Τα αισιόδοξα μηνύματα έχουν μετατραπεί σε έντονη ανησυχία μετά την αύξηση των κρουσμάτων και τις τοπικές καραντίνες.
Μια εβδομάδα προτού κλείσει ο Ιούλιος και η φετινή τουριστική περίοδος διαγράφεται ως η απόλυτη «κινούμενη άμμος», κατά την εύστοχη διατύπωση του προέδρου του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας Αλέξανδρου Βασιλικού σε πρόσφατη ημερίδα. Και δύσκολα θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά από τη στιγμή που η κυβέρνηση προετοιμάζοντας το φετινό τουριστικό καλοκαίρι επιδόθηκε πολύ περισσότερο σε ασκήσεις αισιοδοξίας και επικοινωνίας παρά σε ασκήσεις πρόληψης, με αποτέλεσμα η προέλαση της μετάλλαξης Δέλτα στα πολυδιαφημισμένα ως εμβολιασμένα ελληνικά τουριστικά νησιά να τη φέρει μπροστά σε δύο επιλογές, που αποδείχτηκαν και οι δύο εξίσου καταστροφικές.
Για παράδειγμα, η επιλογή για την επιβολή περιοριστικών μέτρων στη ναυαρχίδα του ελληνικού τουρισμού, τη Μύκονο, ό,τι κι αν είπε ο υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης για να αποσείσει τις κυβερνητικές ευθύνες, είχε μεγάλο κόστος καθώς οδήγησε σε μαζικές ακυρώσεις στην ίδια τη Μύκονο αλλά και σε πτώση ή ενδεχομένως συγκράτηση των κρατήσεων και στους υπόλοιπους νησιωτικούς τουριστικούς προορισμούς, αφού οι ξένοι φοβήθηκαν τα αιφνιδιαστικά lockdowns. Για τον λόγο αυτό ελήφθη η απόφαση να μην παραταθεί το lockdown στη Μύκονο πέραν της μίας εβδομάδας και να μην επιβληθούν περιοριστικά μέτρα στην Κρήτη παρά την εκεί μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων.
Πέφτουν οι κρατήσεις
Τι ακολούθησε όμως στην Κρήτη, όπου τα πράγματα αφέθηκαν χαλαρά; Η μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων έφερε το νησί στο κόκκινο, κάτι που οδηγεί ήδη, σύμφωνα με παράγοντες του τουρισμού, σε συγκράτηση κρατήσεων που μέσα στις επόμενες εβδομάδες, αν οι επιδημιολογικοί δείκτες χειροτερέψουν, μπορεί να μετατραπεί σε ακυρώσεις. Κι όλα αυτά συμβαίνουν ακριβώς τη στιγμή που ανοίγει η πολύ σημαντική για τον ελληνικό τουρισμό αγορά της Βρετανίας από την οποία αναμένονται τα μεγάλα ρεύματα των Βρετανών ταξιδιωτών.
Αντιμέτωπη με αυτό το διπλό αδιέξοδο, η κυβέρνηση από την πλευρά της επιδιώκει να ξορκίσει τις ανησυχίες του τουριστικού κόσμου, τονίζοντας ότι παρά την αβεβαιότητα η τουριστική περίοδος μέχρι στιγμής πάει σχετικά καλά, αφού 2,3 εκατομμύρια ταξιδιώτες επισκέφτηκαν τη χώρα ως τα μέσα Ιουλίου. Συγκρατημένη αισιοδοξία εκφράζει και ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Παύλος Τάσιος, με το σκεπτικό ότι τα νούμερα των αφίξεων μέχρι στιγμής υπήρξαν ενθαρρυντικά και ότι στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου λειτούργησαν σχεδόν όλα τα ξενοδοχεία με μέση πληρότητα 55% ως 65% αναλόγως προορισμού, άρα ο τουρισμός απέδωσε τετραπλάσιες εισπράξεις σε σχέση με πέρυσι. Το αδύναμο σημείο ωστόσο στο αισιόδοξο σενάριο είναι ο πολύ σοβαρός κίνδυνος η σεζόν να κλείσει πράγματι νωρίς, ίσως και νωρίτερα συγκριτικά με πέρσι λόγω της επιδείνωσης των επιδημιολογικών δεικτών.
Γερμανοί και Βρετανοί
Η Γερμανία έχει ήδη προχωρήσει από τις 16 Ιουλίου σε υποβάθμιση της Ελλάδας στην κατηγορία των κρατών «κινδύνου» –κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι η κυβέρνηση συνιστά στους Γερμανούς πολίτες να μην έρχονται για διακοπές στην Ελλάδα– μια εξέλιξη που έδωσε αμέσως πτώση των γερμανικών κρατήσεων αλλά επί του παρόντος όχι σε δραματικά επίπεδα.
Ο Γερμανός τουρίστας όμως ενδέχεται να αποτελέσει εξαφανισμένο είδος σε περίπτωση περαιτέρω αύξησης των κρουσμάτων, αφού τότε η Γερμανία μπορεί να επιβάλει υποχρεωτική καραντίνα κατά την επιστροφή των Γερμανών ταξιδιωτών από τη χώρα μας – κι αυτό ισοδυναμεί με πλήρες απαγορευτικό. Και βεβαίως δεν ξέρουμε τι θα κάνουν στην περίπτωση αυτή οι βρετανικές αρχές και πόσοι από τους Βρετανούς που τόσους μήνες περιμένουν οι επιχειρηματίες στα Ιόνια, στη Ρόδο και την Κρήτη θα έρθουν τελικά.