Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο κατάφερνε να εμπλέκει την μπορχεσιανή αχανή ευρυμάθεια με μιαν αλανιάρικη ατίθαση μπαγαποντιά που ζητάει από τον αναγνώστη την παιγνιώδη συμμετοχή του, τη συνενοχή του, τη σύμπραξή του σε μιαν άκακη συνωμοσία του καλού.
Το γεγονός ότι δεκαπέντε έργα τού Χιλιανού ποιητή, δοκιμιογράφου, διηγηματογράφου και μυθιστοριογράφου Ρομπέρτο Μπολάνιο (Roberto Bolaño, 28 Απριλίου 1953 – 15 Ιουλίου 2003) έχουν μεταφραστεί λαμπρά και κάνουν λαμπρό γκελ σε ένα ολοένα διευρυνόμενο αναγνωστικό κοινό χαροποιεί τους λάτρεις μιας λογοτεχνίας των μεταιχμίων, μιας γραφής υβριδικής, στις αλέες και στα σοκάκια της οποίας ανταλλάσσουν θερμές χειραψίες η αχαλίνωτη φαντασία με τη φιλοσοφική κοινωνικοπολιτική συγκρότηση.
Το στιλ του Μπολάνιο εύστοχα χαρακτηρίστηκε συνδυασμός Χόρχε Λουίς Μπόρχες και Τζακ Κέρουακ. Πράγματι ο δημιουργός αυτός, γεννημένος πριν από εφτά δεκαετίες και μέτοικος στους λειμώνες του ουρανού πριν από είκοσι χρόνια, κατάφερνε να εμπλέκει την μπορχεσιανή αχανή ευρυμάθεια με μιαν αλανιάρικη ατίθαση μπαγαποντιά που ζητάει από τον αναγνώστη την παιγνιώδη συμμετοχή του, τη συνενοχή του, τη σύμπραξή του σε μιαν άκακη συνωμοσία του καλού.
Θυμίζουμε ότι η επαγγελματική κάρτα που τύπωσε ο λογοτέχνης μας έλεγε: «Roberto Bolaño – Poeta y vago», πάει να πει «ποιητής και πλάνης», με τη συμπαραδήλωση επίσης του απροσδιόριστου, του μη εντάξιμου, του περιπλανώμενου, του αλήτη, του ανέστιου. Ο Μπολάνιο υποχρεώθηκε, αφού μάλιστα συνελήφθη και φυλακίστηκε από το φασιστικό καθεστώς του Αουγούστο Πινοτσέτ, να ζήσει σε διαρκή εξορία, μετακινούμενος από τη Χιλή στο Μεξικό και από εκεί στην Ισπανία, βγάζοντας τα προς το ζην ζόρικα, κάνοντας δουλειές του ποδαριού: λαντζέρης, επιστάτης, αχθοφόρος, σκουπιδιάρης.
Τα πάθη μας είναι οι πυξίδες μας και κυρίαρχο πάθος του Μπολάνιο ήταν το βιβλίο. Καταβρόχθισε τα πάντα και, θαρρείς από ευγνωμοσύνη προς τα ακαταμάχητα θέλγητρα της λογοτεχνίας, έγραψε με ερωτική παραφορά ποιήματα, διηγήματα, δοκίμια και μυθιστορήματα όπου, καθώς από τις σελίδες τους παρελαύνουν, ενίοτε εκθαμβωτικά και ενίοτε σαρκαστικά, εκατοντάδες διάκονοι της τέχνης του λόγου, ο Μπολάνιο κατέστησε πρωταγωνιστή των γραπτών του την ίδια τη γραφή.
Προσοχή, όμως! Δεν το πράττει με τη μεταμοντέρνα άψυχη και άνευρη διάθεση μορφολογικών καινοτομιών χωρίς ψυχική δόνηση και δίχως συγκίνηση. Το κάνει ζευγαρώνοντας μορφή και περιεχόμενο, ξέροντας ότι κάτι σημαντικό για την καρδιά έχει να κομίσει. Θίγει ζητήματα αγρίως πολιτικά, σαρκάζει τους ολοκληρωτισμούς, σκάβει στο ορυχείο της ύπαρξης, εξυφαίνει ριζοσπαστικές θεωρίες για την έννοια του χρόνου, μάλλον το πιο περίπλοκο θέμα όσων ποντάρουν το είναι τους στην τέχνη.
