Μοχαμάντ Χεματί: «Η ποίηση είναι μια πόρνη που κάτι περιμένει από εμάς»

Μοχαμάντ Χεματί: «Η ποίηση είναι μια πόρνη που κάτι περιμένει από εμάς»

Ο Ιρανός ποιητής βρέθηκε στην Αθήνα για την παρουσίαση του βιβλίου του «Η κούνια» και μίλησε στο Documento και τον Παναγιώτη Φρούντζο για τη δημιουργία στη χώρα του.

Ο Μοχαμάντ Χεματί προέρχεται από μια χώρα όπου ο έμμετρος λόγος μοιάζει με γαλήνιο ποταμό που πηγάζει από τα βάθη των αιώνων και εκβάλλει στην αιωνιότητα. Είναι ένας ποιητής που ακολουθεί τη ροή αυτού του ποταμού εγκιβωτίζοντας φθόγγους, λέξεις, εικόνες, συναισθήματα, οράματα, ιδέες, γιατί, όπως λέει ο ίδιος, «το να ασχολείσαι με τη λογοτεχνία σε βοηθάει να μη βλέπεις πια τον κόσμο άσπρο – μαύρο, τον κόσμο χωρισμένο σε καλούς και κακούς». Συναντήσαμε τον Ιρανό ποιητή στην Αθήνα, όπου ήρθε για να παρουσιάσει το βιβλίο του «Η κούνια» (Εκδόσεις Σκαρίφημα).

Στη χώρα μας έχουμε ταυτίσει την αρχαία Περσία με δυο τρία ονόματα βασιλιάδων και στρατηγών και άλλα τόσα μαχών στις οποίες ο «πολιτισμός» υπερίσχυσε της «βαρβαρότητας». Ομως πόσο ταυτόσημος με τη «βαρβαρότητα» ήταν ένας πολιτισμός που έλαμψε πριν ακόμη από την εμφάνιση του ισλάμ στην περιοχή;

Συνηθίζεται από τις μεγάλες δυνάμεις να χαρακτηρίζουν βαρβάρους τους εχθρούς τους. Είναι πολύ γνωστή πολιτική στρατηγική, η οποία δυστυχώς –απ’ ό,τι φαίνεται– λειτουργεί ακόμη. Για να δείξω πόσο παλιά είναι αυτή η στρατηγική θα σας δώσω ένα παράδειγμα, το οποίο νομίζω απαντά και στην ερώτησή σας. Σε ένα από τα μεγαλύτερα βιβλία της περσικής λογοτεχνίας, το «Σαχναμέ» (το βιβλίο των βασιλιάδων), ο μεγάλος ποιητής Φερντοσί αποκαλεί τους εχθρούς της χώρας «σατανικούς γίγαντες». Αυτοί οι «σατανικοί γίγαντες» ήξεραν όμως να γράφουν και να διαβάζουν και όταν νικήθηκαν και αιχμαλωτίστηκαν, αυτοί ήταν που έμαθαν στους αρχαίους Πέρσες να γράφουν και να διαβάζουν. Το «Σαχναμέ» γράφτηκε σύμφωνα με πανάρχαιους περσικούς μύθους. Ο Φερντοσί προσπάθησε να μείνει πιστός σ’ εκείνες τις πηγές και ό,τι έγραψε δεν αποτελούσε δική του άποψη. Μπορούμε βέβαια να φανταστούμε ότι οι νικητές πάντα παρουσίαζαν τους νικημένους σαν σατανάδες και βαρβάρους στον λαό τους. Αυτό όμως που θυσιάζεται με αυτήν τη στρατηγική των μεγάλων δυνάμεων είναι στην πραγματικότητα ο ίδιος ο πολιτισμός.

Η προσωπική σας αντίληψη για τον πολιτισμό του δικού μας τόπου ποια είναι;

Η λέξη πολιτισμός είναι από τις πιο δύσκολες στον κόσμο. Οπως και η λέξη λαός, την οποία πάντα εκμεταλλεύονται οι πολιτικοί. Θα προσπαθήσω όμως να εξηγήσω την προσωπική μου άποψη όσο πιο ξεκάθαρα γίνεται. Ο ελληνικός πολιτισμός είναι ακόμη ζωντανός. Ολες οι προσπάθειες να σωπάσει αυτός ο πολιτισμός, να πάψει να αναπνέει, είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Πέρα από την οικονομική κρίση από την οποία υπέφερε και υποφέρει η χώρα αυτή, είδα στην Αθήνα ανθρώπους που ακόμη αγωνίζονται και που τίποτε δεν μπορεί να τους σταματήσει. Σήμερα όμως δεν αγωνίζονται ενάντια στους αρχαίους Πέρσες αλλά ενάντια σε ένα κομμάτι του ίδιου τους του πολιτισμού, το οποίο φυτεύει σπόρους μίσους και οργής. Αν δεν ξεριζωθούν οι σπόροι αυτοί, οι καρποί τους θα είναι μόνο μίσος και οργή, τίποτε άλλο.

