Στη ∆ικαιοσύνη θα κληθούν να λογοδοτήσουν οι συκοφάντες Μιχάλης Γκάλγκος και Στέλιος Πέτσας, οι οποίοι για να δικαιολογήσουν τις εξόφθαλµες παρανοµίες τους στη σύνταξη και διαχείριση της περιβόητης λίστας Πέτσα προέβησαν σε ανείπωτες συκοφαντίες και κραυγαλέα ψέµατα κατά της εφηµερίδας Documento, η οποία αποκλείστηκε πρωτοφανώς από την κρατική χρηµατοδότηση επειδή ασκεί κριτική στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ο εκδότης του Documento Κώστας Βαξεβάνης υπέβαλε µήνυση στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθήνας για τα αδικήµατα της ψευδορκίας µάρτυρα, της συκοφαντικής δυσφήµησης, της παράβασης καθήκοντος και της απιστίας σε βάρος του ελληνικού δηµοσίου σε βάρος του Στ. Πέτσα, νονού της λίστας Πέτσα, και του Μιχ. Γκάλγκου, επικεφαλής της διαφηµιστικής εταιρείας Initiative, ο οποίος καταθέτοντας στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής που διερευνά το µεγάλο σκάνδαλο της περίφηµης λίστας δεν δίστασε να ισχυριστεί ψευδώς και ανερυθρίαστα ότι η εφηµερίδα αποκλείστηκε γιατί… αµφισβητούσε την πανδηµία του κορονοϊού, προσβάλλοντας έτσι όχι µόνο τον εκδότη αλλά και το σύνολο των εργαζοµένων σε αυτή. Σηµειώνεται ότι αναµένεται να ακολουθήσουν και αγωγές.
Τα ψέµατα και οι ανυπόστατες συκοφαντίες
Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στη µήνυση, ο Μ. Γκάλγκος «προκειµένου να συγκαλύψει την πασίδηλη αδικοπρακτική ευθύνη της διαφηµιστικής εταιρείας Initiative, για τον παράνοµο και συντονισµένο µε την Κυβέρνηση αποκλεισµό της εφηµερίδας Documento από τη διαφηµιστική καµπάνια για τον Covid-19, αλλά και τις εν γένει ευθύνες της, για τη διασπάθιση του δηµόσιου χρήµατος, µε την αυθαίρετη επιλογή ΜΜΕ, που δεν πληρούσαν κανένα ποσοτικό και ποιητικό κριτήριο, επέλεξε συνειδητά, κι εν γνώσει της αναληθείας όσων κατέθεσε, αφενός να καταθέσει ψευδώς ενόρκως, όλα τα ανωτέρω, αφετέρου να συκοφαντήσει τον εκδότη και διευθυντή της εφηµερίδας Documento, Κωνσταντίνο Βαξεβάνη, παρουσιάζοντάς τον, µε προκλητικό τρόπο, εµµέσως πλην σαφώς ως δήθεν αντιεµβολιαστή».
Παράλληλα, στη µήνυση που συνέταξε ο νοµικός εκπρόσωπος του Documento Γιάννης Απατσίδης και πάλι σχετικά µε τον Μ. Γκάλγκο αναφέρεται ότι κατέθεσε ψευδώς µεταξύ άλλων ότι:
«α. δήθεν η εταιρεία Initiative εισηγήθηκε τον αποκλεισµό της εφηµερίδας Documento, µε δήθεν αµιγώς ποιοτικά κριτήρια, ήτοι ότι δήθεν είχε αρθρογραφία, που αµφισβητούσε την πανδηµία του Covid-19».
