Μπαντιέρα ρόσα της αυτοκίνησης

Μπαντιέρα ρόσα της αυτοκίνησης

Η «Ferrari» του Μάικλ Μαν φτάνει στις αίθουσες για να φωτίσει την αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του ιδρυτή της φίρμας.

Παρότι το «Ferrari» του Μάικλ Μαν έφυγε από τη Μόστρα με άδεια χέρια, είναι από τα πιο αναμενόμενα φιλμ της χρονιάς. Ούτως ή άλλως ο επιδραστικός Αμερικανός σκηνοθέτης σπανίως τα πήγαινε καλά με τα διεθνή φεστιβάλ και τα σημαντικά βραβεία. Ποτέ δεν κέρδισε κάποια κορυφαία διάκριση (μόνο το «Insider» έπαιξε δυνατά στα Οσκαρ, όπου ο Μαν είχε τις τρεις από τις τέσσερις οσκαρικές υποψηφιότητες της συνολικής καριέρας του), παρότι οι περισσότερες ταινίες του τύχαιναν της αποδοχής των κριτικών –βλέπε «Ενταση»– ή γνώριζαν μεγάλη εμπορική επιτυχία («Ο τελευταίος των Μοϊκανών», «Collateral: Η διαδρομή» κ.ά.).

Το «Ferrari» που βγαίνει στις αίθουσες στις 25 Ιανουαρίου (από την TFG) σηματοδοτεί την επιστροφή του Μάικλ Μαν στη μεγάλη οθόνη μετά την techno-περιπέτεια «Blackhat» που πάτωσε στα ταμεία το 2015. Αν και το «Ferrari» δεν ενθουσίασε τους κριτικούς που βρέθηκαν τον περασμένο Σεπτέμβριο στη Μόστρα, οι περισσότεροι εκφράστηκαν με εγκωμιαστικά λόγια για την παλιομοδίτικη γοητεία του αλλά και την απαράμιλλη μαστοριά με την οποία ο Μαν εξακολουθεί να κατασκευάζει τα έργα του. Η ταινία αποτελεί ένα από τα παλαιότερα πρότζεκτ του σκηνοθέτη καθώς το δούλευε για περισσότερο από μια δεκαετία. Το σενάριο, που έχει την υπογραφή του Τρόι Κένεντι Μάρτιν, που δεν βρίσκεται πια στη ζωή (υπεύθυνος για πετυχημένα βρετανικά φιλμ και σειρές των 60s και 70s), βασίζεται στη βιογραφία που έγραψε το 1991 για τον Φεράρι ο συγγραφέας, δημοσιογράφος και ειδήμων στον μηχανοκίνητο αθλητισμό Μπροκ Γέιτς με τίτλο «Enzo Ferrari: The man, the cars, the races, the machine». Με βάση το υλικό αυτό ο Μαν επιχειρεί να φωτίσει την αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του Φεράρι και παράλληλα να αποδώσει την αίσθηση μεγαλοπρέπειας της ξακουστής φίρμας. Ηρωας της ταινίας είναι ο Ενζο Φεράρι, τον οποίο υποδύεται ο Ανταμ Ντράιβερ, ενώ δίπλα του συναντάμε την Πενέλοπε Κρουζ, τη Σέιλιν Γούντλεϊ, τον Πάτρικ Ντέμπσι και τη Σάρα Γκάντον.

