Μικρο – πρωθυπουργοί τρόικας

Μικρο – πρωθυπουργοί τρόικας

Την εποχή της σκληρής επιβολής των μνημονίων, όταν όλα τα έσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωναν ο Βενιζέλος και ο Σαμαράς, δημιουργήθηκαν ιδιόμορφοι τεχνοκράτες που πούλησαν αυτά που είχαμε και αυτά που δεν είχαν.

Επαγγελματίες που σπάνια είχαν κάτι παραπάνω από την υποταγή στη νέα και (αλίμονο) αναγκαία κατάσταση διαμόρφωσαν τους όρους μέσα από τους οποίους ξεπουλήθηκε η χώρα. Σήμερα και αφού υπήρξε και άλλου τύπου διαπραγμάτευση γίνεται φανερό πως οι «τεχνοκράτες» αυτοί δεν ανέλαβαν μόνο να επιβάλουν τη δημοσιονομική προσταγή των μνημονίων, αλλά εκτέλεσαν συμβόλαια στο όνομα αυτής ακριβώς της ευρωπαϊκής σκληρότητας.

Πολλά από τα μέτρα που εφαρμόστηκαν ως επιταγές τις τρόικας ήταν προσωπικές ατζέντες και εξυπηρετήσεις προς τρίτους και, όπως φαντάζεστε, πλούσιους. Δεν είναι μόνο που οι «διαπραγματευτές» έτρωγαν αμάσητη κάθε εντολή της τρόικας, αλλά οι ομάδες τους και οι προστατευόμενοι τους προωθούσαν ως απαιτήσεις της τρόικας την προσωπική ατζέντα τους.

Η διαδικασία ήταν απλή. Οι «τεχνοκράτες» αναλάμβαναν να στείλουν στην τρόικα τις προτάσεις για τα θέματα των υπουργείων. Ανάμεσα στις προτάσεις ήταν οι προσωπικές τους επιλογές. Τα mail στέλνονταν προς τους δανειστές, οι οποίοι στη συνέχεια γνωστοποιούσαν τις αποφάσεις και τις εντολές τους στην ελληνική πλευρά. Στις προς υλοποίηση εντολές συμπεριλαμβάνονταν και οι εξυπηρετήσεις, οι οποίες όταν φαίνονταν παράλογες συνοδεύονταν από τη ρήση «είναι απαίτηση της τρόικας». Νόμοι για λατομεία, malls, οικονομικά συμφέροντα που πέρασαν μέσα σε μνημονιακούς νόμους εμφανίστηκαν ως απαιτήσεις της τρόικας. Οπως θα έλεγε και ο Αδωνης διεκδικώντας την πατρότητα μέτρων, «έχω βαρεθεί να κάνω το αυτονόητο και να καρπώνεται τη δόξα ο Τόμσεν».

Τώρα που αφήνουμε πίσω τα μνημόνια έχει σημασία να δούμε όχι τόσο τα σκυλιά των συμφερόντων που ουρούσαν σε μια κατεστραμμένη χώρα χαράσσοντας τα όρια των πολιτικών και οικονομικών ιδιοκτησιών τους όσο πού βρισκόμαστε.

Στον κρατικό μηχανισμό υπάρχουν ακόμη τεχνοκράτες και πολιτικοκράτες που δεν θέλουν να αντιληφθούν ότι η εξουσία εκπορεύεται (έτσι πρέπει να γίνεται πλέον) από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία οφείλει σταδιακά να ανακτήσει την εθνική κυριαρχία.

Σε πολιτικό επίπεδο υπάρχει ένας πολύ σοβαρός κίνδυνος. Οσοι κυβέρνησαν ως υπουργοί, έστω και με τις καλύτερες των προθέσεων και τις πιο σκληρές των διαπραγματεύσεων, σπάνια χρειάστηκε να παραγάγουν πολιτική. Ανέλαβαν τον άχαρο ρόλο να χωρέσουν στην ίδια μασχάλη δύο καρπούζια, από τη μία τις απαιτήσεις των δανειστών και από την άλλη τις κοινωνικές αλλαγές. Δύσκολος ρόλος αλλά και τυφλοσούρτης.

