Η νεανική οµάδα Τροχιές φέρνει µε επιτυχία στη σκηνή τη… χωρίς τελειωµό κατασκευή του µετρό της Θεσσαλονίκης υπό τον τίτλο «Προσοχή: Εκτελούνται έργα».
Κάτι παιδιά απ’ τη Θεσσαλονίκη, φουριόζικα και σε αντίθεση µε τη σχετική φηµολογία διόλου χαλαρά, αποφάσισαν να βάλουν τη θεατρική τους σφραγίδα σε ένα θέµα εκ πρώτης όψεως καθαρά τεχνικό που αφορά το υπό διαρκή κατασκευή µετρό της Θεσσαλονίκης. Βέβαια δεν είναι η πρώτη φορά που οι άνθρωποι του θεάτρου µιλούν από τη σκοπιά τους για ζητήµατα ελάχιστα ποιητικά. Ο Μπρεχτ στην «Αγία Ιωάννα των σφαγείων» οργανώνει την καταγγελία του καπιταλιστικού συστήµατος µε ορµητήριο µια βιοµηχανία κρέατος. Ο Ευγένιος Ο’ Νηλ στον «Μαλλιαρό πίθηκο» κατεβαίνει στο µηχανοστάσιο ενός πλοίου για να βρει τις πρωτεϊκές δυνάµεις του ανθρώπου στην πλήρη τους ανόρθωση. Ο Αρθουρ Μίλερ πιάνεται από τους ελαττωµατικούς κινητήρες των αεροπλάνων για να επισηµάνει την ανέκαθεν προβληµατική σχέση µατωµένου χρήµατος και ανεξιλέωτης ενοχής στο «Ηταν όλοι τους παιδιά µου».
Κάθε ζήτηµα λοιπόν µπορεί να γίνει αντικείµενο ποιητικής θεώρησης ή θεατρικής διαπραγµάτευσης, αρκεί να ξέρεις να το κάνεις – και τα παιδιά από τη Θεσσαλονίκη απέδειξαν πως ξέρουν.
Σε δέκα λεπτά ή… σε δέκα χρόνια
Η οµάδα τους, µε τον εύγλωττο για την περίσταση και σίγουρα εξαιρετικά ευθύβολο τίτλο «Τροχιές», βασίστηκε στην αρχική σύλληψη της σκηνοθέτριας Νοεµής Βασιλειάδου και επεξέτεινε τη γραµµή των παραστάσεών της σε πολλές πόλεις προτού φτάσει στην Αθήνα, χωρίς να εκτροχιαστεί. Σκοπός της επισταµένης έρευνας, που πραγµατοποιήθηκε σε κεντρικές αρτηρίες της πόλης, σε δρόµους αποκλεισµένους λόγω των ηµιτελών έργων και στα τυφλά ανασκαφικά σηµεία µιας ακατόρθωτης διαδροµής, είναι να µας θυµίσει τις επιµένουσες συνέπειες µιας παλιάς ιστορίας.
Κάποτε, πολλά χρόνια προτού γεννηθούν αυτά τα παιδιά, γράφτηκε και το πρώτο επεισόδιο από ένα σίριαλ τόσο σουρεάλ ή καλύτερα να πω τόσο σουργεάλ που η πόλη δεν µπορεί να το στερηθεί, γι’ αυτό και συνεχίζεται µέχρι σήµερα µε τεράστια επιτυχία. Τότε πολλοί και διάφοροι επίσηµοι θεσµικοί παράγοντες, δήµαρχοι και νοµάρχες, υπουργοί και πρωθυπουργοί, αποφάσισαν πως η Θεσσαλονίκη πρέπει επιτέλους ν’ αποτινάξει τη βαλκανική υπνηλία και να προχωρήσει προς τον εκσυγχρονισµό της µε βήµα ταχύ. Βήµα τόσο µεγάλο που δεν µπορούσε να γίνει µε τα πόδια ούτε βέβαια µε τραµ και λεωφορεία αλλά µε ευρωπαϊκής ποιότητας, καταπληκτικό και ακαταµάχητο µετρό.
Βέβαια το καλό έργο αργεί να γίνει πράξη, όπως και η συναρµογή του έργου σε ορισµένες περιπτώσεις αργεί να καταλήξει σε καλή παράσταση. Γι’ αυτό, τη στιγµή που τα φώτα χαµηλώνουν µια φωνή από το υπερπέραν καλεί τους θεατές να κλείσουν επ’ αόριστον τα κινητά τους τηλέφωνα. Η παράσταση, προειδοποιεί η µυστηριώδης φωνή, µπορεί ν’ αρχίσει σε δέκα λεπτά ή… σε δέκα χρόνια! Ισως µάλιστα να µην αρχίσει ποτέ και οι θεατές να παραµείνουν όµηροι του θιάσου, όπως οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης που βρίσκονται εδώ και δεκαετίες εγκλωβισµένοι από τους φαιδρούς κατασκευαστικούς θιάσους που εναλλάσσονται στην ακάµατη πλην άκαρπη προσπάθεια να ολοκληρωθεί το µετρό.