Ανοδος, χλιδή και πτώση

Aπό ταπεινός οδηγών αγώνων ο Φεράρι σταδιακά μετατρέπεται σε σκληρό και απαιτητικό επιχειρηματία, ο οποίος κάποια στιγμή (το 1957 είναι έτος-ορόσημο για τη Ferrari) βρίσκεται σε κομβικό σημείο όχι μόνο στην επαγγελματική αλλά και στην προσωπική του ζωή. Ο Μαν συναντά τον γκριζαρισμένο μεσήλικα και κουρασμένο από τα συνεχή χτυπήματα ήρωα (ο θάνατος του μονάκριβου γιου του, η οικονομική κρίση που απειλεί με λουκέτο την εταιρεία του, ένας γάμος που βρίσκεται σε τέλμα αλλά και μια εξωσυζυγική σχέση που του βάζει νέες δοκιμασίες) σε οριακή φάση της διαδρομής του. Πίσω από τις λεπτομέρειες της ζωής ενός άντρα που βρίσκεται μονίμως σε πίεση, η ματιά του σκηνοθέτη επιχειρεί να σταχυολογήσει τους λόγους που το όνομα Φεράρι έχει ταυτιστεί με το υπέρτατο όνειρο για χιλιάδες λάτρεις του μηχανοκίνητου αθλητισμού. Το φιλμ, που κόστισε 95 εκατ. δολάρια –από τα πιο ακριβά στην καριέρα του σκηνοθέτη–, αποτελεί μια προσεγμένη και γεμάτη ένταση βιογραφία χτισμένη γύρω από το ισχυρό μοτίβο της ανόδου και της πτώσης, με τα αναγκαία συστατικά του μεγαλοπρεπούς θεάματος. Στην πρώτη του απόπειρα να κάνει το φιλμ όπως το οραματιζόταν το 2000 ο Μαν αρνήθηκε το μπάτζετ των 40 εκατ. δολαρίων καθώς το θεώρησε αρκετά μικρό. «Σκέφτηκα όπως και ο ήρωας του φιλμ. Δεν υπήρχε περίπτωση ο Ενζο Φεράρι να κάνει εκπτώσεις στα δημιουργήματα που σχεδίαζε» είπε έπειτα από πολλά χρόνια σε μια συνέντευξή του ο σκηνοθέτης, ο οποίος είναι γνωστό πως δεν κάνει εύκολα συμβιβασμούς, και σημειώνει με νόημα: «Αυτός άλλωστε είναι κι ένας από τους βασικούς λόγους που τα αυτοκίνητα της Ferrari είναι τόσο ξεχωριστά».

Η ταινία όμως καθυστέρησε να γυριστεί και για άλλους, τεχνικής φύσης λόγους. «Αποφάσισα ότι θα έκανα την ταινία μόνο αν μπορούσα να την κάνω με τον σωστό τρόπο. Ειδάλλως δεν θα την έκανα καθόλου» αναφέρει ο Μαν, που χρειάστηκε να περιμένει τις τεχνολογικές εξελίξεις για να αποδώσει όσο πιο ρεαλιστικά γίνεται την κόντρα των αυτοκινήτων στην περίφημη κούρσα Mille Miglia που η νίκη σ’ αυτήν είχε γίνει εμμονή για τον πρωταγωνιστή της ταινίας. Επίσης απαγορευτικό ήταν για αρκετό καιρό το υψηλό κόστος που απαιτούνταν για τις κατασκευές των δερμάτινων αντιγράφων των αυτοκινήτων της ταινίας.

Ο Άνταμ Ντράιβερ ενσαρκώνει τον Έντσο Φεράρι στο φιλμ «Ferrari» του Μάικλ Μαν που ήταν υποψήφιο για τον Χρυσό Λέοντα στο 80ό Φεστιβάλ Βενετίας

Ενα άλλο χαρακτηριστικό του φιλμ είναι και το ιστορικό του αποτύπωμα. Μέσα από την προσωπική περιπέτεια του Φεράρι, που παρουσιάζεται όχι μόνο ως καινοτόμος επιχειρηματίας αλλά και ως παθιασμένος –ειδικά με την ταχύτητα– άντρας που φλερτάρει διαρκώς με τον κίνδυνο και την αυτοκαταστροφή, βλέπουμε και την προσπάθεια της Ιταλίας να ορθοποδήσει μετά τον καταστροφικό πόλεμο. Η πορεία της χώρας που αφήνει πίσω της τα συντρίμμια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και ανοικοδομεί μια νέα πραγματικότητα για τους πολίτες της με βάση την τεχνολογική πρόοδο και τη μοντέρνα αισθητική, σε πολλά σημεία ταυτίζεται με την πορεία του ίδιου του Φεράρι. Η κορύφωση του φιλμ γίνεται με φόντο την εμβληματική κούρσα Mille Miglia του 1957 που θα κρίνει και το μέλλον της Ferrari, η οποία βρίσκεται ένα βήμα πριν από την εξαγορά της από τη Fiat ή τη Ford. Εδώ η σφραγίδα του Μαν με την καταλυτική συνδρομή του σπουδαίου μοντέρ Πιέτρο Σκάλια είναι έντονη και αποδεικνύει έμπρακτα πώς γίνεται κάποιοι κοινοί θνητοί να ταυτίζονται απόλυτα με την παγκόσμια ιστορία.

