σφοδρές επιθέσεις στο θεσµικό πλαίσιο µε αλλαγές στα µεγάλα έργα (Ελληνικό, µετρό Θεσσαλονίκης, ενοποίηση Αρχαιολογικού Μουσείου, εγκαταστάσεις ανεµογεννητριών σε αρχαιολογικούς χώρους), δέσµες διευκολυντικών νοµοθετικών ρυθµίσεων, αναθέσεις έργων, οικονοµικές και περιβαλλοντικές διευθετήσεις. Η επόµενη µάχη αυτού του τακτικού πολέµου, που επιτίθεται στο δηµόσιο συµφέρον και αποθεώνει την ιδιωτική πρωτοβουλία, είναι η µετατροπή επιλεγµένων αρχαιολογικών µουσείων σε νοµικά πρόσωπα και η παράδοσή τους στη διαχείριση διοικητικών συµβουλίων µε γνώµονα την αποδοτικότητα και τον ανταγωνισµό.

Από την άλλη µεριά, στον άτακτο πόλεµο επιστρατεύτηκαν δεκάδες πολιτικές αποφάσεις µέσω τροπολογιών ή ΥΑ που ευνοούσαν, κάλυπταν, µετατόπιζαν, µαταίωναν, παρέκαµπταν, υπερκέραζαν, παραβίαζαν, ερµήνευαν κατά το δοκούν το υπάρχον θεσµικό πλαίσιο: διαλυτήριο Σαλαµίνας, διαφηµίσεις Coca-Cola, κήρυξη ΠΥΡΚΑΛ ως ιστορικού τόπου, τσιµέντωµα Ακρόπολης, ΕΜΣΤ, ∆εσµώτες του Φαλήρου είναι µόνο λίγα ενδεικτικά παραδείγµατα από τον µακρύ κατάλογο. Νυχτερινές τροπολογίες, αιφνιδιασµοί, απουσία δηµόσιας διαβούλευσης, συνδικαλιστικοί εναγκαλισµοί και χρηµατοδοτήσεις, ιδιωτικά διαχειριζόµενες χορηγίες, ίδρυση παράλληλου ταµείου στον Ο∆ΑΠ ή αλλιώς απροσχηµάτιστη παράκαµψη του δηµόσιου λογιστικού.

Τίποτε δεν µπόρεσε να αναχαιτίσει ή να µετριάσει τα πυρά αυτού του πολέµου, ούτε οι συστηµατικές καταγγελίες της αντιπολίτευσης ούτε η πανδηµία. Αντίθετα µάλιστα, το καθολικής ανάγκης πρόγραµµα επιβίωσης των εργαζοµένων του πολιτισµού της χώρας (καλλιτεχνών και δηµιουργών) µετατράπηκε σε ευκαιρία διαχείρισης της κρίσης προκειµένου να επεκταθούν οι µάχες πιο βαθιά στον τοµέα της σύγχρονης καλλιτεχνικής δηµιουργίας µε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και λεκτικά πυρά κατά αµάχων (βλ. δηλώσεις της υπουργού «Εξαντλήθηκε η επιείκεια της κυβέρνησης και του υπουργείου Εργασίας προς τους καλλιτέχνες»).

Κεντρικό αξίωµα όλων των παραπάνω: «Ο πολιτισµός είναι εργαλείο ανάπτυξης». Αυτή η επαναλαµβανόµενη υπουργική δήλωση αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο και το ιδεολογικό στίγµα όλων των πολιτικών αποφάσεων. Πρόκειται για έναν αβάσιµο και ανιστόρητο ισχυρισµό που δεν παράγει νόηµα πέρα από ενός είδους εθελοδουλία. Μπορεί να συναντήσει κάποιος σε κείµενα για τη σχέση πολιτισµού – ανάπτυξης διατυπώσεις όπως «η δύναµη του πολιτισµού για την ανάπτυξη», «ο πολιτισµός είναι σηµαντικός πόρος ανάπτυξης» ή ακόµη «η συνεισφορά του πολιτισµού στην ανάπτυξη», αλλά ουδέποτε ο πολιτισµός ταυτίζεται µε «εργαλείο» ανάπτυξης. Μια τόσο υποτιµητική για τον πολιτισµό διατύπωση, που του αφαιρεί κάθε λειτουργική αυταξία και κυριολεκτικά τον µαταιώνει, που τον εξοµοιώνει µε ένα σφυρί ή κατσαβίδι, που τον εργαλειοποιεί τόσο κυνικά, ούτε ακραίοι νεοφιλελεύθεροι δεν έχουν τολµήσει να διατυπώσουν. Και αυτό γιατί αποτελεί καθολική παραδοχή ότι ο πολιτισµός λειτουργεί πρωτίστως αυτόνοµα, παράγοντας εξ ορισµού πολιτισµική αξία, χάρη στην οποία συνδέεται µε τους άλλους τρεις πυλώνες της αειφορίας, τον οικονοµικό, οικολογικό και κοινωνικό.

