Μίμης Πλέσσας: Ο δρόμος του – Κορκολής, Ρουμπέν και Χαρωνίτης φωτίζουν το έργο και την προσωπικότητα του μεγάλου συνθέτη

Μίμης Πλέσσας: Ο δρόμος του – Κορκολής, Ρουμπέν και Χαρωνίτης φωτίζουν το έργο και την προσωπικότητα του μεγάλου συνθέτη

Υπήρξε από τους τελευταίους μεγάλους συνθέτες μιας ολόκληρης εποχής. Τρία κείμενα για τον Μίμη Πλέσσα ο οποίος έφυγε από τη ζωή στις 5 Οκτωβρίου, λίγες μέρες προτού συμπληρώσει τα 100 του. 

Είναι εντυπωσιακό ένας μεγάλος καλλιτέχνης να φεύγει λίγο προτού κλείσει έναν αιώνα ζωής, κυκλοφορώντας ανάμεσα στον λαό που τον αγάπησε μέχρι και λίγο πριν από το τέλος του. Τον Ιούνιο του 2024 άλλωστε ο Μίμης Πλέσσας βραβεύτηκε από την πρόεδρο της Δημοκρατίας με το παράσημο του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής, ενώ τότε ακριβώς παρευρέθηκε στη συναυλία-αφιέρωμα του Ηρωδείου στα 100 του χρόνια. Ο καλλιτεχνικός βίος αυτού του ανθρώπου διαπερνά σχεδόν ολόκληρο τον 20ό αιώνα μέσα από μια ποικιλομορφία αναζητήσεων που θα τον έχριζαν ακατάτακτο στην ελληνική μουσική.

Ο Πλέσσας της τζαζ, ο Πλέσσας των σάουντρακ, ο Πλέσσας του ελαφρού και του λαϊκού τραγουδιού, ο Πλέσσας που έχτισε κυριολεκτικά τις καριέρες των μεγαλύτερων τραγουδιστών, αλλά και ο Πλέσσας των συμπράξεων με νέους μουσικούς, κυρίως από τον χώρο της τζαζ. Τον έχω δει στο Βεάκειο να διευθύνει τραγουδιστές σαν τον Δάκη και τον Κώστα Μακεδόνα, τον έχω δει όμως και στη Δράμα να αυτοσχεδιάζει μαζί με τον Βασίλη Ρακόπουλο για πιάνο και κιθάρα.

Πορτρέτο του Μίμη Πλέσσα από το αρχείο της Λουκίλας Καρρέρ Πλέσσα

Πέρα από τον «Δρόμο», το θρυλικό άλμπουμ που έκαναν από κοινού με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο το 1969 και που έμελλε να γίνει ο νο1 εμπορικός δίσκος στην ιστορία της εγχώριας δισκογραφίας, ο Πλέσσας άφησε πάμπολλα τραγούδια που έγιναν τεράστιες επιτυχίες για φωνές σαν του Πουλόπουλου, της Κουμιώτη, του Χατζή, του Διονυσίου, της Πάνου, της Μαρινέλλας, αλλά και για ηθοποιούς σαν τη Βλαχοπούλου, τη Βουγιουκλάκη, τη Χρονοπούλου, τον Βογιατζή κ.ά. Ενδεικτικοί τίτλοι: «Θα πιω απόψε το φεγγάρι», «Το καινούργιο φεγγάρι», «Καμαρούλα», «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου», «Ανοιξε πέτρα», «Τι σου ’κανα και πίνεις», «Εκλαψα χθες», «Αν σ’ αρνηθώ αγάπη μου», «Τόσα καλοκαίρια», «Αμα δείτε το φεγγάρι». Οπως είχε ειπωθεί χαρακτηριστικά, «σε κάθε Ελληνα αντιστοιχεί και ένα τραγούδι του Πλέσσα» μέσα από τον πακτωλό του υλικού του.