Στο περιλάλητο magnum opus του, το 1.166 σελίδων μυθιστόρημά του με τίτλο «2666» (μτφρ. Κρίτων Ηλιόπουλος, εκδ. Αγρα), σκαλίζει και ανατέμνει με συγκλονιστικούς τρόπους και ρυθμούς τις ρίζες του απόλυτου κακού, της εκτροχιασμένης παράλογης ακατανόητης βίας: σε τετρακόσιες σελίδες καταγράφονται, με ιατροδικαστική, ανατριχιαστική ακρίβεια, τρομακτικοί φόνοι στην πόλη Σιουδάδ Χουάρες στο Μεξικό ανάμεσα στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και τις αρχές του 21ου αιώνα. Περί τις τετρακόσιες γυναίκες (όσες οι σελίδες του τέταρτου μέρους του «2666» με τον λιτά απερίφραστο τίτλο «Εγκλήματα») βρήκαν φριχτό τέλος και εκατοντάδες ήταν οι αγνοούμενες. Γυναίκες που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα, απήχθησαν, βιάστηκαν, βασανίστηκαν, ακρωτηριάστηκαν, δολοφονήθηκαν.
Υποχρεωμένος από ένα σημείο και μετά να γράφει ακατάπαυστα για το ψωμί του, ο Μπολάνιο είχε τη σπάνια ικανότητα να μεγαλουργεί υπό πίεση – ικανότητα την οποία διέθεταν επίσης ο πολύς Νόρμαν Μέιλερ και ο πυραυλοκίνητος Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας. Κείμενα πεντακοσίων λέξεων, γραμμένα τάχιστα για έντυπα, συγκεντρωμένα στον πολυσέλιδο τόμο με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Entre paréntesis» («Εντός παρενθέσεων») δείχνουν περίοπτα τι θαύματα μπορεί να κάνει το κοκτέιλ ευρυμάθειας, φαντασίας, χιούμορ και αυτοσαρκασμού.
Το σπινταρισμένο και σπιντάτο μίνι μυθιστόρημα «Συμβουλές από έναν μαθητή του Μόρρισον σε έναν φανατικό του Τζόυ» (μτφρ. Κρίτων Ηλιόπουλος, εκδ. Αγρα) είναι ένα χάρμα χαρμάτων για τον αναγνώστη που ξέρει να λειτουργεί συνειρμικά και να απολαμβάνει τις λογοτεχνικές ακροβασίες ανάμεσα στα είδη, μιας και πρόκειται ουσιαστικά για μια λοξή και ευφυέστατη μεταφορά από την οθόνη στο χαρτί του πρώτου μετανουάρ φιλμ στην ιστορία του κινηματογράφου, του εκπληκτικού «Με κομμένη την ανάσα» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ (το δεύτερο, παρεμπιπτόντως, είναι ο «Αμερικανός φίλος» του Βιμ Βέντερς).
Θα συνιστούσα θερμά, θερμότατα, σε όποιον δεν έχει διαβάσει Ρομπέρτο Μπολάνιο να αρχίσει με το μυθιστόρημα «Οι άγριοι ντετέκτιβ» (μτφρ. Κώστας Αθανασίου, εκδ. Καστανιώτη), που κατ’ εμέ είναι ένα καλειδοσκοπικό δειγματολόγιο τόσο των θεμάτων που έθιξε εμμονικά ο συγγραφέας μας όσο και της εντυπωσιακά πλούσιας συγγραφικής του παλέτας. Πρόκειται συνάμα για νουάρ, για γουέστερν, για πικαρέσκο και ροκ βιβλίο με απογειωμένο χιούμορ, αστείρευτη επινοητικότητα και πάμπολλες αναφορές στην ιστορία της λογοτεχνίας.
Για μένα η φράση-τατουάζ του Μπολάνιο, χωμένη κάπου στον όγκο του «2666», είναι τούτη: «Only poetry isn’t shit». Ναι, μόνο η ποίηση δεν είναι πεταμένα λεφτά!
Face Control
Εδώ και τέσσερις δεκαετίες ο Θάνος Σταθόπουλος είναι ο αμείλικτος και συνάμα υπερευαίσθητος ψαλιδοχέρης της μινιμαλιστικής γραφής. Η περίτεχνη κοπτοραπτική του, απόγονος των cut-up του Ουίλιαμ Σ. Μπάροουζ, παράγει κείμενα υψηλής ποιητικής και μεγάλης ψυχονοητικής εντάσεως. Στον τόμο με τον ευρηματικό τίτλο «Η διασκευή του εαυτού μου στις 06:30», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ικαρος, ο Σταθόπουλος κοιτάζει κατάματα τέσσερις δεκαετίες (1983-2023) θαυμαστής προσήλωσης στο μοντάζ θραυσμάτων συλλεγμένων όχι μόνο από τη λογοτεχνία αλλά και από τον κινηματογράφο, τη μουσική, τα εικαστικά και την καθημερινή ζωή στο κοσμοβριθές κέντρο του άστεως. Ο Σταθόπουλος με το έργο του φωτογραφίζει πολλαχώς τον στίχο-μανιφέστο «Χτυπάει εντός σου η μηχανική καρδιά της πόλης» του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου. Η Ελένη Μεσάδου φωτογραφίζει τον Θάνο Σταθόπουλο. Κι αυτός δηλώνει: «Είμαι ένα κουτί γεγονότων από τη ζωή ως την τέχνη».