«Μπαλάκι» 47 πρόσφυγες μεταξύ Ιταλίας και Ολλανδίας

Η Ολλανδία απέρριψε σήμερα το αίτημα της Ιταλίας να δεχθεί 47 μετανάστες που επιβαίνουν σε ένα πλοίο ανθρωπιστικής οργάνωσης η είσοδος του οποίου στα ιταλικά λιμάνια έχει απαγορευθεί, λέγοντας πως θα πρέπει να υπάρξει ένας διαχωρισμός ανάμεσα σε εκείνους που είναι αληθινοί πρόσφυγες και εκείνους που είναι οικονομικοί μετανάστες.

Το Sea Watch 3, το οποίο έχει ναυλωθεί από μια γερμανική ανθρωπιστική οργάνωση και φέρει ολλανδική σημαία, διέσωσε τους μετανάστες από μια λαστιχένια λέμβο ανοικτά των ακτών της Λιβύης πριν από μία και πλέον εβδομάδα. Από τότε ταξιδεύει στη θάλασσα και αντιμετωπίζει κύματα που φθάνουν έως και τα επτά μέτρα.

Ο αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης Λουίτζι ντι Μάιο, ηγέτης του Κινήματος 5 Αστέρια, είπε πως το πλοίο θα πρέπει να πάει είτε στη Γαλλία, την οποία έχει κατηγορήσει ότι αποφεύγει τις ευθύνες της, είτε στην Ολλανδία.

Το ολλανδικό υπουργείο Δικαιοσύνης και Ασφάλειας, το οποίο επιβλέπει τη μεταναστευτική πολιτική, ανέφερε ότι δεν θα δεχθεί κανέναν μετανάστη από τo Sea Watch έως ότου επιτευχθεί μια μακροπρόθεσμη συμφωνία για το πώς θα διαχωρίζονται οι πρόσφυγες από τους οικονομικούς μετανάστες.

«Εκείνοι που δεν δικαιούνται διεθνή προστασία θα πρέπει να στέλνονται αμέσως πίσω κατά την άφιξή τους στα σύνορα της Ευρώπης», ανέφερε το υπουργείο σε μια ανακοίνωση.

«Χωρίς σαφή προοπτική για μια τέτοια δομική λύση, η Ολλανδία δεν θα λάβει μέρος σε μέτρα ad hoc για την αποβίβαση.»

Είναι η δεύτερη φορά μέσα σε έναν μήνα που το Sea Watch παραμένει μεσοπέλαγα με τους διασωθέντες μετανάστες και χωρίς την προοπτική ενός ασφαλούς λιμανιού. Η τελευταία αντιπαράθεση τελείωσε έπειτα από 19 ημέρες και μια συμφωνία μεταξύ οκτώ χωρών της ΕΕ, περιλαμβανομένης της Ιταλίας, να δεχθούν τους μετανάστες.

Η Ολλανδία, η οποία είχε δεχθεί εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες στις δεκαετίες του 1960 και 1970 προκειμένου να εργαστούν ως εργάτες, έχει υιοθετήσει μια από τις αυστηρότερες πολιτικές για τη μετανάστευση στην Ευρώπη, έπειτα από έντονες αντιδράσεις της κοινής γνώμης.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