Στη δημοφιλία του Πλέσσα σαφώς έπαιξε ρόλο και η ενασχόλησή του με τον κινηματογράφο του Φίνου, εφόσον την ίδια περίοδο που ο επίσης πολυγραφότατος Μάνος Χατζιδάκις βρισκόταν στις ΗΠΑ, εκείνος αναλάμβανε να γράφει υποδειγματικές μουσικές και τραγούδια για μιούζικαλ, κοινωνικά δράματα και αστυνομικά θρίλερ γυρισμένα από σκηνοθέτες σαν τον Αλέκο Σακελλάριο, τον Γιάννη Δαλιανίδη, τον Νίκο Φώσκολο και τον Ερρίκο Ανδρέου. Αντί συμβατικού αφιερώματος στη μνήμη αυτού του τεράστιου συνθέτη, προτιμήσαμε να δώσουμε τον λόγο σε ανθρώπους που τον γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί του ή τον μελέτησαν μέσα από το έργο του.

Στα παρασκήνια του Ηρωδείου με τη Λουκίλα Καρρέρ Πλέσσα και τον Γιάννη Δαλιανίδη (φωτογραφία: Γιάννης Κανελλόπουλος, από το αρχείο του Τεχνότροπον – Artway)

Στέφανος Κορκολής: «Ένας δικός μου άνθρωπος»

Με τον Μίμη Πλέσσα υπήρχε συγγένεια, αφού τον είχα θείο από την πλευρά της μητέρας μου. Ωστόσο η μεγαλύτερή μας συγγένεια προέκυψε αρκετά χρόνια αργότερα, όταν βάφτισα την κόρη που απέκτησαν με τη Λουκίλα, την Ελεάννα. Τον πρωτοσυνάντησα όταν ήμουν στην εφηβεία στο σπίτι του στην Κυψέλη, όπου έμενε τότε. Κάθισα στο πιάνο και του έπαιξα κλασικές συνθέσεις. Με συμβούλεψε να ασχοληθώ σοβαρά με τις μουσικές σπουδές γιατί έβλεπε ταλέντο. Εννοείται πως γνώριζα καλά τη δουλειά του μέσα από τις κινηματογραφικές ταινίες, αν και για μένα ήταν σημαντικός τζαζ πιανίστας, εφάμιλλος συναδέλφων του από το εξωτερικό.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν είχα επιστρέψει από το Παρίσι, φτιάξαμε ένα γκρουπ με τον γιο του, τον συνθέτη Αντώνη Πλέσσα. Θα έλεγα πως ο ίδιος μας είχε «ταιριάξει» σ’ αυτό το γκρουπ που του έδωσε όνομα και την ιδέα για το υλικό μας. Λεγόμασταν Polyrhythmics και το κόνσεπτ ήταν ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια σε ύφος jazz fusion. Μαζί μας ήταν ακόμη ο Θύμιος Παπαδόπουλος και ένας μπασίστας ονόματι Βαρδής, που δεν πρέπει πια να ’ναι στη ζωή. Εγώ έπαιζα πιάνο και κίμπορντ και ο Αντώνης τύμπανα. Με το εν λόγω γκρουπ και τις ευλογίες φυσικά του Μίμη παίξαμε σε πολλές πόλεις της Ιταλίας. Στα επόμενα χρόνια βρεθήκαμε πάλι και μάλιστα δώσαμε αρκετές συναυλίες για δύο πιάνα. Δεν είχαμε σταματήσει ποτέ να συναντιόμαστε άλλωστε.

Στη σκηνή του Ηρωδείου με τη Μαρινέλλα (φωτογραφία: Γιάννης Κανελλόπουλος, από το αρχείο του Τεχνότροπον – Artway)

Μέχρι πρόσφατα που τον έβλεπα μού μιλούσε για την εκτίμησή του στον Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίο είναι γνωστό πως συναντιόνταν και έπαιζαν στο πιάνο οι δυο τους. Προ κορονοϊού λέγαμε να στήσουμε ένα σχήμα πάλι για δύο πιάνα με πρόγραμμα που θα βγάζαμε εκείνος κι εγώ. Είχαμε βρει και τον τίτλο: «Τα δικά μας». Τελευταία φορά τον επισκέφτηκα στο σπίτι του πριν από ένα μήνα περίπου. Μπορεί να ήταν καταβεβλημένος πια στο σώμα του, όταν κάθισε όμως στο πιάνο του άρχισε να αυτοσχεδιάζει και ήταν σαν να τον έβλεπα όπως τότε που ήμουν 15 ετών. Αποχαιρετώ με ειλικρινή οδύνη ένα μέγιστο μουσικό, συνθέτη, πιανίστα και πάνω απ’ όλα ένα δικό μου άνθρωπο.