Σήμερα όμως η χώρα δεν έχει ανάγκη από διαπραγμάτευση αλλά από πολιτική. Πολιτική που αφορά την καθημερινότητα, το θεσμικό έργο που θα εκσυγχρονίσει τη χώρα, τις επιλογές που πρέπει να γίνουν για να ορθοποδήσει. Απέναντι σε αυτή την απαίτηση υπάρχουν άνθρωποι που συνεχίζουν να αντιλαμβάνονται την πολιτική ως παζάρι περικοπών και διαδικασία συμψηφισμών. Ιδιόμορφα βολεμένοι στον δρόμο που χάραξε η τρόικα, ικανοποιημένοι εξάλλου από τον ρόλο κυρίαρχου που τους έχει αποδώσει στη ζωή των ανθρώπων, είναι ικανοποιημένοι απολαμβάνοντας τη σκιά του δέντρου της εξουσίας χωρίς να τους ενδιαφέρει το δάσος.

Η πολύχρονη διαδικασία των διαπραγματεύσεων δημιούργησε περσόνες και λογικές έξω από τη λογική της κυβέρνησης. Αλλοι επειδή συνήθισαν να τους χτυπάει στην πλάτη η Μέρκελ, άλλοι επειδή θέλουν να καλύψουν την πλάτη τους αναπαράγουν τις λογικές και δυστυχώς τη διακυβέρνηση τρόικας.

Αδύναμοι σε κάθε περίπτωση να βγουν στο ξέφωτο των θέσεων για μια άλλη Ελλάδα, επιλέγουν την γκρίζα περιοχή στην οποία υποτίθεται πως οι θεσμοί συνεχίζουν να επιδεικνύουν αυστηρότητα και δυσαρέσκεια. Το χειρότερο είναι ότι αναπαράγουν τον φόβο ως τρόπο άσκησης πολιτικής και καταλήγουν να τον χρησιμοποιούν ενάντια σε όποια πολιτική απόφαση βγάζει την Ελλάδα έξω από το πλαίσιο στο οποίο τη στριμώχνουν τόσα χρόνια.

Φράσεις «τι θα πουν οι θεσμοί» και «πώς θα αντιδράσουν οι αγορές» ακούγονται όποτε υπουργός ή κρατικός παράγοντας ψελλίσει την ανάγκη να υπάρξουν μέτρα ελπίδας και ανακούφισης. Οχι, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ρέπει στον νεοφιλελευθερισμό, αλλά κυβερνητικά στελέχη του κάνουν καριέρα μοιράζοντας φόβους και ανησυχίες. Στην κοινωνία ολόκληρη άλλωστε υπάρχει κατηγορία επαγγελματιών που επιβιώνει κάνοντας share φόβο και απειλή, κατοχυρώνοντας έτσι τη χρησιμότητά της.

Απέναντι στον γενικό κυβερνητικό σχεδιασμό που απαιτείται για την επόμενη μέρα βρίσκεται πλέον καθημερινά η έπαρση μικροπρωθυπουργών εκπαιδευμένων από τους θεσμούς να θέτουν προκαταβολικά εμπόδια και να προβλέπουν κινδύνους.

Είτε νοιάζονται για το μέλλον της χώρας είτε απλώς για το δικό τους, η συμβολή τους στη διαμόρφωση σύγχρονου πολιτικού λόγου και πράξης είναι μηδαμινή. Τουναντίον, υπάρχει κίνδυνος να παγιδεύσουν την κυβέρνηση σε λογική απολογίας «στους θεσμούς» όταν οι ίδιοι οι θεσμοί δεν υπάρχουν.

Πολύ φοβάμαι πως εκτός από την τρόικα εσωτερικού που διαμορφώθηκε επί Σαμαροβενιζέλων διαμορφώνεται πλέον μια εσωκυβερνητική τρόικα ψυχολογικού πολέμου ενάντια σε όσα επιχειρεί η επίσημη κυβέρνηση. Πολύ φοβάμαι επίσης πως αυτή η τρόικα νιώθει πιο οικεία με τον Γιάννη Στουρνάρα και τις προβλέψεις του παρά με τον πρωθυπουργό.

Documento Newsletter