Μπεν Τζόνσον: Η τελευταία βρόμικη κούρσα

φωτο: Official Olympic Team Website

Ο Μπεν Τζόνσον σάρωσε μετάλλια και ρεκόρ, πιάστηκε στη φάκα του ντόπινγκ κοντρόλ και στις 6 Μαρτίου 1993 αποπέμφθηκε οριστικά από τα κουλουάρ

H γκρίζα κουρτίνα έκλεισε παντοτινά στις 6 Μαρτίου 1993 και έκρυψε πίσω της την ντροπή που ο Μπεν Τζόνσον σπανίως αισθανόταν. Ο Καναδός σπρίντερ με τα παραφουσκωμένα μούσκουλα, τα κίτρινα μάτια, το τρομακτικό ύφος και τα εξωπραγματικά για την εποχή ρεκόρ έμελλε να γίνει παντοτινό συνώνυμο του ντόπινγκ και της απάτης, στιγματισμένος και δακτυλοδεικτούμενος ανάμεσα σε αθλητές που δεν ήταν δα κι αθώες περιστερές. Ο τελικός των 100 μ. στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ το 1988 έμεινε στα χρονικά ως «η πιο βρόμικη κούρσα της ιστορίας». Μόνο ένας από τους πρώτους πέντε ολοκλήρωσε την καριέρα του χωρίς να πιαστεί φαρμακωμένος. «Το χρυσό μετάλλιο ανήκει σε μένα και ας τερμάτισα τέταρτος» δήλωσε πολύ αργότερα ο Κάλβιν Σμιθ. Ποιος ξέρει, βέβαια, τι βρομιές μπορεί να έκρυβε –αποτελεσματικά– και η δική του η φωλιά.

Κυνηγημένος από νταήδες

Ο Μπεν Τζόνσον γεννήθηκε όχι στον Καναδά, αλλά στην Τζαμάικα το 1961, όταν ακόμη ο Ουσέιν Μπολτ ήταν λάμψη στα μάτια των γονιών του. Μετανάστευσε στο Τορόντο μαζί με τον πατέρα του όταν ήταν 15 ετών και βρήκε καταφύγιο στο γυμναστήριο, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να προστατευτεί από τους νταήδες του σχολείου που τον κορόιδευαν για το τραύλισμά του. Ο έφηβος Μπέντζαμιν δεν είχε τη σωματική ρώμη για να ανταποδώσει τα χτυπήματα, αλλά τα έβαζε στα πόδια και δεν τον προλάβαινε κανείς. Η συνάντησή του με τον προπονητή Τσάρλι Φράνσις, που είχε κάποτε τερματίσει 8ος στο 100άρι των Ολυμπιακών Αγώνων του Μονάχου, έμελλε να του αλλάξει τη ζωή.
«Οσοι πηγαίνουμε με τον σταυρό στο χέρι είμαστε καταδικασμένοι να μείνουμε στην αφάνεια» έλεγαν στον Φράνσις οι άλλοι σπρίντερ τη δεκαετία του ’70. «Οι αθλητές μου δεν πρόκειται να κάνουν το ίδιο λάθος» αποφάσισε εκείνος. Ο Μπεν Τζόνσον άκουσε για πρώτη φορά τη λέξη «ντόπινγκ» το 1981, όταν ήταν 20 χρόνων. «Ιf you don’t take it, you won’t make it» ήταν το σλόγκαν πίσω από τις κλειστές πόρτες των αποδυτηρίων: «Οποιος δεν παίρνει, δεν τα καταφέρνει». Ο προπονητής Φράνσις είχε στο πλευρό του ένα γιατρό ονόματι Τζέιμι Αστάφαν. «Μην ανησυχείς, όλα θα πάνε καλά» διαβεβαίωσαν τον απρόθυμο νεαρό. Ο Τζόνσον ήταν τότε λιπόσαρκος και κοκαλιάρης. Η μεταμόρφωσή του σε μυώδες θηρίο άρχισε από την επόμενη κιόλας ημέρα.

Τα αποτελέσματα ήρθαν πολύ γρήγορα. Τρέχοντας με την κοκκινόμαυρη στολή του Καναδά, ο Μπεν Τζόνσον τερμάτισε δεύτερος στους Αγώνες της Κοινοπολιτείας το 1982 και ανέβηκε στο βάθρο των Ολυμπιακών Αγώνων του Λος Αντζελες, αυτών που ανέδειξαν τον Καρλ Λιούις σε παγκόσμιο ήρωα. Ο Λιούις πρωτοείδε την πλάτη του Τζόνσον το 1985 στο Weltklasse της Ζυρίχης και δεν πίστευε στα μάτια του. Από τις επόμενες εννέα μεταξύ τους μονομαχίες, σε ευρωπαϊκό έδαφος συνήθως στο κυνήγι του χρυσού, ο νεοφερμένος Καναδός κέρδισε τις οχτώ. Το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Ρώμης το 1987 ήταν ο απόλυτος θρίαμβος του Τζόνσον, ο οποίος διέλυσε το παγκόσμιο ρεκόρ του Κάλβιν Σμιθ (9.83 από 9.93) και εξασφάλισε χορηγίες ύψους 480.000 δολαρίων, σαρώνοντας τα διεθνή βραβεία. Ο Καρλ Λιούις δεν το πήρε καλά.

