Μπλόκο στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης

Ραγδαίες ήταν οι εξελίξεις την περασμένη Παρασκευή, αφού μετά τις παραιτήσεις του διευθυντή του πρωθυπουργικού γραφείου και ανιψιού του Κυριάκου Μητσοτάκη Γρηγόρη Δημητριάδη και του επικεφαλής της ΕΥΠ Παναγιώτη Κοντολέων εξαιτίας του σκανδάλου των υποκλοπών, τώρα η ΕΕ φαίνεται να έχει πάρει τις αποφάσεις της σχετικά με την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Τα χρήματα της δεύτερης δόσης του Ταμείου Ανάκαμψης που αναμενόταν να εκταμιευτούν στο τέλος Αυγούστου ή στις αρχές του Σεπτέμβρη πιθανότατα θα μπλοκαριστούν. Δύο είναι οι βασικές αιτίες που οδηγούν τις Βρυξέλλες να λάβουν μια τέτοια απόφαση. Αφενός οι συνεχείς παραβιάσεις του κράτους δικαίου από την πλευρά της κυβέρνησης, αφετέρου οι εξελίξεις της Παρασκευής που επέδρασαν με καταλυτικό τρόπο.

Το κλίμα στις Βρυξέλλες για την κυβέρνηση Μητσοτάκη μέρα με τη μέρα γινόταν πιο βαρύ, γεγονός που γνώριζαν οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ. Οπότε δεν πρόκειται για ξαφνική απόφαση αλλά για ωρίμανση μιας επιλογής που έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό να συζητιέται φωναχτά στους διαδρόμους των Βρυξελλών.

Ειδικότερα, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το ζήτημα της δόσης έχει συνδεθεί με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων ειδικά για το κράτος δικαίου. Οσον αφορά τις διατάξεις για τον εκσυγχρονισμό του κράτους δικαίου, η Αθήνα υπεκφεύγει συστηματικά τις αιτιάσεις των Ευρωπαίων. Αλλωστε η περίφημη διάταξη για τους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος (whistleblowers) που η ελληνική κυβέρνηση είχε δεσμευτεί ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να εισαγάγει σκόνταψε… στη Novartis και στην άρνηση του Γεωργιάδη, του Βορίδη και του Πλεύρη. Ακολούθως, η Κομισιόν θέλοντας να αποφύγει μια νέα κατάσταση Ορμπάν στην Ευρώπη είναι ιδιαίτερα αυστηρή ως προς τους όρους της εκταμίευσης των δόσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και η ελληνική κυβέρνηση για να αποφύγει τον τοίχο που διέβλεπε να υψώνεται είχε ζητήσει να λάβει τα μισά λεφτά μπροστά τον Σεπτέμβριο και τα άλλα μισά να εκταμιεύονταν αφότου είχαν πράγματι ολοκληρωθεί οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή γνωρίζοντας ότι η ελληνική Βουλή δεν θα λειτουργεί το καλοκαίρι μετέφρασε τις συνεχείς υπεκφυγές της Αθήνας ως προσπάθεια εξαπάτησης. Γεγονός που συνυπολογίστηκε ιδιαίτερα σοβαρά στη λήψη της τελικής απόφασης.

Αξίζει να σημειωθεί πως ένα επεισόδιο που πέρασε στα ψιλά και είχε προϊδεάσει για τις επερχόμενες εξελίξεις ήταν η εμφάνιση του Μητσοτάκη στο Ευρωκοινοβούλιο. Εκείνη η παρουσία είχε θεωρηθεί ως πανωλεθρία τόσο για τις ομοβροντίες κριτικής που εξαπέλυσαν οι ευρωβουλευτές όσο για την εικόνα των άδειων εδράνων του αδερφικού της ΝΔ Λαϊκού Κόμματος.

Εκείνη τη μέρα ο Κυρ. Μητσοτάκης στο περιθώριο της επίσκεψης είχε έντονη αντιπαράθεση με τον δημοσιογράφο του Euractiv Σαράντη Μιχαλόπουλο. Μάλιστα ο πρωθυπουργός είχε χαρακτηρίσει τα ρεπορτάζ του Σαρ. Μιχαλόπουλου «σαχλαμάρες». Βέβαια, το Euractiv σε ρεπορτάζ του από τον Δεκέμβριο του 2020 είχε μεταδώσει πως το Ταμείο Ανάκαμψης είχε συνδεθεί από την ίδρυσή του με ένα μηχανισμό για το κράτος δικαίου. Ο μηχανισμός αυτός είχε φτιαχτεί για την Πολωνία και την Ουγγαρία. Ωστόσο ο Μητσοτάκης κατάφερε να κάνει την Ελλάδα Πολωνία και Ουγγαρία. Σε κάθε περίπτωση, η Κομισιόν στην τελευταία έκθεση που δημοσίευσε για την Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα δηκτική για την κατάσταση του Τύπου και κυρίως του κράτους δικαίου στη χώρα.

Πιο συγκεκριμένα, η έκθεση κατέγραφε και επισήμαινε τις ανησυχίες της Κομισιόν σχετικά με τη διαδικασία διορισμού για τις ανώτερες θέσεις των δικαστών και εισαγγελέων. Ενώ γινόταν ευθεία αναφορά στην κατάσταση του ελληνικού Τύπου, όπου γινόταν φωτογραφική αναφορά στη δίωξη του Κώστα Βαξεβάνη και της Γιάννας Παπαδάκου.

Την ίδια στιγμή, η έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) για τις επαναπροωθήσεις των προσφύγων και των μεταναστών, που διέρρευσε στον ευρωπαϊκό Τύπο και συζητήθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο, ήταν ιδιαίτερα καταδικαστική για την Ελλάδα. Εκεί η Frontex καταγγελλόταν πως χρησιμοποιούσε τους ευρωπαϊκούς πόρους για να υποστηρίζει τις βάσει διεθνούς δικαίου παράνομες πράξεις του ελληνικού λιμενικού σώματος. Η έκθεση αυτή οδήγησε στην παραίτηση του διευθυντή της Frontex Φαμπρίς Λεγκέρι, ενώ η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ στην πρόσφατη επίσκεψή της στην Αθήνα αρνήθηκε να συναντηθεί με στελέχη του λιμενικού.