Κάτι τέτοιο δεν είναι δύσκολο να διαψευστεί φυσικά, καθώς αρκεί να ξεφυλλίσει κάποιος τα τεύχη της εφηµερίδας, η οποία όχι µόνο δεν αµφισβήτησε ποτέ τον κορονοϊό αλλά αντίθετα ενηµέρωνε υπεύθυνα το αναγνωστικό κοινό από την πρώτη στιγµή, φιλοξενώντας απόψεις καταξιωµένων γιατρών και εµπεριστατωµένα ρεπορτάζ, ενώ είναι από τα ελάχιστα Μέσα που ουδέποτε έχουν φιλοξενήσει την άποψη των αρνητών. Είναι δεδοµένο λοιπόν ότι η Initiative αποφάσισε να εισηγηθεί επίσηµα τον αποκλεισµό της εφηµερίδας Documento ύστερα από έντονη πίεση της κυβέρνησης του Κυρ. Μητσοτάκη, αφού η εφηµερίδα όχι µόνο δεν είναι φιλοκυβερνητική αλλά έχει στοχοποιηθεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό και τη σύζυγό του εξαιτίας των αποκαλυπτικών δηµοσιευµάτων σε βάρος τους.
Ως δεύτερο ψέµα στην κατάθεση του Μ. Γκάλγκου αναφέρεται:
«β. δήθεν η ίδια η διαφηµιστική εταιρεία Initiative επέλεξε τα ΜΜΕ, που θα έπρεπε να ενταχθούν στη διαφηµιστική καµπάνια, και µάλιστα µε δήθεν αντικειµενικά και διαυγή κριτήρια, ποσοτικά και ποιοτικά, που στηρίζονταν σε έναν αλγόριθµο, που ουδόλως διευκρινίζεται σκοπίµως, η δε Κυβέρνηση αποδέχθηκε την εισήγησή της, ενώ το αληθές είναι ότι η λίστα των χρηµατοδοτούµενων ΜΜΕ και των ποσών που αναλογούν σε αυτά σχηµατίστηκε κατόπιν εντολών της ίδιας της Κυβέρνησης, η οποία, ως διαφηµιζόµενη, επέλεξε να ευνοήσει αθέµιτα συγκεκριµένα ΜΜΕ, και να βλάψει άλλα, και ιδιαίτερα την εφηµερίδα Documento».
Ως τρίτο ψέµα που ξεχώρισε στις απαντήσεις του Μ. Γκάλγκου και αφορά την κραυγαλέα περίπτωση του υπόδικου Μένιου Φουρθιώτη είναι ότι:
«γ. δήθεν οι δύο (2) ιστοσελίδες του γνωστού στο πανελλήνιο, Μαίνανδρου-Γεώργιου Φουρθιώτη, πληρούσαν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά για την ένταξή τους στη διαφηµιστική καµπάνια, ενώ, την ίδια στιγµή, η εφηµερίδα Documento δήθεν δεν τα πληρούσε, και ότι ο µοναδικός λόγος που εν τέλει δεν προχώρησε η πληρωµή για τις συγκεκριµένες ιστοσελίδες ήταν διότι διαπιστώθηκε αργότερα, από την ίδια την εταιρεία, ότι οι συγκεκριµένες ιστοσελίδες δεν ανανέωναν τη ροή τους».
Αυτή η ασαφής και ψευδής απάντηση του Μ. Γκάλγκου αποδοµείται πλήρως καθώς η ιστοσελίδα www.protieidisi.com, σε αντίθεση µε όσα υποστηρίζει ο εγκαλούµενος, δεν σταµάτησε απλώς να ανανεώνει τη ροή των ειδήσεών της αλλά είχε πραγµατοποιήσει µόνο µία ανάρτηση, ενώ αργότερα και µετά τα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ του Documento πρόσθεσε προχρονολογηµένες αναρτήσεις. «Προκειµένου, δε», όπως αναγράφεται στη µήνυση, «ο 1ος εκ των εγκαλουµένων-µηνυοµένων (σ.σ.: Μ. Γκάλγκος) αλλά και ο 2ος εξ αυτών (σ.σ.: Στ. Πέτσας), ως ηθικός αυτουργός του, να καλύψουν αθέµιτα τον Μαίνανδρο-Γεώργιο Φουρθιώτη, ο προτελευταίος κατέθεσε, ενστερνιζόµενος τη βασιµότητά του, ότι ο τελευταίος επικαλέστηκε κάποιο τεχνικό πρόβληµα για τη µη ανανέωση της ροής των ιστοσελίδων του, προσκοµίζοντας κάποιο έγγραφο τεχνικού». Η δε ιστοσελίδα www.apokaliptikalive.com δεν εντασσόταν σε αυτή την κατηγορία.
