Με θρησκευτική ευλάβεια ακολουθούνται τα βήματα εποίκησης της ιδεολογικής σφαίρας από τη χριστιανική καθαρότητα. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προσφέρει υπουργείο στους ζηλωτές της πατρίδας – θρησκείας – οικογένειας (όχι απαραίτητα με τη συγκεκριμένη σειρά το τρίπτυχο). Επιπλέον προσφέρει και θέση υφυπουργού στη βουλεύτρια Αχαΐας Χριστίνα Αλεξοπούλου, η οποία ανησυχούσε για την «προστασία του αγέννητου παιδιού» διότι «το αγέννητο παιδί είναι άνθρωπος, εικόνα Θεού, εξ άκρας συλλήψεως».
Η προστασία του αγέννητου παιδιού, συνιστά κορυφαίο ζήτημα ηθικής και αποτελεί θεμελιώδη παράγοντα στην αντιμετώπιση του δημογραφικού. Διότι «το αγέννητο παιδί είναι άνθρωπος, εικόνα Θεού, εξ άκρας συλλήψεως». https://t.co/9xKlcKj7Jw
— Χριστίνα Αλεξοπούλου/ Christina Alexopoulou (@xrisalex) July 25, 2019
Σε αυτό το περιβάλλον, μετά το 3,69% με τις 192.184 ψήφους του χριστιανοπατριωτικού κόμματος Νίκη (μια εξέλιξη του περιθωριακού ΕΛΚΙΣ της εποχής του πολέμου των ταυτοτήτων) στις εκλογές της 25ης Ιουνίου, οι θρησκευτικοί ταγοί βγαίνουν από το στενό εκκλησιαστικό πλαίσιο και αναζητούν περισσότερο χώρο στην κοσμική σφαίρα διευρύνοντας τον ρόλο του παράγοντα.
Ακολουθώντας και μνημονεύοντας τον πρώτο διδάξαντα μακαριστό Χριστόδουλο, πριν από τις εκλογές ο μητροπολίτης Σιδηροκάστρου Μακάριος έκανε δημόσια παρέμβαση για ένα θεατρικό έργο με τις ακόλουθες ειρωνικές αναφορές: «Εμείς σ ‘ όλα αυτά δεν έχουμε λόγο, αφού άλλοι είναι υπεύθυνοι, αλλά ούτε και ζούμε σε θεοκρατικό καθεστώς για να επιβάλλουμε τη γνώμη μας», «…έστω και αν επρόκειτο δήθεν για επιστημονική παρουσίαση που αυτό δεν μας λέει τίποτα», «Λογοκρισία μας λένε ότι δεν έχουμε δικαίωμα να κάνουμε και δεν διεκδικούμε τέτοιο ρόλο. Όμως κριτική έχουμε κάθε δικαίωμα να κάνουμε και υποχρέωση διότι είμαστε πνευματικά υπεύθυνοι απέναντι στο ποίμνιό μας και σκεπτόμενοι».
Απαίτησε την παρέμβαση θεσμικών οργάνων που δεν έχουν καμία σχέση με το θεατρικό έργο (Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο), ίσως από κεκτημένη ταχύτητα. Γι’ αυτό μετά έκανε επίκληση στον εισαγγελέα, ανοίγοντας την αυλαία για όσα έχουν να δουν τα μάτια μας και να ακούσουν τα αυτιά από εδώ και μπρος. Έγραψε επίσης για «όρια» και χρησιμοποίησε λεξιλόγιο που παραπέμπει στην alt-right ρητορική που ακούγαμε στην αίθουσα του κοινοβουλίου από έγκλειστους αυτήν τη στιγμή βουλευτές: «…θα χαρακτηρισθώ ως υπερβολικός, οπισθοδρομικός, άγευστος τέχνης και κουλτούρας», «Είμαι της Εκκλησίας και όχι της προόδου, όπως την νομίζουν κάποιοι» και «Πίσω στις ρίζες μας, στην παράδοσή μας. Χορτάσαμε από προοδευτικούς. Από κουλτούρα και κουλτουριάρηδες».
Η κριτική που κάνει στο θεατρικό έργο καταγράφεται και θα μπορούσε απομονωμένα σίγουρα να γίνει αποδεκτή στο πλαίσιο της ανταλλαγής απόψεων και του δημοκρατικού διαλόγου. Όμως ο μητροπολίτης διεκδικεί έναν ρόλο που βάζει όρους στη δημόσια σφαίρα: οπισθοδρόμηση και πρόοδος με ακριβώς αντίθετη εννοιολόγηση.
Τι προξένησε την μήνιν της ταπεινότητάς του για να απευθυνθεί δημόσια γράφοντας «Λογοκρισία ή κριτική ενός θεατρικού έργου;»; Το θεατρικό έργο «Toc Toc» του Γάλλου συγγραφέα Λοράν Μπαφί, το οποίο ανέβηκε πρώτη φορά πριν από σχεδόν 20 χρόνια. Έξι πρωταγωνιστές που πάσχουν από ψυχαναγκαστικό σύνδρομο (στα γαλλικά TOC σημαίνει προβλήματα ψυχαναγκαστικής συμπεριφοράς) περιμένουν τον αργοπορημένο ψυχίατρο στην αίθουσα αναμονής του ιατρείου και ο καθένας ξεδιπλώνει το δικό του ψυχαναγκαστικό σύνδρομο, το οποίο μπορεί να συγκρούεται ή να συμπληρώνει το πρόβλημα του άλλου. Μάλιστα, μιας και αφορά την πρόσφατη «ιερή» έκρηξη στο Σιδηρόκαστρο, μια θεούσα βρίσκεται δίπλα σε έναν που βλαστημά ασταμάτητα και ανεξέλεγκτα (σύνδρομο Tourette).
Αυτό εξόργισε τον μητροπολίτη. Δικαίως αναφέρθηκε στην παρουσία παιδιών καθώς η παράσταση δόθηκε την Παρασκευή πριν από τις εκλογές στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Ελευθέρια» για την απελευθέρωση της σερραϊκής πόλης. Από την επισήμανση μέχρι τους διαπρύσιους λόγους για «τάξη και ηθική» (επίκληση σε ΕΣΡ, εισαγγελείς και επιτίμηση των δημοτικών αρχών) υπάρχει πολύ μεγάλη απόσταση. Είναι ο Ρουβίκωνας που έχουν διαβεί πλείστοι όσοι μετά την εκλογική εμφάνιση της Νίκης, παρά την επίκληση του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου να παραμείνει στο ιερατικό του έργο το πλήρωμα της εκκλησίας: «Η Εκκλησία είναι θεανθρώπινος οργανισμός και όχι κοσμικός και εξουσιαστικός θεσμός. Δεν είναι εκ του κόσμου τούτου, αλλά ζει και λειτουργεί μέσα στον κόσμο τούτο για να τον μεταμορφώσει, διακονώντας το ανθρώπινο πρόσωπο, κάθε πιστό, κάθε πολίτη, χωρίς διακρίσεις και, φυσικά, ανεξαρτήτως των πολιτικών πεποιθήσεων και των κομματικών προτιμήσεων του καθενός και της καθεμιάς».