Οταν πριν από δεκαετίες οι ελληνικές κυβερνήσεις αποφάσισαν ότι ο μοναδικός δρόμος για την ανάπτυξη της χώρας ήταν ο τουρισμός δεν μπορούσαν να φανταστούν πόσο καταστροφική θα ήταν η απόφαση αυτή όχι μόνο για τις τοπικές κοινωνίες αλλά και για το περιβάλλον, που παραμένει στην ουσία το βασικό προς πώληση προϊόν.
Σήμερα, εν έτει 2023, που έχουν γίνει σχεδόν αγνώριστες στο σύνολό τους παραθαλάσσιες περιοχές από την ανεξέλεγκτη δόμηση στην προσπάθεια εξυπηρέτησης του υπερτουρισμού, οι τοπικές κοινωνίες, που όλα τα προηγούμενα χρόνια πουλώντας γη ή εκμεταλλευόμενες τη συγκεκριμένη συγκυρία πλούτισαν, δείχνουν να αντιδρούν. Συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν να ζήσουν στον ίδιο τους τον τόπο. Η επέλαση μεγάλων ξένων εταιρειών με εκατομμύρια ευρώ διαθέσιμα, που καταβροχθίζουν κάθε σπιθαμή διαθέσιμης γης στήνοντας θηριώδεις και άσχετες με το περιβάλλον ξενοδοχειακές μονάδες, κάνει τη ζωή ανυπόφορη.
Η έλλειψη γιατρών, τα κλειστά σχολεία και η ανυπαρξία συγκοινωνίας κυρίως με τα νησιά διώχνουν τους κατοίκους. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μη θέλοντας να προστατεύσει τις τοπικές κοινωνίες –αντίθετα, ομνύοντας στη λογική της νεοφιλελεύθερης οικονομικής ανάπτυξης ανεξαρτήτως κόστους, κοινωνικού και περιβαλλοντολογικού– συντελεί στην ολοκληρωτική καταστροφή του προϊόντος στο οποίο υποτίθεται έχει επενδύσει. Ανεξέλεγκτη δόμηση και ακρίβεια διώχνουν ακριβώς αυτούς τους τουρίστες που θέλουν να απολαύσουν το αυθεντικό. Και μειώνουν δραματικά τα προσδοκώμενα κέρδη. Αλλά εδώ τον λόγο πρέπει να τον πάρουν πλέον οι ενδιαφερόμενοι, που δεν είναι άλλοι από τους συνειδητοποιημένους κατοίκους.