Ο Μ. Γκάλγκος στην απάντησή του φρόντισε τεχνηέντως να αποκρύψει ότι ο Μ. Φουρθιώτης πήρε 5.000 ευρώ για τον ραδιοφωνικό σταθµό Party, ενώ αντίστοιχα άλλοι σταθµοί µε ζωντανό πρόγραµµα και µεγαλύτερη ακροαµατικότητα αδικήθηκαν σφόδρα.
Την ίδια ώρα µάλιστα ο ίδιος επέλεξε να αποσιωπήσει ότι ο Μ. Φουρθιώτης είχε λάβει προκαταβολές, αποτέλεσµα προφανώς κατάθεσης από µέρους του αποδεικτικών στοιχείων που δεν ελέγχθηκαν ποτέ. Τις προκαταβολές αυτές αναγκάστηκε να επιστρέψει µετά το σκάνδαλο που δηµιουργήθηκε από τις αποκαλύψεις του Documento.
Οπως υπογραµµίζεται χαρακτηριστικά στη µήνυση, «στο άρθρο 11 της σύµβασης που υπογράφηκε από τους Στ. Πέτσα και Μ. Γκάλγκο προβλέπεται ο πρωτοφανής όρος της προκαταβολής 35% του συνολικού τιµήµατος που θα λάµβανε κάθε Μέσο Επικοινωνίας που συµµετείχε στην διαφηµιστική καµπάνια “Μένουµε σπίτι”. Συγκεκριµένα, ορίζεται: “η καταβολή του συµβατικού τιµήµατος θα πραγµατοποιηθεί µε καταβολή προκαταβολής ύψους 35% του συνολικού τιµήµατος όπως ορίζεται στο Αρθρο 10 µε την υπογραφή της παρούσας και την καταβολή του υπόλοιπου τιµήµατος µετά την ολοκλήρωση και οριστική παραλαβή των παρεχοµένων Υπηρεσιών”. Οµως, ο Μ. Φουρθιώτης όχι µόνο επιλέχτηκε µε αδιαφανή κριτήρια, αλλά φέρεται να έλαβε και προκαταβολή, η οποία σύµφωνα µε το άρθρο 11 της σύµβασης πρέπει να ανέρχεται σε 1.750 ευρώ, καθώς το συνολικό τίµηµα της συµµετοχής των apokaliptikalive.gr και protieidisi.com ήταν 5.000 ευρώ. Με επιστολή του που απέστειλε την 1η Ιουλίου του 2020 προς την Προεδρία της Κυβέρνησης, το Υπουργείο Οικονοµικών και τη Γενική Γραµµατεία Οικονοµικών Υποθέσεων, ο Μ. Φουρθιώτης γνωστοποιεί πως παραιτείται από οποιαδήποτε αξίωση, διευκρινίζοντας πως θα επιστρέψει άµεσα και την προκαταβολή που “τυχόν” έλαβε, ωσάν να µην γνώριζε ότι είχε λάβει ήδη προκαταβολές».
Σε σχέση µε τα παραπάνω στη µήνυση αναφέρεται ότι «οι υπεύθυνοι της εταιρείας Initiative, ενώ γνώριζαν όλα τα ανωτέρω, όχι µόνο αποδέχθηκαν την πρόταση της Κυβέρνησης να διαφηµιστεί στα ΜΜΕ του συγκεκριµένου ήδη υπόδικου, επειδή προφανώς διατηρούσαν πολύ στενές σχέσεις, αλλά και ζηµίωσαν περαιτέρω τα συµφέροντα του Ελληνικού ∆ηµοσίου, αποδεχόµενοι ως αληθή προφανώς ψευδή και πιθανόν πλαστά έγγραφα, τα οποία θα προσκοµίστηκαν από τον τελευταίο, για να δικαιολογηθεί η εκταµίευση συγκεκριµένων ποσών ως προκαταβολών. Εξάλλου, στη διαφηµιστική καµπάνια, εκτός των άλλων, συµµετείχε και η ιστοσελίδα www.wishmag.gr, της οποίας η ροή είχε σταµατήσει από το 2010».
