Μια «Γκερνίκα» χωρίς τελειωμό

Μια «Γκερνίκα» χωρίς τελειωμό

Η φωτογραφία της νεαρής Ισραηλινής που κρατάει ένα πλακάτ με το σύνθημα «Ο παππούς μου δεν επέζησε από το Αουσβιτς για να βομβαρδίσει τη Γάζα» κυκλοφόρησε αρκετά στα social media, σαν ένας ξεθωριασμένος απόηχος των 80s, όταν το μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης τασσόταν υπέρ των Παλαιστινίων. Οι αγκαλιές του Ανδρέα Παπανδρέου με τον Γιάσερ Αραφάτ, η συναισθηματική φόρτιση για τις σφαγές στη Σάμπρα και τη Σατίλα και η μαντίλα που φορούσαν ξένοι και Ελληνες διαδηλωτές σε ένδειξη συμπαράστασης πέρασαν ανεπιστρεπτί. Ο μόνος που επέστρεψε είναι ο κύκλος του αίματος, θυμίζοντας τις φρικιαστικές περιγραφές του Ζαν Ζενέ για την «Γκερνίκα» της Βηρυτού που έστησαν ακροδεξιοί φαλαγγίτες, υπό την καθοδήγηση και την επίβλεψη του ισραηλινού στρατού. «Οι σφαγές δεν έγιναν μέσα στη σιωπή και στο σκοτάδι. Τις φώτιζαν άπλετα οι φωτοβολίδες των Ισραηλινών. Τι γλέντια, τι κραιπάλες έγιναν εκεί όπου ο Χάρος συμμετείχε στο ξεφάντωμα των μεθυσμένων στρατιωτών – μεθυσμένων από κρασί και χαρά […]. Το πρόσωπό της ήταν μαύρο και πρησμένο, στραμμένο στον ουρανό, το στόμα της ανοιχτό, κατάμαυρο από τη μύγα. Τα δάχτυλα των δύο χεριών ήταν ανοιχτά βεντάλια και τα δέκα δάχτυλα ήταν κομμένα σαν από κλαδευτήρι». Στο καταγγελτικό κείμενο του Γάλλου συγγραφέα οι νεκροί Παλαιστίνιοι είναι σαν την πρώτη ύλη ενός γλύπτη, ο οποίος μαθαίνει την τέχνη του πάνω στο τραπέζι του χειρουργού-ανατόμου.

Εκτοτε άλλαξαν πολύ οι γεωπολιτικοί συσχετισμοί και νέοι παίκτες, όπως η Τουρκία, κινούν τα πιόνια στη σκακιέρα. Το Ισραήλ, εφαρμόζοντας το δόγμα «ποτέ πια», φέρεται σκληρά σε οποιαδήποτε πραγματική

ή φανταστική απειλή για να μην ξαναζήσει το τραύμα του Ολοκαυτώματος. Από την άλλη, η Λωρίδα της Γάζας ολοένα συρρικνώνεται, τη Χαμάς σκοπίμως τη συνέδεσαν με την τρομοκρατία ώστε να μην έχει κανένα κύρος στη διεθνή σκηνή, σε αντίθεση με τα πολλαπλά ερείσματα της ισραηλινής κυβέρνησης, ιδίως στις ΗΠΑ.

Το πιο ανησυχητικό είναι ότι τα θύματα μεταξύ των αμάχων δεν συγκινούν πλέον κανέναν. Μια γενικευμένη απάθεια, λες και οι κυβερνήσεις πάσχουν από συλλογική αμνησία. Η βαρβαρότητα ριζώνει μαζί με τη λήθη, ο θάνατος και η απώλεια έγιναν συνήθεια, τα παιδιά που χάνονται στην Παλαιστίνη, στο Ιράν, στην Υεμένη δεν αξίζουν ούτε μια ολιγόλεπτη αναφορά στα ΜΜΕ. Δεν υπάρχουν πια Σίμωνες Κυρηναίοι. Κανείς δεν έχει τη διάθεση να σηκώσει – ούτε καν επικουρικά– τον σταυρό της ανθρωπότητας.

Εξακολουθούν επίσης να είναι ατελέσφορες οι μετριοπαθείς και ψύχραιμες φωνές που μιλούν για ειρηνική συνύπαρξη, όπως του Παλαιστίνιου διανοούμενου Εντουαρντ Σαΐντ ή του Ισραηλινού συγγραφέα Αμος Οζ: «Μια τέτοια σύγκρουση μεταξύ δίκαιων διεκδικήσεων μπορεί να επιλυθεί με δύο τρόπους. Υπάρχει η σαιξπηρική παράδοση, σύμφωνα με την οποία μια τραγωδία καταλήγει με τη σκηνή γεμάτη νεκρά σώματα και με την επικράτηση κάποιου είδους δικαιοσύνης. Υπάρχει, ωστόσο, και η παράδοση του Τσέχωφ, όπου οι πάντες είναι απογοητευμένοι, πικραμένοι, συντετριμμένοι αλλά ζωντανοί. Οι συνάδελφοί μου κι εγώ προσπαθούμε… όχι να βρούμε ένα συναισθηματικό χάπι εντ, μια αδελφική αγάπη, έναν αναπάντεχο μήνα του μέλιτος στην ισραηλινο-παλαιστινιακή τραγωδία, αλλά ένα τσεχωφικό τέλος, που σημαίνει έναν συμβιβασμό με σφιγμένα τα δόντια».

H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος ιστορικός Τέχνης

Documento Newsletter