Μελαγχολία και ιλαρότητα
Αυτή η εισαγωγική τοποθέτηση, βάζοντας σε κοινή τροχιά µελαγχολία και ιλαρότητα, δίνει εξαρχής και µε τη µεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια το στίγµα ολόκληρης της παράστασης. Οι ηθοποιοί, που είναι ταυτόχρονα και οι κειµενογράφοι της οµάδας, αποδεικνύονται ιδιαίτερα ευέλικτοι. Μετακινούνται µε άνεση από τους ειρωνικούς συσχετισµούς στις θλιβερές διαπιστώσεις και από την καυστική περιγραφή στην εξοργισµένη κριτική. Συγκρίνουν το πάντοτε αναµενόµενο και ουδέποτε ερχόµενο µετρό µε τον διαρκώς ετοιµοπαράδοτο και συνεχώς αναβαλλόµενο «Μεγάλο περίπατο» της Πανεπιστηµίου, υπενθυµίζοντας πως η εργολαβική βραδυπορία που ταλαιπώρησε τους Αθηναίους ωχριά µπροστά στον νευρικό κλονισµό των Θεσσαλονικέων.
Η παράσταση κινείται σαν όχηµα σταθερής τροχιάς αλλάζοντας σταθµούς µε την ταχύτητα που υποτίθεται ότι εξασφαλίζει η πρόοδος. Σε κάθε σταθµό όµως –παράλληλα µε την επιτάχυνση της σκηνικής δράσης– φαίνεται ολοένα και περισσότερο το αποτέλεσµα των παρασκηνιακών αλληλεπιδράσεων, της εργολαβικής ασυδοσίας και της πολιτικής αβουλίας που επιβραδύνουν την παράδοση του έργου. Ετσι, η ιδεολογία της αδιάκοπης προόδου που γνώρισε µεγάλες δόξες κατά τον 19ο αιώνα καταλήγει σε νεκρολογία και το µετρό ως υπογειωµένη µετάλλαξη του τρένου γίνεται µε τη σειρά του ρετρό. Το διαβόητο πλέον µεγάλο έργο εξελίσσεται από κυλιόµενο όνειρο σε συγκοπτόµενο εφιάλτη µε αδιάγνωστο τέλος.
Το αξιοπαρατήρητο είναι ότι τα παιδιά απ’ τη Θεσσαλονίκη κατόρθωσαν να µιλήσουν για όλα αυτά και για ακόµη περισσότερα χωρίς καµία σκηνογραφική υποστήριξη. Ο ∆ηµήτρης Γούλιος, η Μαρία Καραγκιοζίδου, ο Βασίλης Μπόγδανος η Χάρις Σερδάρη και η Σοφία Στυλιανού έπαιξαν σε άδεια σκηνή που τη γέµισαν µόνο µε τα σώµατά τους και απέδωσαν µε δύναµη και πειστικότητα την κραυγή και την απόγνωση των ανώνυµων κατοίκων της πόλης τους µε τη συνδροµή της πολυεπίπεδης µουσικής σύνθεσης του Γρηγόρη Λιόλιου, την κινησιολογική επιµέλεια της Μαίρης Γιαννούλα και τους δεξιοτεχνικούς φωτισµούς της Αθηνά Μπανάβα. Ολοι µαζί οι συντελεστές της παράστασης έδειξαν µε τη σκηνοθετική ενορχήστρωση της Νοεµής Βασιλειάδου ότι µια νεανική οµάδα µπορεί µε µοναδικά της όπλα το πάθος και την ορµή να σπάσει το φράγµα της ελεγχόµενης επικοινωνίας και να µεταδώσει το νωπό της µήνυµα σε όλη την επικράτεια των ξάγρυπνων συνειδήσεων.
INF0
Θέατρο Olvio, Ιερά Οδός 67 & Φαλαισίας 7, µετρό Κεραµεικός, Τετ.-Πέµ.,
έως 24/10
Διαβάστε επίσης:
Νίκος Χανακούλας: Η µεγαλύτερη βεβαιότητα της ζωής µου είναι η αγάπη
Τιμ Ρόμπινς: Ηθοποιός με άποψη και νεύρο
Είμαστε φτιαγμένοι από αστρόσκονη
Στην Πρόβα: Είδαμε την «Κόρη του λοχαγού» -Ένας ύμνος στην αγάπη