Η κυβέρνηση επέλεξε ποια ΜΜΕ θα χρηµατοδοτηθούν
«…στο από 26-06-2020 έγγραφο της Initiative προς την Προεδρία της Κυβερνήσεως, αναγράφεται ότι: “Εχουµε προβεί στη διαβίβαση όλων των εντολών προς τα Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης, όπως ορίζονται στη Σύµβαση (εφεξής τα Μέσα), που µας γνωστοποιήσατε για εκτέλεση, υπό την ιδιότητά µας ως αναδόχου της σύµβασης”. Με τη συγκεκριµένη διατύπωση αποσαφηνίζεται πλήρως ότι η ανάδοχος εταιρεία δεν επέλεξε τα Μέσα που έλαβαν µέρος στη συγκεκριµένη επικοινωνιακή εκστρατεία, αλλά ο ίδιος ο επισπεύδων Υπουργός. ∆ηλαδή, ενώ στη σύµβαση δεν υπήρχε λεπτοµερής αναφορά των Μέσων που θα συµµετείχαν στην καµπάνια, αυτό φρόντισε να το κάνει ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ µέσω της ανωτέρω “γνωστοποίησης”, εν αντιθέσει µε όσα ο 1ος εκ των εγκαλουµένων-µηνυοµένων ψευδώς κατέθεσε» σηµειώνεται στη µήνυση, αποδίδοντας έτσι τις ευθύνες εκεί που πραγµατικά ανήκουν.
Aνυπόστατοι ισχυρισµοί για δηµοσιεύµατα
Ο Μ. Γκάλγκος, συνεχίζοντας τα θρασύτατα ψεύδη του χωρίς καµία αιδώ, στοχεύοντας στη δολοφονία χαρακτήρα του εκδότη της εφηµερίδας Κ. Βαξεβάνη, κατέθεσε ότι τουλάχιστον δύο δηµοσιεύµατα αλλά και αρθρογραφία του τελευταίου είχαν αντιεµβολιαστική ρητορική.
Σε αντιπαράθεση που είχε µε τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Μάριο Κάτση, ο οποίος κονιορτοποίησε το παραπάνω αφήγηµα µε απλή παραβολή πρωτοσέλιδων και άρθρων της εφηµερίδας, ο Μ. Γκάλγκος κατάφερε απλώς να ψελλίσει αοριστίες και µην µπορώντας να κάνει αλλιώς, παγιδευµένος στα ψέµατά του, παραδέχτηκε πως έδωσε εντολή να δοθούν χρήµατα σε ένα κανάλι που έχει αναπαραγάγει θεωρίες συνωµοσίας.
Οπως αναφέρεται συµπερασµατικά στη µήνυση που κατατέθηκε, ο Μ. Γκάλγκος «γνώριζε πολύ καλά ότι τα δηµοσιεύµατα µε τίτλο: “Κοροϊδοϊός” ή “Μένουµε ταπί” αφορούσαν αποκλειστικά και µόνο στον τρόπο που η Κυβέρνηση αξιοποίησε ως ευκαιρία την πανδηµία για να ανοίξει τη στρόφιγγα του κρατικού χρήµατος µε εξόφθαλµα σκανδαλώδεις απευθείας αναθέσεις και εκµετάλλευση του προγράµµατος Συνεργασία (όπως π.χ. διά της χρηµατοδότησης και πάλι του Μ. Φουρθιώτη κ.ά.) και σε καµία περίπτωση δεν είχαν αντιεµβολιαστική ρητορική, όπως ψευδώς ενόρκως κατέθεσε. Αλλωστε, εάν η εφηµερίδα Documento είχε τέτοια ρητορική, δεν θα είχε επιλεγεί να συµµετάσχει στη διαφηµιστική καµπάνια του υπουργείου Υγείας για τα εµβόλια, η οποία επακολούθησε».
