Μια πίτα, μα τι πίτα!

Μια πίτα, μα τι πίτα! Δώδεκα χιλιάδες ευρώ.

Ήταν, θα πει ο άλλος, και τα καναπεδάκια. Και τα σοκολατάκια. Και οι μικροφωνικές για να εκφωνήσει το κατιτίς του ο υπουργός. Και να γίνει ηλίου φαεινότερο και για τους πιο καχύποπτους ότι η εποχή του τσεκουριού έχει περάσει. Και ο Μαυρουδής Βορίδης, πρώην οπλίτης του δικτάτορα Παπαδόπουλου, πρώην τερμίτης της δημοκρατίας, πρώην δεξιός διμοιρίτης –πολύ δεξιός όμως– του Καρατζαφέρη, έχει πλέον εξημερωθεί. Δέχεται τους κανόνες της κανονικότητας. Και δρα στο πλαίσιο της νεοδημοκρατικής τάξης με σεβασμό στις αρχές της.

Η πίτα, κυρίες και κύριοι. Η πίτα. Αυτή, παρά τα χρόνια που έχουν περάσει, παρά τις τραγωδίες στις οποίες έχει οδηγήσει τη χώρα, παρά τη φτώχεια και τη δυστυχία στην οποία έχει οδηγήσει πολλούς, εξακολουθεί να είναι το γέρας, το μήλον της έριδος, το σήμα κατατεθέν της Δεξιάς. Ακρας, μέσης, μέτριας με ολίγη, γλυκύβραστης. Άνω και κάτω, της κορυφής και της βάσης, των πλέι οφ και των πλέι άουτ. Και η καλύτερη απόδειξη ότι ο Μαυρουδής Βορίδης έχει αποδεχτεί την κανονικότητα και δικαίως κατέχει μια θέση στο χορτάτο στράτευμα με το οποίο ο Κυριάκος αλλάζει τη χώρα είναι ακριβώς η πίτα των δώδεκα χιλιάδων ευρώ.

Η πίτα, μάλιστα. Του Διαματάρη, που διέθετε πλαστό πτυχίο αλλά είναι φίλος της οικογένειας. Του Πατέρα, με αντάλλαγμα μερικές χιλιάδες ψήφους. Του ανεψιού, που βοηθάει τον θείο στο Μαξίμου. Των «γαλάζιων» παιδιών, των «γαλάζιων» παππούδων, των πεθερικών, της πρώτης κυρίας, των συγγενών και κουμπάρων, πάντων των εν πίτα αδελφών και ξαδέλφων. Και του Νίκου Γεωργιάδη – μετά θεαμάτων η κοπή της στην περίπτωσή του. Η πίτα που διανέμεται, κατανέμεται και απονέμεται στον καθένα ανάλογα με τις δυνατότητές του, τα κονέ του, το εθνικόφρον βιογραφικό του, τα ελαφρά χέρια και τις κομματικές μασέλες που διαθέτει.

Ο Μαυρουδής ρητορεύει ότι θα αναμορφώσει την αγροτική οικονομία. Η πίτα. Είναι στενός φίλος με κάποιους πατριάρχες της διαπλοκής. Η πίτα. Κάθεται τον καιρό της ΔΕΘ στο πλάι του Μαρινάκη, που καπνίζει το πούρο του και πουφ πουφ πουφ, ενώ έρχονται να του υποβάλουν τα σέβη του οι δεξιές αρχές της πόλεως. Η πίτα. Παράγει περισσότερο τηλεοπτικό χαμόγελο από όσο καταναλώνει. Η πίτα. Την οποία μετά τον ντόρο δήλωσε ότι θα πληρώσει ο ίδιος. Με μια έκφραση περιφρόνησης για τους κατηγόρους του – σιγά το ποσόν. Κι εδώ που τα λέμε, δίκιο έχει. Τι είναι δώδεκα χιλιάρικα –όχι δικά του, δικά μας, κι ας μην τα δούμε ποτέ σε όλο μας τον βίο– μπροστά στην πίτα;