Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να ξαναερωτευτεί;

Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να ξαναερωτευτεί;

Εχετε καταλάβει ότι κάτι βρομάει; Η μπόχα διεκδικεί ρόλο ατμόσφαιρας γύρω μας. Οποια πλευρά της καθημερινότητας και να πιάσεις υπάρχει πρόβλημα που ζέχνει. Το πιο σοβαρό από αυτά είναι η προσπάθεια που γίνεται για να φανεί ότι δεν υπάρχει πρόβλημα. Πριν από μερικές μέρες τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης κατακλύστηκαν από «ρεπορτάζ» για τον δισεκατομμυριούχο Ισραηλινό Μπένι Στάινμετζ, ο οποίος (κατά τα «ρεπορτάζ» πάντα) αδίκως δεν μπορεί να εγκαταλείψει την Ελλάδα λόγω εντάλματος της Ιντερπόλ, το οποίο όμως έχει εν τω μεταξύ ανακληθεί και γραφειοκρατικές διαδικασίες τον εμποδίζουν να ταξιδέψει προς τα δισεκατομμύριά του. Αν διαβάσει κάποιος τα «ρεπορτάζ», θα ανακαλύψει πολύ εύκολα πως έχουν κοινό υποβολέα, αφού χρησιμοποιούν πανομοιότυπο κείμενο και λεκτικό. Εν ολίγοις, κάποιος πλήρωσε αδρά για να γίνουν ρεπορτάζ-φασόν για τα δικαιώματα του Στάινμετζ. Εχει σημασία ότι ο δισεκατομμυριούχος Ισραηλινός, ο οποίος έχει καταδικαστεί στην Ελβετία για δωροδοκία πολιτικών και ελέγχεται για πλείστες ακόμη υποθέσεις, ήταν αυτός που αγόρασε σκανδαλωδώς την Πανγαία. Απέκτησε την εταιρεία των ακινήτων της Εθνικής Τράπεζας, αφού πήρε δάνειο από την ίδια την Εθνική για την αγορά. Ηταν ακριβώς την εποχή που ο Μπένι ήταν στο στόχαστρο των διεθνών διωκτικών αρχών.

Την ελληνική ημέρα λοιπόν της ευαισθησίας των μέσων μαζικής ενημέρωσης για την παραβίαση των δικαιωμάτων του δισεκατομμυριούχου Μπένι δημοσιοποιήθηκε ότι μάρτυρας επιβεβαίωσε το συμβόλαιο θανάτου που είχε φτιάξει ο Μένιος Φουρθιώτης για τον γράφοντα. Για την είδηση αυτή που αφορά μια ανθρώπινη ζωή δεν υπήρξε ούτε λέξη. Αντιστοίχως, δεν υπήρξαν λέξεις στα ΜΜΕ για να περιγράψουν αυτό που γίνεται στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής, όπου ένας διαφημιστής, ο Μιχάλης Γκάλγκος της λίστας Πέτσα, περιγελά την εθνική αντιπροσωπεία και ψευδορκεί με συνήγορο του ψέματος τον πρόεδρο της επιτροπής και υποβολέα τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Χωρίς να το καταλάβουμε, για πάνω από δύο χρόνια είμαστε περικυκλωμένοι από σκοτάδι, μέσα από το οποίο αναδύονται και μετά φυγαδεύονται και πάλι στο σκοτάδι, ως πρωταγωνιστές και εκφραστές της ποιότητας της δημόσιας ζωής, Νίκοι Γεωργιάδηδες, Λιγνάδηδες, Φουρθιώτηδες. Το κοινό στοιχείο όλων δεν είναι η παραβατική και καταδικαστέα συμπεριφορά τους, αλλά η σχέση που έχουν αυτοί οι άνθρωποι με τέτοια συμπεριφορά με τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Και φυσικά επίσης κοινό στοιχείο είναι η συγκαλυπτική συμπεριφορά των μέσων ενημέρωσης.

Σε αυτό τον ζόφο που ζούμε, που δυστυχώς επιβαρύνεται και από τις συνθήκες της πανδημίας, όλα τα στοιχεία που κάποτε θα αποτελούσαν λόγους αυτογνωσίας και αντίδρασης μετατρέπονται σε μοχλούς χειραγώγησης. Ο φόβος και η ανασφάλεια δεν πυροδοτούν αντιδράσεις αλλά υποταγή. Τη θέση του δημόσιου διαλόγου, του ελέγχου, ακόμη και των ανθρώπινων ερωτημάτων παίρνουν η επιβολή και η ενοχοποίηση της αμφισβήτησης. Δείτε τι γίνεται κάθε μέρα με τον κορονοϊό. Ο πρωθυπουργός της χώρας, χωρίς να κάνει επιστημονικές αναφορές, ανακοινώνει μέτρα για τον εμβολιασμό. Οποιος ψελλίσει ένα απλό «γιατί» βαφτίζεται ψεκασμένος ή αρνητής του ιού και των εμβολίων. Γιατροί που μεταφέρουν την τραγική εικόνα στα νοσοκομεία αποκαλούνται ψεύτες, ενώ ένα τσούρμο μαϊντανών που φύτρωσαν σε ό,τι απόβλητο έχει ο επιστημονικός κόσμος δίνουν από την τηλεόραση οδηγίες με βεβαιότητα πωλητή νερού του Καματερού.