«Μάλιστα, ο 1ος εκ των εγκαλουµένων-µηνυοµένων, ενώ γνώριζε ότι ο 2ος εκ των εγκαλουµένων-µηνυοµένων, Στυλιανός Πέτσας, κρυβόταν πίσω από την άνιση χρηµατοδότηση των αντιπολιτευόµενων Μέσων (για παράδειγµα, λίγο προτού η εφηµερίδα “Φιλελεύθερος” διακόψει την κυκλοφορία της ο όµιλος Μαυρίδη έλαβε 180.000 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο σύνολο της χρηµατοδότησης των αντιπολιτευόµενων µέσων ενηµέρωσης) και ότι φέρει την ευθύνη για την αποδέσµευση κρατικών κονδυλίων προς φίλους και συγγενείς, όπως η ιδιοκτήτρια του pointmedia.gr, Βασιλική Παπαλουκά, η οποία είναι κουµπάρα του και σύζυγος του βουλευτή Γρεβενών µε τη Ν∆ Ανδρέα Πάτση, ο εξεταζόµενος µάρτυρας επέλεξε να ψευδορκήσει, χωρίς να αναλογίζεται τις συνέπειες της εγκληµατικής του συµπεριφοράς, και ότι ως µάρτυρας όφειλε να καταθέσει την αλήθεια, χωρίς να αποκρύψει οτιδήποτε.
[…] Ετσι, ο 1ος εκ των εγκαλουµένων-µηνυοµένων, και άλλα, άγνωστα εισέτι, διευθυντικά στελέχη της διαφηµιστικής εταιρείας Initiative, κατόπιν έντονης πειθούς και φορτικότητας του 2ου εκ των εγκαλουµένων-µηνυοµένων, και άλλων στελεχών της Κυβέρνησης, και πιθανότατα και µε αθέµιτα οικονοµικά ωφελήµατα, υλοποίησαν τον σχεδιασµό της Κυβέρνησης, αφενός για την παράνοµη και αθέµιτη εύνοια σε συγκεκριµένα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, τόσο ως προς την επιλογή τους, όσο και ως προς την αυθαίρετη κατηγοριοποίησή τους στο ύψος της χρηµατοδότησης, αφετέρου για τον αποκλεισµό ειδικά της κυριακάτικης εφηµερίδας Documento και των ιστοσελίδων www.documentonews.gr και www.koutipandoras.gr, όχι λόγω ποσοτικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών, όπως ψευδώς κατέθεσε ο 1ος εκ των εγκαλουµένων-µηνυοµένων, αλλά λόγω του ότι τα συγκεκριµένα ΜΜΕ δεν θεωρούνται φιλοκυβερνητικά, και κυρίως διότι έχουν προβεί στη δηµοσίευση συγκεκριµένων άρθρων-ρεπορτάζ για τις παράνοµες και ανήθικες δραστηριότητες του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, και της συζύγου του, Μαρέβας Γκραµπόφσκι.
Με την αυθαίρετη επιλογή των συγκεκριµένων ΜΜΕ, και τον παράλληλο αποκλεισµό των δικών µας ΜΜΕ, οι εγκαλούµενοι-µηνυόµενοι ζηµίωσαν εµφανώς το Ελληνικό ∆ηµόσιο, εν γνώσει τους, και προκειµένου να µας βλάψουν, και να ωφελήσουν όσα ΜΜΕ δεν πληρούσαν τα κριτήρια και τους ήταν αρεστά. Αλλωστε, η επιλογή της διαφηµιστικής εταιρείας Initiative έγινε µε παντελώς αδιαφανή κριτήρια, και µε απευθείας ανάθεση, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Νόµου, ακριβώς γιατί µόνο αυτή η εταιρεία θα είχε το θράσος, εν αγνοία προφανώς των στελεχών της πολυεθνικής, στην οποία υπάγεται, να συνεργαστεί αθέµιτα µε συγκεκριµένα στελέχη της Κυβέρνησης, ώστε να λεηλατηθούν τα δηµόσια ταµεία, διά της εκταµίευσης 20 εκατοµµυρίων ευρώ, και της υπέρογκης αµοιβής της ιδίας και των υπεργολάβων της» σηµειώνεται στη µήνυση.