Είναι προφανές συνεπώς ότι εδώ ο υπερβάλλων ζήλος µιας φαντασίωσης οικονοµικού και ιδεολογικού πατερναλισµού επιδιώκει να εφαρµόσει ένα µοντέλο άγριας οικονοµικής εκµετάλλευσης των πολιτισµικών πόρων, αδιαφορώντας για το δηµόσιο συµφέρον και την ανάπτυξη του ίδιου του πεδίου πολιτισµού της χώρας.

Αν ρίξουµε µια µατιά στη γενεαλογία της σχέσης πολιτισµού – ανάπτυξης που διαµορφώθηκε σε διασκέψεις της UNESCO και σε διεθνή περιοδικά και συνέδρια ήδη από τη δεκαετία του ’80, διαπιστώνουµε το πλέγµα προϋποθέσεων: η ∆εκαετία των Ηνωµένων Εθνών για την Πολιτιστική Ανάπτυξη (1988 – 1997) ανέδειξε την πολιτισµική ταυτότητα και την εκπαίδευση. Η ∆ιεθνής Επιτροπή για τον Πολιτισµό και την Ανάπτυξη (WCCD) µε την έκθεσή της για τη «∆ηµιουργική µας διαφορετικότητα» το 1995 προωθεί την αναγνώριση των πολιτισµικών δικαιωµάτων και της δηµοκρατίας απέναντι στη «σύγκρουση των πολιτισµών» του Χάντινγκτον. Στα επόµενα χρόνια προστίθενται στον διεθνή διάλογο συστήµατα αξιών και τρόποι ζωής, η πολιτισµική δηµοκρατία και οι ανισότητες, οι διακρίσεις, η συµµετοχικότητα, η κοινοτική κουλτούρα, η περιφερειακή διάσταση, η διαπολιτισµικότητα, η άυλη πολιτισµική κληρονοµιά, η προστασία της πολιτιστικής κληρονοµιάς σε πολεµικές συγκρούσεις, η κλιµατική αλλαγή.

Αυτή η κλασική ατζέντα απουσιάζει σε µεγάλο βαθµό από τις µέριµνες του υπουργείου, ενώ νέα επείγοντα ζητήµατα αναφύονται ως συνέπεια της ψηφιακής εποχής αλλά και της πανδηµίας: η απεδαφικοποίηση της παραγωγής και διανοµής κουλτούρας, οι νέοι όροι και συνθήκες κατανάλωσης, οι κολοσσοί της διανοµής και οι πλατφόρµες, ο έλεγχος δικτύων, δεδοµένων και περιεχοµένου, τα εθνικά µοντέλα ρύθµισης, φορολόγησης και πνευµατικής ιδιοκτησίας στο πλαίσιο των παγκόσµιων ανταγωνιστικών σχέσεων.

Ολα τα παραπάνω καταδεικνύουν την καταστροφικότητα του πολιτισµικού πολέµου που ζούµε και την ανάγκη ανακωχής ώστε να ανοίξει ένας σοβαρός δηµόσιος διάλογος και διαβούλευση µε βάση µια ατζέντα κρίσιµων θεµάτων που αφορούν το µέλλον του πολιτισµικού πεδίου και την ισότιµη συµµετοχή του την επόµενη πενταετία στο Σχέδιο Ανάκαµψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ.

Στην επέτειο των 50 χρόνων λειτουργίας του υπουργείου Πολιτισµού το 2021 οφείλουµε ως κοινότητα πολιτισµού να αναλογιστούµε τις ευθύνες που µας αναλογούν και να αποσαφηνίσουµε δηµόσια απόψεις, στρατηγικούς στόχους και προτάσεις.

Documento Newsletter