Από τα τετράστιχα του Ομάρ Καγιάμ που ερωτοτροπούν με τη ματαιότητα των πραγμάτων και τη μοναδικότητα των ανθρώπινων στιγμών έως το μαγευτικό τοπίο της αγάπης του Χαφέζ, τον οργιώδη μυστικισμό του Ρουμί και του Σααντί, η γλώσσα του τόπου σας μοιάζει να είναι ιδανικό όχημα για τη μεταφορά του έμμετρου λόγου. Η ίδια η γλώσσα δημιουργεί τις προϋποθέσεις της ποιητικής παραγωγής;

Η σχέση μεταξύ σκέψης και γλώσσας είναι από μόνη της μεγάλο θέμα, για το οποίο έχουν γραφτεί πολλά άρθρα και βιβλία. Μεγάλο μέρος της ιστορίας του τόπου μου είναι δυστυχώς μια ιστορία ανελευθερίας. Οταν δεν υπάρχει ελευθερία λόγου η γλώσσα δεν περιμένει κάποια σωτήρια πολιτική ή την ανατροπή μιας κυβέρνησης. Η γλώσσα βρίσκει τον τρόπο να διατυπώσει κάπως διαφορετικά ό,τι είναι απαγορευμένο. Αυτό το ξέρουν πολύ καλά οι Πέρσες ποιητές. Κάποιες φορές πέρασαν τα όρια των απαγορεύσεων, πέρασαν τα σύνορα τόσο απαλά και τόσο αθόρυβα που κανένας συνοριοφύλακας δεν άκουσε τα βήματά τους. Από την άλλη, η γλώσσα υποφέρει από αυτή την ιστορία. Το να το αρνούμαστε δεν ωφελεί. Αυτή η γλώσσα έχει ανάγκη να μπορεί να αναπνέει καλύτερα. Οπότε δεν είναι μονόπλευρη η σχέση. Σε κάθε περίπτωση, με την πάροδο της ιστορίας οι γλώσσες άλλοτε γίνονται πιο ισχυρές και άλλοτε πιο αδύναμες.

Πέρα απ’ αυτό θα ήθελα όμως να πω κάτι γενικότερο για την περσική ποίηση. Για παράδειγμα, μπορεί κανείς κάποιες φορές να διαβάσει έναν στίχο του Χαφέζ και να τον ερμηνεύσει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Κάποιοι Ιρανοί όταν θέλουν να πάρουν μια απόφαση ανοίγουν το «Ντιβάνι» του Χαφέζ και ρωτούν τι πρέπει να κάνουν. Αυτό το κάνουν εκατομμύρια Ιρανοί και όλοι πιστεύουν ότι τους έχει απαντήσει ο ποιητής. Ενα ποίημα με εκατομμύρια ερμηνείες και όλοι είναι ικανοποιημένοι. Η ιστορία της περσικής ποίησης λόγω της πικρής ιστορίας των αναγνωστών της είναι μια ιστορία ερμηνευτικής τέχνης. Η γραφή μας, το ότι δηλαδή πολλά φωνήεντα των λέξεων δεν γράφονται καν, επιτρέπει σε δύο αναγνώστες να διαβάζουν την ίδια λέξη και να την καταλαβαίνουν εντελώς διαφορετικά. Επίσης το γεγονός ότι παλιά οι ποιητές μας δεν χρησιμοποιούσαν κόμματα και τελείες δίνει τη δυνατότητα σε κάποιον να διαβάσει έναν στίχο διαφορετικά απ’ ό,τι κάποιος άλλος.

Οι δικοί σας στίχοι κινούνται στον αντίποδα της παράδοσης – αν και τα πάθη της αγάπης παραμένουν σταθερό μοτίβο σύνδεσης με το παλιότερο σώμα της ποίησης. Ρεαλισμός, κοινωνικός σχολιασμός, υπαρξιακό αδιέξοδο, αναζήτηση της ποιητικότητας στην καθημερινότητα. Οι σύγχρονοι Ιρανοί ποιητές κόβουν το νήμα που τους συνδέει με το παρελθόν και αναζητούν νέες φόρμες και νέο περιεχόμενο για τις δημιουργίες τους;

