Ρώμη, 13 Ιουνίου. Αποπνιχτική ζέστη. Την επόμενη μέρα εξετάσεις και παρ’ ότι πρωτοετής και ψαρωμένη το ένστικτο επιμένει. «Να πας εκεί που θα γραφτεί η ιστορία». Πάνω στην ώρα ένα τηλεφώνημα από τον φίλο Κλαούντιο εξουδετερώνει μονομιάς κάθε ενδοιασμό. Η πόλη έχει παραλύσει. Η βιαιότητα του αιφνίδιου θανάτου κατεβάζει στους δρόμους εκατομμύρια κόσμου.
«Σύντροφοι» ήταν η τελευταία λέξη του Ενρίκο Μπερλινγκουέρ πρoτού το αίμα κατακλύσει τον εγκέφαλο. Δίπλα στο φέρετρο παρατεταγμένοι σαν σωματοφύλακες ο Αντονιόνι, ο Μπερτολούτσι, οι αδελφοί Ταβιάνι, ο Σκόλα, η Λ. Καβάνι, ο Ρόσι ακόμα και ο χριστιανοδημοκράτης Φελίνι. Ο Μπενίνι τρυπώνει σαν πειραχτήρι στο παρεκκλήσι του Σαν Τζοβάνι και πατάει το κλικ πριν η θερινή σύναξη των σκηνοθετών πιάσει δουλειά.
Ο Κλαούντιο με παίρνει από το χέρι και σκαρφαλώνουμε στον λόφο, αντικριστά στο Κολοσσαίο για να έχουμε καλύτερη θέα. Ανεβασμένος στον γερανό ο Φελίνι. Τον χαζεύω. Μου κάνει εντύπωση που με 35ºC φοράει κοστούμι και γραβάτα. Κολλάει τα χοντρά γυαλιά του στην κάμερα και την περιστρέφει με ρυθμούς αργούς και τελετουργικούς. Κάνει σινιάλα στον Αντονιόνι που βρίσκεται απέναντι σε μια αυτοσχέδια σκαλωσιά. Οι κόκκινες σημαίες γράφουν στον φακό. Η λαοθάλασσα σκουπίζει τα δάκρυα για να αποχαιρετήσει ένα όραμα που θάφτηκε στο χώμα.
Κι ύστερα ήρθαν οι μέλισσες… και ο Μπερλουσκόνι κι έκαναν την πολιτική στούντιο της Ραφαέλα Καρά ή στην καλύτερη περίπτωση αντίτυπο της «Κοινωνίας του θεάματος» του Γκι Ντεμπόρ. Ο «καβαλιέρε», έχοντας υπό τον έλεγχό του αρκετά ΜΜΕ και μια ποδοσφαιρική ομάδα κυριάρχησε για περίπου 20 χρόνια στην πολιτική σκηνή της Ιταλίας αν και βρέθηκε πολλές φορές μπλεγμένος σε έναν ατελείωτο χορό σκανδάλων και διαφθοράς. Εκπρόσωπος του πιο ακραίου λαϊκισμού, έκανε την αρχή για να αναλάβουν την εξουσία οι επιχειρηματίες.
Οι πολιτικοί παλιάς κοπής είδος υπό εξαφάνιση. Σαν τους γραφικούς ρομαντικούς που εφαρμόζουν τον ακριβέστερο ορισμό της νοσταλγίας: Δανειζόμαστε από το χθες για να ξοφλήσουμε το αύριο.