«Θέλμα και Λουίζ»: Η γυναικεία χειραφέτηση και απελευθέρωση συντελείται πάνω σε ένα κάμπριο αυτοκίνητο

Οι καλύτερες ταινίες με αυτοκίνητα

Τα αυτοκίνητα που έγραψαν τη δική τους ιστορία στον κινηματογράφο δεν έχουν μόνο στιλ αλλά και τρομακτικό (κάποιες φορές στην κυριολεξία) ενδιαφέρον!

Εν αρχή ην ο Στίβεν Κινγκ και η μεταφυσική του «Κριστίν». Για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη ο τρόμος αποκτά τη μορφή τετράτροχου αυτοκινήτου στη δημιουργία του Τζον Κάρπεντερ. Ο στιλίστας των θρίλερ το 1983 βουτάει στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Κινγκ και βάζει έναν nerd έφηβο (Κιθ Γκόρντον) να ερωτεύεται και να αγοράζει μια παρατημένη Plymouth Fury που την επισκευάζει. Η σένια πλέον «Κριστίν», όπως αποκαλεί το όχημά του ο ήρωας, δεν είναι μόνο «ζωντανή» αλλά και αποφασισμένη να εξοντώσει όποιον θεωρεί απειλή που μπαίνει ανάμεσα σ’ εκείνη και τον ιδιοκτήτη της. Σε ανάλογο ερωτικό mood βρίσκονται και κάποιοι ιδιοκτήτες αυτοκινήτων που… τη βρίσκουν με τροχαία που προκαλούν οι ίδιοι και στα οποία συμμετέχουν. Ανάμεσα σε στραπατσαρισμένες λαμαρίνες και τεμαχισμένες σάρκες η ερωτική ηδονή είναι πιο έντονη, μας λέει με το «Crash» του ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ το 1996, έχοντας για οδηγό το μυθιστόρημα του Τζέιμς Μπάλαρντ. Τα μηχανοκίνητα φονικά ένστικτα αποθεώνει κι ο Ταραντίνο στο b-movie του 2007 «Death proof», στο οποίο δύο γυναικοπαρέες έρχονται αντιμέτωπες με σαλεμένο κασκαντέρ (ο Κερτ Ράσελ σε νοσηρά κέφια) που σκοτώνει τα θύματά του με όπλο το θανατηφόρο όχημά του. Πάντως στο δυστοπικό και εφιαλτικό μέλλον το αυτοκίνητο είναι το μοναδικό μέσο επιβίωσης για τον «Μαντ Μαξ» του Τζορτζ Μίλερ (1982), σε ένα τοπίο απέραντης μοναξιάς αλλά και απύθμενης βίας.

Η προέκταση του εγώ

Στα 60s το αυτοκίνητο έπαψε να είναι σε αρκετές ταινίες απλό κινηματογραφικό αξεσουάρ και αποτέλεσε προέκταση της προσωπικότητας του ήρωα. Ο Τζέιμς Μποντ ποτέ δεν νιώθει άνετα αν δεν οδηγεί την Aston Martin του, ενώ στο «Μπούλιτ» (1967) ο Στιβ ΜακΚουίν βρίσκει πάντα λύση στις αστυνομικές υποθέσεις μέσα από την καμπίνα της παλιάς Mustang του. Ο λιγομίλητος στάντμαν του Ράιαν Γκόσλινγκ βρίσκει τον δυναμισμό του όταν οδηγεί τα αυτοκίνητα των ληστειών στο ατμοσφαιρικό «Drive» (2011) του Νίκολας Γουίντινγκ Ρεφν. Ανάλογα πράττει και ο Ανσελ Εγκορτ στο «Baby driver» (2017) του Εντγκαρ Ράιτ, με τη μόνη διαφορά πως για να πάρει μπρος πρέπει να ακούει την αγαπημένη του playlist. Τέλος, ο Τομ Χάρντι στο «Locke» (2013) του Στίβεν Νάιτ είναι ένας μηχανικός που ψάχνει να βρει τη λύση στα οικογενειακά, προσωπικά και επαγγελματικά του προβλήματα μένοντας μόνος στο πολυτελές τζιπ του στη διάρκεια μιας βαριάς νύχτας που δεν λέει με τίποτε να τελειώσει (όλο το φιλμ εκτυλίσσεται με μόνους πρωταγωνιστές τον ηθοποιό και το αυτοκίνητο).

