Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα, κατά την καθιερωμένη ενημέρωση της Πέμπτης, απέφυγε να απαντήσει ευθέως σε ερωτήσεις αναφορικά με την κατάσταση στα νοσοκομεία και τον ορισμό του αριθμού όσων νοσηλεύονται εκτός ΜΕΘ, σε μονάδες που κατά συνθήκη φιλοξενούν νοσούντες από τον ιό.
Αποδεχόμενη την ύπαρξη πασχόντων, ακόμα και σε απλές κλίνες, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την ιατρική φροντίδα που αυτοί οι ασθενείς λαμβάνουν την ώρα μάλιστα που ο αριθμός των θανόντων καθημερινά είναι μεγάλος, η αρμόδια υπουργός έκανε λόγο για μονάδες «εξαιρετικές», όπως στο ΑΧΕΠΑ που –όπως υποστήριξε– «έχουν πλήρεις αναπνευστήρες», αντλίες, τηλεμετρία κ.ά. Ωστόσο, η αν. υπουργός αφενός αναγνώρισε ότι δεν πρόκειται για καταμετρημένη μονάδα, αφετέρου σημείωσε ότι «δεν είναι όλοι έτσι, υπάρχουν άρρωστοι που νοσηλεύονται πραγματικά σε θαλάμους» προσθέτοντας ότι μια μερίδα ασθενών, «όχι πάρα πολλών» όπως είπε, βρίσκονται σε απλό θάλαμο.
Μάλιστα, χαρακτηριστικά ανέφερε τα εξής:
«Υπάρχουν τμήματα που είναι φτιαγμένα για να παρακολουθούν καλά τους αρρώστους… και υπάρχουν και ασθενείς που είναι σε θαλάμους. Μπορούμε να καταγράψουμε, όμως πρέπει να έχετε υπόψη σας ότι τα σοβαρότερα κρούσματα είναι αυτά που δεν θα μπορέσουν να μετακινηθούν. Για να δώσουμε σωστά στοιχεία πρέπει να μετράμε από την αρχή: πότε έφτασε ο ασθενής, πόσο σοβαρό ήταν, πόσες πιθανότητες είχε για να βγει, τι άλλα νοσήματα είχε… Δεν είναι κάτι που μπορεί να δοθεί μια απάντηση. Μπορώ να σας δώσω απαντήσεις, όμως είναι πάρα πολλοί οι παράγοντες».
Επιπλέον, εκτός του ότι απέφυγε να δώσει συγκεκριμένο αριθμό διασωληνωμένων εκτός ΜΕΘ, δεν απάντησε σε ερώτημα για το πόσοι είναι οι ιδιώτες γιατροί που συνδράμουν το δημόσιο σύστημα Υγείας , λέγοντας ότι:
«Δεν θυμάμαι τον ακριβή αριθμό ιδιωτών, αλλά είναι αρκετοί».
Πάντως, η κ. Γκάγκα αναγνώρισε πως υπάρχει μεγάλη πίεση στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκη, επισημαίνοντας πως «υπάρχουν πολλά κρούσματα σε ένα σχετικό μικρό πληθυσμό». Όπως σημείωσε, παρά την σταθεροποίηση που εμφανίζεται στον αριθμό των κρουσμάτων, η πίεση στο ΕΣΥ παραμένει μεγάλη, καθώς είναι αυξημένες οι εισαγωγές.
Σε ό,τι αφορά το θέμα επέκτασης της υποχρεωτικότητας σε άλλες ηλικίες, ανέφερε ότι δεν έχει συζητηθεί, καθώς εφαρμόζεται σε όσους κινδυνεύουν περισσότερο, αποδομώντας εν μέρει τις δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, Γιάννη Οικονόμου, ο οποίος νωρίτερα είχε αναφέρει ότι «η υποχρεωτικότητα είναι ένα εργαλείο, το έσχατο μέσο για την αύξηση εμβολιαστικής κάλυψης. Εκτιμάται και αξιοποιείται ανάλογα με την επιδημιολογική εικόνα», ενώ είχε προσθέσει πως «είμαστε έτοιμοι ανά πάσα στιγμή ό,τι χρειάζεται να κάνουμε για την πανδημία να το κάνουμε».