Ολα όσα πρέπει να γνωρίζουμε για να είμαστε ασφαλείς απέναντι στην επέλαση των κουνουπιών με τους έως τώρα δέκα νεκρούς.
Δέκα είναι έως τώρα οι νεκροί και 96 συνολικά τα έως τώρα κρούσματα του ιού του Δυτικού Νείλου στην Ελλάδα, στοιχεία που φανερώνουν πως έχει εγκατασταθεί για τα καλά στη χώρα μας και αποτελεί συνεχή απειλή.
Ομως πώς ακριβώς μπορεί κάποιος να αποφύγει τα τσιμπήματα των κουνουπιών; Σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (πρώην ΚΕΕΛΠΝΟ), ορισμένα από τα απλά αλλά σωτήρια μέτρα που μπορούμε να λάβουμε είναι τα εξής:
• Να φοράμε κατάλληλα ενδύματα που καλύπτουν όσο περισσότερο γίνεται το σώμα (μακριά μανίκια και παντελόνια, ανοιχτόχρωμα και φαρδιά ρούχα).
• Να χρησιμοποιούμε εντομοαπωθητικά στο ακάλυπτο δέρμα και πάνω από τα ρούχα, τα οποία περιέχουν δραστικές ουσίες όπως το DEET (Ν,Ν διεθυλο-μετα-τολουαμίδη), η ικαριδίνη ή πικαριδίνη (Picaridin – KBR 3023), το IR3535 και φυσικές ουσίες όπως αιθέρια έλαια ευκάλυπτου (που όμως έχουν σχετικά μειωμένη εντομοαπωθητική δράση).
• Τα εντομοαπωθητικά δεν πρέπει να έρχονται σε επαφή με το στόμα, τα μάτια και το βλεννογόνο της μύτης και δεν τα χρησιμοποιούμε σε ερεθισμένο δέρμα, αμυχές (κοψίματα) και τραύματα.
• Απομακρύνουμε τα στάσιμα νερά και από μικρές εστίες (π.χ. από λεκάνες, βάζα, κουβάδες, πιατάκια γλαστρών).
• Αδειάζουμε το στάσιμο νερό κάθε εβδομάδα, σκεπάζουμε και καλύπτουμε τα αντικείμενα με στάσιμο νερό.
• Φυλάσσουμε δοχεία νερού (κουβάδες, καρότσια, βαρέλια) γυρισμένα ανάποδα ή καλυμμένα.
• Δεν αφήνουμε να συσσωρεύονται λύματα, νερά αποχέτευσης, απόβλητα.
• Αντικαθιστούμε σπασμένους σωλήνες νερού που τρέχουν.
• Καλύπτουμε ή απομακρύνουμε παλιά λάστιχα που μαζεύουν νερό, καθαρίζουμε τα φύλλα που μαζεύονται στις υδρορροές.
• Κουρεύουμε τακτικά το γρασίδι, τους θάμνους και τις φυλλωσιές (καταφύγια ενήλικων κουνουπιών).
• Ποτίζουμε κατά προτίμηση το πρωί.
• Καλύπτουμε με σήτες τους αγωγούς εξαερισμού των βόθρων.
• Αν έχουμε πισίνα ή σιντριβάνι, θέτουμε κάθε μέρα σε λειτουργία το φίλτρο καθαρισμού. Δίνουμε κλίση στον κήπο για να απομακρύνονται τα νερά.
Και επιπτώσεις στο γαστρεντερικό σύστημα
Αν παρ’ όλα αυτά δεν καταφέρουμε να γλιτώσουμε από τα τσιμπήματα, θα πρέπει να γνωρίζουμε πως το 80% των ατόμων που μολύνονται παραμένει ασυμπτωματικό. Υπολογίζεται ωστόσο ότι περίπου 20% αυτών που μολύνονται από τον ιό αναπτύσσει την ήπια μορφή της νόσου, η οποία μπορεί να εκδηλωθεί με συμπτώματα όπως πυρετός, πονοκέφαλος, γενικευμένη αδυναμία/ καταβολή, πόνοι στους μυς και στις αρθρώσεις (εικόνα γριπώδους συνδρομής), ενώ επίσης μπορεί να παρουσιαστούν συμπτώματα στο γαστρεντερικό σύστημα (ναυτία, έμετοι, διάρροιες, ανορεξία, κοιλιακός πόνος), δερματικά εξανθήματα και διόγκωση των λεμφαδένων. Τέλος, λιγότερα από ένα στα εκατό άτομα που μολύνονται (κυρίως άτομα μεγαλύτερης ηλικίας) αναπτύσσουν τη σοβαρή μορφή της νόσου που προσβάλλει το κεντρικό νευρικό σύστημα (εγκεφαλίτιδα, μηνιγγίτιδα ή οξεία χαλαρή παράλυση).
Τα συμπτώματα της σοβαρής μορφής μπορεί να περιλαμβάνουν πυρετό, πονοκέφαλο, δυσκαμψία αυχένα, διαταραχές επιπέδου συνείδησης και συμπεριφοράς (απάθεια, λήθαργος, αποπροσανατολισμός, σύγχυση, κώμα), νευρολογικά συμπτώματα (αστάθεια, διαταραχές βάδισης και κινητικότητας, τρέμουλο, σπασμοί, παραλύσεις), σοβαρή μυϊκή αδυναμία, διαταραχές στην όραση.
Οι κίνδυνοι από τη σοβαρή μορφή της νόσου
Στην ήπια μορφή της νόσου τα συμπτώματα συνήθως υποχωρούν στις τρεις έως έξι ημέρες (λιγότερο από μία εβδομάδα) χωρίς να αφήσουν κατάλοιπα, αν και ορισμένα συμπτώματα (π.χ. υπερβολική κόπωση, κεφαλαλγία, μυαλγίες, διαταραχές συγκέντρωσης) μπορεί ενίοτε να παραμείνουν για εβδομάδες ή μήνες.
Στη σοβαρή μορφή της νόσου που προσβάλλει το κεντρικό νευρικό σύμπτωμα (εγκεφαλίτιδα, οξεία χαλαρή παράλυση) τα συμπτώματα της οξείας φάσης μπορεί να διαρκέσουν μερικές εβδομάδες, ενώ μετά μπορεί να παραμείνουν μακροχρόνια υπολειπόμενα νευρολογικά ελλείμματα ή διαταραχές (π.χ. παραλύσεις, διαταραχές κινητικότητας, κεφαλαλγία, χρόνια κόπωση).
Σοβαρή εκδήλωση της νόσου μπορεί να συμβεί σε ανθρώπους κάθε ηλικίας, ωστόσο η μεγάλη ηλικία (άνω των 50 ετών) είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας κινδύνου για δυσμενή εξέλιξη και θανατηφόρο κατάληξη. Επίσης, οι πιο σοβαρές εκδηλώσεις εμφανίζονται συνήθως σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς και γενικά σε άτομα με χρόνια υποκείμενα νοσήματα.