Αγώνες ταχύτητας

Πριν και πάνω από όλα όμως τα αυτοκίνητα «γράφουν» καλύτερα στον φυσικό τους χώρο. Στο animation «Cars» (2006) του Tζον Λάσετερ ο δημιουργός της Pixar τιμά τρόπον τινά το ίνδαλμά του Στιβ ΜακΚουίν (απίθανος το 1971 στο «Le Mans» του Τζον Στάρτζες) δίνοντας το όνομά του στον ήρωα του παιδικού φιλμ. Καταπληκτικές οι κούρσες και στα «Ford vs Ferrari» του Τζέιμς Μάνγκολντ (2019) ή «Speed racer» (2008) των αδερφών Γουατσόφσκι, ενώ η λάμψη του θρύλου της F1 Νίκι Λάουντα (τον υποδύεται ο Γερμανός Ντάνιελ Μπριλ) είναι ακαταμάχητη στο «Rush» που γύρισε ο Ρον Χάουαρντ το 2013 κι αφορά την ιστορική κόντρα των Λάουντα – Χαντ (ο Κρις Χέμσγουορθ στον ρόλο του Βρετανού μποέμ πιλότου). Επίσης η θεαματική μηχανοκίνητη σειρά «Fast and furious» με τις τεράστιες εισπράξεις στα διεθνή ταμεία είναι μια κατηγορία από μόνη της.

Αυτοκίνητα για γέλια…

Υπάρχουν περιπτώσεις που τετράτροχα επιστρατεύτηκαν για να προκαλέσουν τα γέλιο του θεατή. Στο ντισνεϊκό «Κατσαριδάκι αγάπη μου» (1968) του Ρομπ Στίβενσον ένας ραλίστας κερδίζει κούρσες χάρη στη συνδρομή ενός μικρού –εξού το κατσαριδάκι του ελληνικού τίτλου αντί του πρωτότυπου «The love bug»– Volkswagen με ανθρώπινα αισθήματα. Φυσικά λόγω του σουξέ που είχε το φιλμ γυρίστηκαν αμέτρητες ταινίες με πρωταγωνιστή το νοήμον «κατσαριδάκι», που η αφεντιά του έφτασε μέχρι και το Μόντε Κάρλο («Το κατσαριδάκι στο Μόντε Κάρλο», 1978). Κωμικές διαστάσεις λαμβάνουν οι «Ατσίδες με τα μπλε» του Τζον Λάντις (1980) στο οποίο τα θεόσταλτα αδέρφια Ελγουντ και Τζούλιους (ο μακαρίτης Τζον Μπελούτσι και ο Νταν Ακρόιντ στους ρόλους) τα βάζουν με ανεγκέφαλους rednecks, εκδικητικές καλόγριες και ορδές περιπολικών που καταδιώκουν ανελέητα το πειραγμένο Bluesmobile τους σε όλη την κομητεία του Ιλινόι.

…αλλά και για κλάματα

Το αυτοκίνητο επιστρατεύτηκε σε αρκετά φιλμ ως μέσο για κοινωνικό και πολιτικό σχολιασμό. Ο ρατσισμός στα «Ο σοφέρ της κυρίας Ντέιζι» και «Το πράσινο βιβλίο», η γυναικεία χειραφέτηση και απελευθέρωση στο «Θέλμα και Λουίζ», η ξενοφοβία και το τραύμα του πολέμου («Ο ταξιτζής», «Gran Torino»), το τέλος της αθωότητας («On the road», «American graffiti»), η αβάσταχτη μοναξιά («Drive my car») είναι μερικά μόνο από τα μείζονα και επίκαιρα που έχουν απασχολήσει κάποιους δημιουργούς οι οποίοι βρήκαν τις λύσεις τους μέσω των τεσσάρων τροχών.

Ετικέτες

Documento Newsletter