του Γιώργου Δημητριάδη
Η ανεργία των νέων αποτελεί μάστιγα στην εποχή μας, και επιφέρει πλήθος προβλημάτων ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους και τις οικογένειές τους. Σήμερα ανέρχεται στο 37,5% και φέρνει την Ελλάδα πρώτη στον ευρωπαϊκό δείκτη κατάταξης με βάση την Eurostat.
Από τα πρώτα χρόνια της κρίσης παρατηρήθηκε μεγάλο ποσοστό μετανάστευσης των νέων και ιδιαίτερα των εξειδικευμένων πτυχιούχων, οι οποίοι αποχώρησαν από την αγορά εργασίας αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης με υψηλότερους μισθούς. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat το διάστημα από το 2008 μέχρι το 2017 οι επιστήμονες που αποχώρησαν από την Ελλάδα ηλικίας 25-45 ετών ήταν 685.000, ενώ οι μισοί εξ΄ αυτών ήταν διδάκτορες.
Σήμερα δυστυχώς το brain drain συνεχίζεται, καθώς σύμφωνα με στοιχεία της έκθεσης του ΟΑΕΔ ‘’Στρατηγική Δεξιοτήτων Εργατικού Δυναμικού’’, το διάστημα 2020-2021, 111.549 πτυχιούχοι μετανάστευσαν σε ξένη χώρα.
Οι νέοι επιστήμονες δυστυχώς δεν αποχωρούν από επιλογή, αλλά από εξαναγκασμό, καθώς οι προσφερόμενες θέσεις δεν ανταποκρίνονται στα προσόντα τους, οι μισθοί δεν μπορούν να καλύψουν το κόστος διαβίωσης, ενώ η πραγματοποίηση των επαγγελματικών και των προσωπικών στόχων φαντάζει ακατόρθωτη.
Οι βασικοί λόγοι που ωθούν τους νέους στη μετανάστευση δεν είναι μόνο η ανεργία αλλά η αναξιοκρατίας και ο νεποτισμός, η αναντιστοιχία που υπάρχει στην αγορά εργασίας ως προς την προσφορά και τη ζήτηση, η αβεβαιότητα, οι ανεπαρκείς προοπτικές εξέλιξης, οι χαμηλές οικονομικές απολαβές και η απαξίωση της εργασίας σε μη ελκυστικά περιβάλλοντα. Οι περισσότεροι νέοι επιστήμονες που αποφασίζουν να μείνουν στη χώρα, στρέφονται ολοένα και περισσότερο στην υποαπασχόληση, την ετεροαπασχόληση, σε δουλείες κατώτερες των προσόντων και των προσδοκιών τους με χαμηλές απολαβές.
Το πρόβλημα της μη αξιοποίησης των πτυχιούχων δεν είναι η υπερπροσφορά τους στην ελληνική αγορά, αλλά η πολύ περιορισμένη ζήτηση τους, το οποίο συνδέεται με το πρότυπο της οικονομικής ανάπτυξης που ενσωματώνεται στην παραγωγική διαδικασία. Ένα μοντέλο ανάπτυξης που χαρακτηρίζεται από χαμηλή προστιθέμενη αξία, που δεν στηρίζεται στη γνώση και δεν παράγει σύνθετα προιόντα και υπηρεσίες και που δε θέτει στο επίκεντρο το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό και που δυστυχώς διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες. Είναι γεγονός ότι στον διεθνή καταμερισμό εργασίας οι χώρες που παράγουν περισσότερα προιόντα είναι αυτές που συγκεντρώνουν τα περισσότερα κέρδη, άρα αυξάνονται οι ανάγκες ζήτησης εξειδικευμένου δυναμικού, και φυσικά με την ενσωμάτωση των επιστημόνων τονώνεται και η οικονομία καθώς νοικιάζουν σπίτια, αγοράζουν αγαθά, δαπανούν χρήματα και επιφέρουν περισσότερα εισοδήματα στην οικονομία και την φορολογία.
Αντίθετα στην Ελλάδα, το πρότυπο της οικονομικής ανάπτυξης συμβάλλει στον στραγγαλισμό της οικονομίας καθώς χαρακτηρίζεται από μειωμένη προστιθέμενη αξία, συρρικνωμένη παραγωγική βάση, αποβιομηχάνιση, κατάρρευση της επιχειρηματικότητας, μικρή εξειδίκευση και κατά συνέπεια πενιχρούς μισθούς.
Το παράδοξο είναι ότι η χώρα μας δαπανά πολλά χρήματα για την εκπαίδευσή των επιστημόνων και αντί να παράγουν στην Ελλάδα μεταναστεύουν και στελεχώνουν μια άλλη οικονομία, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά το φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα, καθώς όσο χαμηλότερη αξία παράγει ένα κράτος, τόσο χαμηλότερα έσοδα έχει.
Είναι γεγονός ότι το ανθρώπινο κεφάλαιο έχει αναγνωρισθεί τόσο ως βασικός παράγοντας για την οικονομική ανάπτυξη, όσο και ως μέσο διάχυσης της γνώσης, της τεχνολογίας και της καινοτομίας.
Ένα ολιστικό σχέδιο για την ανάσχεση του brain drain, προϋποθέτει ένα διαφορετικό αναπτυξιακό μοντέλο που θα βασίζεται στην οικονομία της γνώσης και χρειάζεται ουσιαστικά και στοχευμένα μέτρα που θα αφορούν τόσο εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό όσο και τις επιχειρήσεις.
- Πρέπει επιτέλους να υπάρχει μία σύνδεση των πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας και τις ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας, με στόχο την απορρόφηση του δυναμικού στους τομείς της εκπαίδευσης, της έρευνας, της καινοτομίας αλλά και της επιχειρηματικότητας, ώστε να δημιουργηθούν ποιοτικές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας με προοπτικές αποκατάστασης.
- Πρέπει να δοθούν κίνητρα και δημιουργία προοπτικών στους νέους επιστήμονες, ελκυστικά εργασιακά περιβάλλοντα που να εμπνέουν τους νέους επιστήμονες να παραμείνουν στη χώρα, υψηλοί μισθοί και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας.
- Πρέπει να ενισχυθούν οι κρατικοί και δημόσιοι φορείς με τη δημιουργία θέσεων εργασίας για περισσότερους νέους επιστήμονες στη βάση της αξιοποίησης των γνώσεων και των προσόντων τους, αλλά να προωθηθούν και συγκεκριμένες επενδύσεις σε κάποιους τομείς της οικονομίας όπως τεχνολογίες, ΑΠΕ που θα παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της χώρας τα επόμενα χρόνια.
- Πρέπει επίσης να μειωθεί άμεσα η υψηλή φορολογία και το γραφειοκρατικό καθεστώς, έτσι ώστε να αναπτυχθούν νέες επιχειρήσεις που θα δημιουργήσουν με τη σειρά τους νέες θέσεις εργασίας, κάτω από την ομπρέλα της διασφάλισης της διαφάνειας και της εφαρμογής αξιοκρατικών κριτηρίων στις διαδικασίες πρόσληψης.
Ο Γιώργος Δημητριάδης είναι μέλος της ΙΝΕ/ΓΣΕΕ Α.Μ.Θ και πρόεδρος του ΠΑ.ΣΥ.Π