Έλλη Ρουμπέν: «Ο απόλυτος άρχων της σκηνής»

Εφυγε ένας από τους τελευταίους μεγάλους συνθέτες της χώρας μας. Ενας δάσκαλος, ένας μέντορας, ένας μουσικός με όλη τη σημασία της λέξης. Τι να πρωτοθυμηθώ, που έχω την αγαθή τύχη, όπως έλεγε και ο ίδιος –ως λάτρης της αρχαίας ελληνικής Γραμματείας–, να έχω ξεκινήσει δίπλα του τα πρώτα μου βήματα στον χώρο της παραγωγής και οργάνωσης συναυλιών;

Ο Μίμης Πλέσσας πάνω στη σκηνή ήταν o απόλυτος μουσικός. Πολύ καλός γνώστης της ενορχήστρωσης, λάτρης του αυτοσχεδιασμού, έβαζε πάντα την τζαζ πλευρά του μέσα στα τραγούδια του, ακόμη και στα πιο λαϊκά.

Ο συνθέτης στο στούντιο

Ποτέ δεν έπαιζε ακριβώς το ίδιο κομμάτι στις συναυλίες του… Πάντα έκανε εκπλήξεις στους ερμηνευτές και τους μουσικούς του. Γι’ αυτό και δίπλα του ήθελε καλές φωνές, ικανές να μπορούν να ερμηνεύσουν τα απαιτητικά τραγούδια του (μόνο όσοι έχουν μελετήσει Πλέσσα καταλαβαίνουν ότι χρειάζεσαι φωνητικά skills για να τον τραγουδήσεις), όπως και μουσικούς ανοιχτούς στον αυτοσχεδιασμό και σε μόνιμη ετοιμότητα.

Συγχρόνως, ήταν και ο απόλυτος άρχων της σκηνής. Τα μουσικά του σχήματα δεν επιτρεπόταν να πίνουν αλκοόλ πριν και κατά τη διάρκεια της συναυλίας, έπρεπε να είναι πάντα στην ώρα τους στις πρόβες και ποτέ δεν είχαν στίχους μπροστά τους οι τραγουδιστές. Την εποχή που ήμουν μαζί του ή ήξερες απέξω τα τραγούδια του Πλέσσα ή δεν συμμετείχες στις συναυλίες του. Το συνάντησα πολύ σπάνια αυτό στην υπόλοιπη καριέρα μου και πάντα είχα να το λέω. Πίσω από τη σκηνή ήταν ένας ενθουσιώδης έφηβος με πολύ χιούμορ και αυτοσαρκασμό, που λάτρευε να δοκιμάζει νέα πράγματα και να συναντάει νέους ανθρώπους ώστε να μαθαίνει από αυτούς συνεχώς.

Ηταν ασυμβίβαστος και δεν ζήτησε ποτέ χάρες από κανέναν. Εκανε ό,τι έκανε με τη μουσική και τα τραγούδια του και τη δύναμη που του έδωσε ο κόσμος που τον λάτρευε. Θα τονίσω κάτι που όσοι δουλεύουν στον χώρο μας ξέρουν ότι είναι δυσεύρετο. Ακουγε και διάβαζε όλα όσα του έστελναν τα νέα παιδιά: στίχους, μουσικές, τραγούδια.

Και όχι μόνο μελετούσε προσεκτικά κάθε προσπάθεια που έφτανε στα χέρια του, αλλά σπαταλούσε χρόνο για να μιλήσει με το κάθε παιδί, να εξηγήσει, να διορθώσει, να συμβουλέψει για τα επόμενα βήματα. Και το έκανε με όλη την ευγένεια που τον διέκρινε, ακόμη και αν η κριτική του έπρεπε να είναι πολύ αυστηρή. Τους έδινε την ελευθερία να πειράξουν τα τραγούδια του και να πειραματιστούν, ξέροντας ότι μόνο έτσι προχωράει ο πολιτισμός και μεταλαμπαδεύεις στις επόμενες γενιές θάρρος για το καινούργιο και πάθος για να κυνηγήσουν τα όνειρά τους.

