Οι τοποθετήσεις του Πρωθυπουργού και των υψηλόβαθμων στελεχών της ΝΔ συχνά φανερώνουν αλαζονεία, κυνισμό και ανοησία. Για παράδειγμα σύμφωνα με τον υπουργό Στυλιανίδη υπήρχε σωστός συντονισμός στην πρόσφατη πυρκαγιά της Πεντέλης. Όλα δούλεψαν ρολόι και υποδειγματικά (αφού δεν σταμάτησε η φωτιά στη θάλασσα, όπως πέρσι στην Εύβοια).
Αντίστοιχα για τον υπουργό Ανάπτυξης (!) ήταν παράλογο να ανησυχούν οι εργαζόμενοι επειδή μειώθηκε ο μισθός τους κατά τη διάρκεια της καραντίνας γιατί σε τελική ανάλυση «Τί θα τα κάνετε τα λεφτά; 300 κιλά θα γίνετε;». Φαίνεται πώς η μείωση μισθού ήταν ουσιαστικά μια δημόσια πολιτική πρόληψης και καταπολέμησης της παχυσαρκίας, αλλά μάλλον δεν το κατάλαβαν οι εργαζόμενοι. Ούτε οι νέοι όμως μοιάζουν να έχουν καταλάβει τί πρέπει να κάνουν. Για αυτό ο Πρωθυπουργός τους συμβούλεψε να μη κοιτούν μόνο τα λεφτά, αλλά να δουν τη ζωή τους πιο σφαιρικά και ολιστικά.
Για τους κυβερνώντες και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό τα πράγματα είναι απλά. Οι πολίτες πρέπει να κάνουν υπομονή και να μη διαμαρτύρονται για την οικονομική τους στενότητα, να χαίρονται που γίνονται μαζικές προσλήψεις ιερέων και αστυνομικών αντί για προσλήψεις γιατρών, νοσηλευτών και πυροσβεστών, να ανέχονται επαίσχυντες δικαστικές αποφάσεις, αδιευκρίνιστα ποσά και ιστορίες με γενναιόδωρες πεθερές, να αδιαφορούν για τα μπόνους των golden boys της ΔΕΗ, τις λίστες Πέτσα και τις απευθείας αναθέσεις δισεκατομμυρίων σε φίλους και γνωστούς, να πανηγυρίζουν για την αποστολή όπλων στην Ουκρανία, να καμαρώνουν για το lifestyle και τις ενδυματολογικές επιλογές της πρωθυπουργικής κομψότητας και να συρρέουν, τέλος, στη λιτανεία προπαγάνδας των τηλεοπτικών καναλιών με τους αλάθητους «πεφωτισμένους» μεγαλοδημοσιογράφους της ξεπεσμένης γκλαμουριάς και της αστακομακαρονάδας στην Μύκονο.
Δυστυχώς (για την κυβέρνηση) όμως, ο κόσμος δεν δείχνει να κατανοεί το μεγαλείο της πολιτικής της. Έτσι, το χάσμα μεταξύ της κοινωνίας και της κυβέρνησης μεγαλώνει διαρκώς. Αυτό αποκαλύπτουν οι αντιδράσεις στα θέατρα και στα πανεπιστήμια, οι επίσημες μελέτες (πχ. Ευρωβαρόμετρο), αλλά και τα ποιοτικά ευρήματα των δημοσκοπικών ερευνών. Στην κυβέρνηση είναι κυριολεκτικά στον κόσμο τους και σε κάθε περίπτωση παραμένουν πολύ μακριά από τα πραγματικά προβλήματα και τις αγωνίες της κοινωνίας.
Η περίπτωση Μητσοτάκη δε συνιστά βέβαια διεθνή πρωτοτυπία ως προς τη δυσαρέσκεια που εκφράζουν οι πολίτες προς την κυβέρνηση. Ο Μπόρις Τζόνσον απομακρύνθηκε από την πρωθυπουργία στα μισά της θητείας του με θόρυβο και για λόγους ακεραιότητας, η Ιταλία βυθίζεται πλέον σε πολιτικό χάος, ενώ τα εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά δημοτικότητας του Μακρόν μετά και τα Uber files δείχνουν ότι μάλλον δεν υπάρχουν πλέον σταθερές κυβερνήσεις. Ταυτόχρονα τα εκλογικά αποτελέσματα δείχνουν μια σαφή τάση αμφισβήτησης προς τα δεξιά κόμματα και τους κεντροδεξιούς κυβερνητικούς συνασπισμούς.