Ζούμε μια δυστοπία και γνωριζόμαστε με την πλευρά εκείνη της Ιστορίας που θα τρομάζει τους μελλοντικούς αναγνώστες της. Είναι τραγικό να πρέπει να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι δεν έχουμε άλλο δρόμο απ’ το να υπομείνουμε.

Ποια είναι η λύση; Τη λύση την επιβάλλει θεωρητικά η κοινωνία, αλλά ο χρόνος, ο τρόπος και το μέγεθος της καταστροφής που μπορεί να επέλθουν είναι συνδυασμός πολλών πραγμάτων. Το πολιτικό προσωπικό στη χώρα συνεχίζει να αποδεικνύει ότι δεν μπορεί να βγει από τον ρόλο του. Οι «κακοί» από τον ρόλο του κακού και οι «καλοί» από τον ετεροπροσδιορισμό τους από το κακό. Η εσωκομματική διαδικασία στο ΚΙΝΑΛ απέδειξε ότι τα κόμματα έχουν ξεφύγει από τους ιδεολογικούς και πολιτικούς τους προσδιορισμούς και γίνονται χωνευτήρια προσώπων που προκύπτουν από διαδικασίες συναλλαγής. Ισως οι μεταγραφές στις ποδοσφαιρικές ομάδες να εμπεριέχουν περισσότερη αγάπη για την ομάδα και τον στόχο απ’ ό,τι οι πολιτικές «δημοκρατικές» δοσοληψίες.

Αυτήν τη στιγμή θεωρητικά μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τη δύναμη και μπορεί να διατυπώσει πρόταση που να αντιστρατεύεται πειστικά την επέλαση του βαλκανικού τραμπισμού με το πρωτοφανές μείγμα κυνικής κερδοσκοπίας, ψεύδους και ακροδεξιάς.

Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ κοιμάται στα χαμομήλια. Δεν συμφωνώ με την αντίληψη πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ ακυρώνει όποια μορφή αντιπολίτευσης κάνει, και τη συνολική προσφορά του, εγκλωβισμένος σε ένα εσωτερικό σύστημα στο οποίο βρίσκεται απολογούμενος σε αόριστες αρχές και αγείωτες θεωρίες.

Οταν υπάρξει οποιοδήποτε ζήτημα δικαιωμάτων που ακουμπά στα κομματικά του αντανακλαστικά δημιουργεί (και καλά κάνει) εκτεταμένο θόρυβο. Δεν μπορείς όμως να παρουσιάζεις δυσανάλογη συμπεριφορά και μαχητικότητα ανάμεσα σε ένα θέμα «ομάδας» και ένα της κοινωνίας ολόκληρης. Ανάμεσα στη δημοκρατία που απειλείται πλέον στο σύνολό της (δείτε τις εκθέσεις των ημερών για την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα) και την παρέκκλιση που αφορά μια ομάδα δεν γίνεται συνεχώς να αγνοείς το πρωτεύον. Πρόκειται για πολιτική αδυναμία που απλώς αποκτά ιδεολογικές αναφορές για να καλυφθεί.

Δημοκρατία δεν είναι η ύπαρξη των τάσεων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ούτε ο ωραιοποιημένος και ανώφελος εσωτερικός σπαραγμός, αλλά η δυνατότητα δημοκρατικής λειτουργίας των θεσμών και την κοινωνίας. Γι’ αυτό έχει την ευθύνη ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και είναι και κομματική και συνταγματική ευθύνη.
Η περίπτωση της συμπεριφοράς του τομεάρχη Υγείας Αντρέα Ξανθού αυτές τις μέρες είναι χαρακτηριστική. Διέψευσε (χωρίς στοιχεία) τις καταγγελίες για VIP ΜΕΘ τις οποίες έκανε η ΠΟΕΔΗΝ, όταν ακόμη και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος του Μητσοτάκη δήλωσε ότι θα διερευνηθούν. Στη συνέχεια, ενώ ενέκρινε ως τομεάρχης σχετική ερώτηση βουλευτών του κόμματος, δεν τη συνυπέγραψε, για να επανέλθει την περασμένη Παρασκευή μετά τον σάλο που δημιουργήθηκε με δική του επίκαιρη ερώτηση. Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά και δεν αποτελούν πολιτική που αφουγκράζεται τον κόσμο και αξιοποιεί την πραγματικότητα. Φυσικά ο καθένας μπορεί να μιλήσει για μετριοπάθεια, για καλή καρδιά ή για τσάι και συμπάθεια προκειμένου να δικαιολογήσει την πολιτική ανεπάρκεια, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα.

Η ηγεσία της Κουμουνδούρου κάνει λάθος να περιμένει στωικά τις μάζες να τιμωρηθούν, να αγανακτήσουν και να επιλέξουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να σπάσει τη δυσπιστία που δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα συνοδεύει το κόμμα. Η πολιτική των συμμαχιών (όχι με τον εαυτό τους) πρέπει να αποκτήσει στρατηγική. Είναι ηττοπάθεια η ηγεσία να παριστάνει τον Χορταρέα που μελλοντολογεί και ρίχνει τα χαρτιά για να πετύχει την πολιτική αγαπημένη για συμβατικό γάμο. Πρέπει να ξαναερωτευτεί τον στόχο.

Documento Newsletter