«Ο Τζόνσον έκανε άκυρη εκκίνηση, ενώ εγώ αισθανόμουν αδύναμος λόγω μίας ίωσης» άρχισε να λέει όταν είδε μπροστά του το μικρόφωνο του βρετανικού ITV. Ωσπου τράβηξε το σπαθί από το θηκάρι: «Ξαφνικά βλέπουμε αθλητές να έρχονται από το πουθενά και να πετυχαίνουν απίστευτες επιδόσεις. Δεν πιστεύω ότι το κάνουν δίχως τη βοήθεια παράνομων ουσιών. Εάν έπαιρνα κι εγώ φάρμακα, θα έτρεχα κατ’ ευθείαν 9.80 όπως αυτός»! Ο Λιούις, που είχε τη φήμη αλαζόνα και εγωιστή, βρέθηκε αίφνης στο στόχαστρο. «Ο τύπος δεν ξέρει να χάνει» είπαν πίσω στην πατρίδα του. «Δεν πρόκειται να κακολογήσω κανέναν ούτε τώρα ούτε στο μέλλον» υποσχέθηκε ο ίδιος ο Τζόνσον με ένα ταπεινό μειδίαμα. Δεν είχαν καθιερωθεί ακόμη οι αιφνιδιαστικοί έλεγχοι ντόπινγκ εκτός διοργανώσεων. Ενα μπουκαλάκι με καθαρά ούρα το βράδυ του αγώνα ισοδυναμούσε με παραμονή στο απυρόβλητο.

Φαίνεται όμως ότι το στρατόπεδο του Τζόνσον αποθρασύνθηκε ή υπολόγισε λάθος τις μέρες. Οι πανηγυρισμοί του για την άνετη νίκη με 9.79 στον τελικό της Σεούλ, ένα χρόνο αργότερα, αρκετά μέτρα μπροστά από τον Λιούις και τον Λίνφορντ Κρίστι, κόπηκαν μαχαίρι μόλις ανακοινώθηκε το αποτέλεσμα του ντόπινγκ κοντρόλ. Στον οργανισμό του χρυσού ολυμπιονίκη ανιχνεύτηκε το στεροειδές στανοζολόλη και το μετάλλιο επιστράφηκε μαζί με το ρεκόρ. «Ποτέ δεν ήταν δικό μου, οπότε μπορείτε να το κρατήσετε» είπε ο ίδιος με πίκρα στα χείλη.

«Ολόκληρο το έθνος μας επωμίζεται τηn ντροπή» σχολίασε ο εκπρόσωπος της καναδικής αποστολής Πολ Ντουπρέ. Στην έρευνα που ακολούθησε ο Τζόνσον ομολόγησε την ενοχή του. «Ολοι παίρνουν φάρμακα» δικαιολογήθηκε με ύφος αποδιοπομπαίου τράγου και εξιλαστήριου θύματος.

Το στίγμα του απατεώνα

Ο Τζόνσον τιμωρήθηκε με διετή αποκλεισμό και επέστρεψε στα κουλουάρ το 1991, με το στίγμα του απατεώνα να πλανιέται πάνω από το ξυρισμένο κρανίο του. Οι προβολείς έπεσαν πάνω του στους ημιτελικούς των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992 στη Βαρκελώνη, αλλά ο 31χρονος Καναδός ήταν σκιά του ντοπαρισμένου εαυτού του και τερμάτισε τελευταίος. Η συμμετοχή του σε ένα μίτινγκ στην Γκρενόμπλ τον Ιανουάριο του 1993, όπου «έτριξε» το παγκόσμιο ρεκόρ στην κούρσα των 50 μ., ήταν η αποχαιρετιστήρια της καριέρας του, αφού ο έλεγχος τον έδειξε ξανά φαρμακωμένο. «Ο Τζόνσον αποτελεί εθνική ντροπή» κραύγασε ο τότε υπουργός Εσωτερικών του Καναδά Πιερ Καντιέ. «Να τον στείλουμε πίσω στην Τζαμάικα».

Ο Μπεν Τζόνσον δεν γύρισε ποτέ στην Τζαμάικα. Υπηρέτησε για λίγο ως γυμναστής σε προσωπικότητες όπως ο Μουαμάρ Καντάφι και ο Ντιέγκο Μαραντόνα, έγραψε ένα βιβλίο, έτρεξε για το μεροκάματο απέναντι σε άλογα και αυτοκίνητα, ώσπου σιγά σιγά εξαφανίστηκε από τον δημόσιο βίο. Η κολεξιόν αθλητικών ρούχων που δημιούργησε με την επωνυμία «Πιάστε Με» πήγε άπατη.

 

 

Ετικέτες