Και ότι μόνο έτσι ταξιδεύει το ρεπερτόριο σε γενιές και γενιές. Τέλος, ο Πλέσσας πέτυχε κάτι που επίσης σπάνια συνάντησα… Τρεις γενιές αγκαλιά να τραγουδάνε τα τραγούδια του σε κατάμεστα θέατρα και αίθουσες. Και αυτή είναι η κληρονομιά που μας αφήνει για πάντα.

Στο στούντιο της ΕΡΑ με κουαρτέτο

Γιώργος Χαρωνίτης: «Η τζαζ πλευρά του»

Αποτελεί πάγια πεποίθησή μου – δεν την έχω γράψει ποτέ, όμως την έχω συζητήσει κατά καιρούς με πολλούς φίλους: Αν το ελληνικό σινεμά ήταν πιο σοβαρό και πιο δημιουργικό-παραγωγικό, ο μουσικός κόσμος του Μίμη Πλέσσα θα μας είχε παραδοθεί πολύ πιο πλούσιος και συγκρίσιμος με ανάλογες περιπτώσεις του εξωτερικού. Ο κινηματογράφος –βασικό όχημα της μουσικής στα 60s κυρίως– ήταν που ανέδειξε το μοναδικό αυτό ταλέντο που ακούει στο όνομα Μίμης Πλέσσας σε όλες σχεδόν τις διαστάσεις της πολυπραγμοσύνης του, ομορφαίνοντας τη ζωή μας με τα τραγούδια του και τις μουσικές του. Και αν τα τραγούδια του αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς μας, τις μουσικές του διαρκώς θα έχουμε την ευκαιρία να τις ανακαλύπτουμε όσο είναι διαθέσιμες, σαν φυσικά προϊόντα ή σε πλατφόρμες.

Μέσα από κάποια σάουντρακ αντιλαμβανόμαστε τη σπουδαιότητα που είχε η γλώσσα της τζαζ για τον Μίμη Πλέσσα – μια γλώσσα που την είχε καλλιεργήσει ο ίδιος επί σχεδόν μια εικοσαετία από τις live ραδιοφωνικές εκπομπές του, από τη «θητεία» του στην Αμερική, από τις actual συναυλιακές του δράσεις με το κουαρτέτο του και με φίλους/φίλες του τραγουδιστές και τραγουδίστριες. Και όσο κι αν μας γοητεύουν σπανιότητες του στιλ «Ο Μίμης Πλέσσας παίζει Philicorda» (που εμείς στο περιοδικό «Jazz & Τζαζ» πρωτοεπανεκδώσαμε το 2005) ή «Greece goes modern», ο ίδιος ήταν που φρόντισε να καταγράψει την τζαζ δραστηριότητά του στα 80s με τα άλμπουμ «Το κουαρτέτο Μίμη Πλέσσα», «Το κουαρτέτο Μίμη Πλέσσα + 6 σολίστες» και κυρίως τα δύο volumes «40 χρόνια τζαζ», από την ιστορική συναυλία του Φεβρουαρίου 1981 στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά. Και ο κ. Μίμης συνέχισε αυτή του τη σχέση με την «ερωμένη» του και στον νέο αιώνα με άλμπουμ όπως «Mimis Plessas & the Jazz Quartet Live», «3G – Three Generations Jazz Trio», «We two» κ.ά.

Αν η τζαζ πλευρά του Μίμη Πλέσσα αναδεικνύεται κυρίως μέσα από την «παικτική» του δεξιότητα ως πιανίστα, η ακρόαση των σάουντρακ – πολλά εκ των οποίων έχουν επανεκδοθεί προσφάτως– μας φανερώνει τη δημιουργική δύναμη της φαντασίας του στη σύγχρονη σύνθεση και ενορχήστρωση. Ας ακούσουμε ξανά το «Ορατότης μηδέν» (χωρίς το «Κύμα πικρό»!) ή το «Κατάχρησις εξουσίας» και τα συζητάμε…

Ετικέτες

Documento Newsletter