Η αναζήτηση για νέες φόρμες και νέο περιεχόμενο δεν είναι κάτι που κάνουν μόνο οι Ιρανοί ποιητές σήμερα. Πάρα πολλοί ποιητές –αν όχι όλοι– το έχουν προσπαθήσει στο διάβα της ιστορίας. Κάποιες φορές προσπάθησαν να εξισορροπήσουν την παράδοση με τη μοντέρνα ποίηση. Τα θέματα που αναφέρατε δεν είναι καινούργια που δεν τα συναντάμε στην παλιά περσική λογοτεχνία. Ναι, η αγάπη είναι αιώνιο θέμα στην περσική λογοτεχνία· δεν μπορώ να φανταστώ την περσική λογοτεχνία χωρίς το θέμα της αγάπης. Ομως ποιήματα στα οποία υπάρχει κοινωνικός σχολιασμός ή στα οποία εκφράζονται υπαρξιακά αδιέξοδα, όπως είπατε, δεν έχουν γράψει μόνο οι σύγχρονοι Ιρανοί αλλά και οι κλασικοί Πέρσες ποιητές. Δυστυχώς, αυτό το κομμάτι της λογοτεχνίας μας δεν είναι τόσο γνωστό. Τα mainstream μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν βάλει το μυαλό μας σε τέτοια κανάλια ώστε να έχουμε συγκεκριμένες προσδοκίες από συγκεκριμένα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τόσο γεωγραφικά όσο και χρονικά. Πώς θα μπορούσα να γράψω εγώ το ποίημα «Του Νταμαβάντ» αν δεν είχα διαβάσει το ποίημα του περίφημου ποιητή Μπαχάρ; Ή το άλλο που ο τίτλος του είναι απόσπασμα στίχου από τον «Κήπο με τα ρόδα» του Σααντί;

Αν η «ποίηση [είναι] η πόρνη της λογοτεχνίας», γιατί δεν είναι δοτική σε όλους; Γιατί είναι επιλεκτική στην επίδοση της ομορφιάς της;

Αυτό το ποίημα το έγραψα πριν από δέκα χρόνια περίπου. Η ποιητική συλλογή «Η κούνια» είναι στην πραγματικότητα μια ματιά στα τελευταία 15 χρόνια της ζωής μου. Πιστεύω ότι η ποίηση είναι μια πόρνη που κάτι περιμένει από εμάς. Δεν είναι όμως φτηνή πόρνη. Κάποιες φορές μας ζητάει κάτι που δεν μπορούμε να της δώσουμε.

Για τον Μοχαμάντ Χεματί

Ο Μοχαμάντ Χεματί γεννήθηκε το 1979 στη Ζαράντε της Σαβέ στο Ιράν και σπούδασε μετάφραση γερμανόφωνης λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης. Ζει στη γενέτειρά του, όπου εργάζεται ως μεταφραστής γερμανόφωνης λογοτεχνίας. Για τη μετάφραση του μυθιστορήματος «Εμβατήριο Ραντέτσκι» του Γιόζεφ Ροτ τιμήθηκε το 2018 με το βραβείο Αμπολχασάν Νατζαφί και το 2019 με το ανώτερο μεταφραστικό έπαθλο από το υπουργείο Παιδείας, Τεχνών και Πολιτισμού της Αυστρίας. Τα τελευταία 15 χρόνια γράφει ποιήματα, ελάχιστα εκ των οποίων έχει δημοσιεύσει στο διαδίκτυο. Τον Αύγουστο του 2018 ίδρυσε με τον Αλέξανδρο Κυπριώτη στο Στράλεν της Γερμανίας το Εργαστήριο Μετάφρασης Σύγχρονης Ελληνικής και Περσικής Ποίησης εν Προόδω (www.35hours.org) και τον Σεπτέμβριο πραγματοποίησαν τη δράση «Καταργώντας τα σύνορα με λέξεις – Ποιήματα έρωτα και πολιτικής», διαβάζοντας στο κοινό ποιήματά τους σε τρεις γλώσσες: ελληνικά, γερμανικά και περσικά. Τον Μάιο του 2019 ο Μοχαμάντ Χεματί και ο Αλέξανδρος Κυπριώτης ξεκίνησαν το πρότζεκτ Abolish Borders With Words (καταργήστε τα σύνορα με λέξεις). Το ποίημα του Μοχαμάντ Χεματί «Η κούνια» έγινε το εναρκτήριο «Attempt #1» (απόπειρα #1) αυτού του πρότζεκτ και έχει ήδη μεταφραστεί σε περισσότερες από σαράντα γλώσσες.

INFΟ

Η πρώτη ποιητική συλλογή του Μοχαμάντ Χεματί «Η κούνια», σε μετάφραση Αλέξανδρου Κυπριώτη, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Νοέμβριο, τόσο στη γλώσσα του όσο και σε ελληνική μετάφραση, από τις Εκδόσεις Σκαρίφημα

Ετικέτες

Documento Newsletter