Στο editorial του The NewStatesman (αρχές Ιουνίου) τονίζεται ότι αυτό που διαφαίνεται από τις πρόσφατες εκλογικές μεταβολές είναι η καθολική πτώση της κεντροδεξιάς γιατί σε ένα πλαίσιο γενικευμένης αστάθειας και ενδημικών χαρακτηριστικών κρίσης (γεωπολιτική, κλιματική, οικονομική κτλ.), αλλά και εν μέσω επιδεινούμενων συνθηκών διαβίωσης, οι κεντροδεξιές κυβερνήσεις δεν μπορούν να προσφέρουν απτές λύσεις στα προβλήματα των πολιτών.
Οι αμιγώς δεξιές κυβερνήσεις επίσης δεν αποτελούν ελκυστική πολιτική για τους πολίτες αφού οι νεοφιλελεύθερες προσεγγίσεις δεν έχουν τη θεωρητική αίγλη και την πολιτική δυναμική να σταθούν στη σημερινή συγκυρία, όπως στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Για παράδειγμα οι κλαδικές πολιτικές, που υπαγορεύουν πιο αυξημένη κρατική παρέμβαση επανέρχονται δυναμικά στις χώρες της Δύσης προκειμένου να αμβλυνθούν οι συνέπειες της οικονομικής γιγάντωσης της Κίνας.
Όπως παρατηρεί η Jeanne Whalen (The Washington Post) στις ΗΠΑ ακόμη και οι Ρεπουμπλικάνοι θυσιάζουν την ορθοδοξία της ελεύθερης αγοράς για να αντιμετωπιστεί ο λεγόμενος «Κινεζικός κίνδυνος». Αντίστοιχα στη Γερμανία υλοποιείται το σχέδιο για τη βιομηχανία Industry 4.0, στη Γαλλία ο Μακρόν έσπευσε να κρατικοποιήσει την εταιρεία ενέργειας, την EDF, ενώ ο απερχόμενος Τζόνσον έκανε ήδη την μεγάλη στροφή στην πυρηνική ενέργεια στη Βρετανία διακόπτοντας αιφνίδια τη συνεργασία με τους Κινέζους επενδυτές στην κατασκευή πυρηνικών εργοστασίων.
Δεν είναι όμως μόνο οι σύγχρονοι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί που ακυρώνουν στην πράξη το νεοφιλελεύθερο πρόταγμα σήμερα. Μετά από δύο οικονομικές κρίσεις σε μια δεκαετία η αριστερά και η κεντροαριστερά εμφανίζονται να κυριαρχούν στους νέους και στους ψηφοφόρους με υψηλότερο εκπαιδευτικό υπόβαθρο. Και αυτό φαίνεται να ισχύει ακόμη και στις ΗΠΑ, όπου δυστυχώς ο Τραμπισμός διατηρεί ψηλά τις δυνάμεις του. Τα αιτήματα μείωσης των ανισοτήτων και αύξησης των μισθών κερδίζουν συνεχώς έδαφος τόσο ανάμεσα στους εργαζόμενους όσο και στους μικρομεσαίους ή σε άλλους παραδοσιακούς επιχειρηματίες που βιώνουν τον σταδιακό αφανισμό τους από τους πολυεθνικούς κολοσσούς (πχ. Βρετανικό καλοκαίρι της δυσαρέσκειας, κινητοποιήσεις αγροτών στην Ολλανδία, δημιουργία σωματείων σε αντίξοες συνθήκες, όπως στην Amazon).
Παρόλα αυτά στην Ελλάδα η κυβέρνηση βυθισμένη στον αυτοθαυμασμό και εγκλωβισμένη στα Mitsotakis’ analytics θεωρεί ότι μπορεί να αγνοήσει τα σημάδια των καιρών. Θεωρεί ότι μπορεί να εφαρμόσει παρωχημένες θατσερικές πολιτικές με ψηφιακό περιτύλιγμα και φιέστες, ότι μπορεί να πορευθεί με δημοσιονομικό εκτροχιασμό και εκχωρώντας πολύτιμους εθνικούς πόρους (βλέπε ΛΑΡΚΟ και ΔΕΗ) στοχοποιώντας ταυτόχρονα τους πολιτικούς της αντιπάλους, τους δημοσιογράφους που τολμούν να πουν την αλήθεια, τη νεολαία και τους καλλιτέχνες που αντιστέκονται. Θεωρεί ότι η επικοινωνιακή της υπεροπλία, η συμμαχία της με την εγχώρια ολιγαρχία και το έμμεσο τάισμα του αβγού του φιδιού (πχ. τα επαναστατικά φαγοπότια μετά την πορεία του Πολυτεχνείου, πανεπιστημιακή αστυνομία, μεταναστευτική πολιτική Τραμπ κτλ.) είναι ικανοί όροι για να κάνει damage control σε κάθε της αστοχία και θεσμικό της ατόπημα. Στο τέλος θα μείνει με το θράσος και τις ιδεολογικές της αγκυλώσεις. Θα έχει βάλει όμως για μια ακόμη φορά τη χώρα και τους πολίτες της στο πάγκο του χασάπη.