Μια εξήγηση για τον Παντελή Μπουκάλα

Τον Παντελή Μπουκάλα τον εκτιμώ όσο λίγους στη δημοσιογραφία. Δεν τον γνωρίζω προσωπικά αν και τα κείμενά του μερικές φορές νομίζω ότι «μου ανήκουν». Είναι εκείνη η οικειότητα που δημιουργεί η εκτίμηση και μεγιστοποιεί η γοητεία της καλής γραφής. 

Από τους καλύτερους γραφιάδες που έχουμε. Εκείνο που με εντυπωσιάζει μαζί του είναι πως καταφέρνει να στέκεται στη μέση των πραγμάτων, όχι για να παίξει το παιχνίδι του ισαποστασίτη που είναι και με το θύμα και με τον θύτη αγκαλιά, αλλά για να τα παρατηρήσει. Με τιμιότητα και πραγματικό ενδιαφέρον.

Αυτοί είναι και οι λόγοι που αποφάσισα να δώσω μερικές εξηγήσεις για πράγματα που γράφει στη στήλη του με τίτλο «Στον αστερισμό του Σαμαράκη». Δεν πρόκειται για κάποια απάντηση, αλλά όπως ακριβώς το γράφω, για εξηγήσεις. Γιατί νομίζω πως όταν κάνουμε κάποια πράγματα ειδικά κάτω από πίεση, η εξήγηση είναι το ίδιο αναγκαία με τα πράγματα.

Γράφει ο Παντελής Μπουκάλας, αφού επικρίνει την αναπληρώτρια εκπρόσωπο της ΝΔ Σοφία Ζαχαράκη για την επιμονή της να με κατηγορεί με ψεύδη πως κι εγώ λάθεψα «μηνύοντας την αναπληρώτρια εκπρόσωπο της ΝΔ και όχι μόνο γιατί το δημοσιογραφικό σώμα αντιστρατεύεται τις μηνύσεις και μάλιστα με τη διαδικασία του αυτοφώρου»

Θα γράψω όπως αισθάνομαι:

Αγαπητέ Παντελή

Αυτό το δημοσιογραφικό σώμα αναζητώ και εγώ χρόνια τώρα για να ορίσουμε ποιοι είμαστε και τι κάνουμε, αλλά δεν καταφέρνω να το βρω. Βρίσκω ένα ακέφαλο πτώμα , γεμάτο μικρόβια από τη σήψη του. Αυτό το σώμα των δημοσιογράφων και της δημοσιογραφίας, τα αυτιά του έστω για να πω, πως από το 2012 όταν κυκλοφόρησε το HOT DOC , βρίσκομαι σε μια δίνη που αποδεικνύει πως στην Ελλάδα η ελευθερία του Τύπου είναι μια αυτοικανοποιητική ωραιοποίηση. Το γιατί ίσως το αγνοείς, γιατί εν αντιθέσει με εφημερίδες όπως οι New York Time ή ο Guardian που το έχουν καταγράψει , ο ελληνικός Τύπος δεν το έκανε ποτέ. Ούτε η εφημερίδα σου.

Με μήνυσαν για τη λίστα Λαγκάρντ. Τα ξένα Μέσα με παρουσίασαν ως τον δημοσιογράφο που τα έβαλε με τη διαφθορά. Τα ελληνικά ως συκοφάντη που ρίχνει ονόματα στην αρένα. Αθωώθηκα αλλά η Εισαγγελία άσκησε έφεση κατά της αθωωτικής απόφασης. Αθωώθηκα και πάλι αλλά δεν ήταν είδηση για τα ΜΜΕ.

Πληρωμένα με αδρή διαφήμιση από αυτούς που αποκάλυψα, δολοφονούσαν συστηματικά την προσωπικότητά μου.

Κι εγώ από μέσα μου έλεγα, ας βαρέσουν στο τέλος η αλήθεια θα νικήσει. Δεν είχα μόνο άγνοια κινδύνου αλλά δεν γνώριζα και πως το σώμα της δημοσιογραφίας ήταν πια ένα ψοφίμι. Από πουθενά δεν υπήρξε συμπαράσταση.

Κατατέθηκαν εναντίον μου 80 μηνύσεις και αγωγές από πολιτικά πρόσωπα. Όταν αποκάλυψα μόνος και ανυπεράσπιστος το ρόλο Βγενόπουλου, τα ΜΜΕ, οι δημοσιογράφοι, γιατί υπάρχουν πρόσωπα και όχι αόριστες έννοιες, έγραφαν πως είμαι συκοφάντης και εκβιαστής. Το δικαστήριο (τα μέλη του σήμερα διώκονται πειθαρχικά) με καταδίκασε σε 26 μήνες φυλάκιση. Πείσμωσα και με τον Βγενόπουλο μα κυρίως με το εκδιδόμενο σώμα της δημοσιογραφίας. Οι συνάδελφοι κατ ιδίαν μου έλεγαν «μα έχουμε παιδιά τι να κάνουμε» και δημόσια έγραφαν δράκους που έτρωγαν τα δικά μου παιδιά και την αξιοπρέπειά μου.

Ταξίδεψα δεκάδες φορές στην Κύπρο, μάζεψα χιλιάδες έγγραφα για το Βγενόπουλο. Η Ελληνική Δικαιοσύνη όμως σκανδαλωδώς αρχειοθέτησε την δικογραφία της μεγαλύτερης απάτης που έγινε ποτέ στην Ελλάδα. Εκεί συνάδελφε να δεις τι έγινε. Άρχισαν να με λένε συκοφάντη και όσοι ντρέπονταν να με πούνε. Δεν τα έβαλα κάτω όχι γιατί είμαι ήρωας αλλά γιατί δεν είχα άλλη επιλογή. Αναγκάστηκα όχι μόνο να κάνω έρευνα αλλά να παίξω και τον ρόλο του διαδίκου για να μπορώ να τους στριμώχνω νομικά. Αποκάλυψα πως η αρχειοθέτηση έγινε παράνομα και μεθοδευμένα. Αθωώθηκα στο Εφετείο και λίγο πριν πεθάνει Βγενόπουλος η εισαγγελία ξανάνοιξε τη δικογραφία και τελικώς ασκήθηκαν διώξεις.

Διάβασες πουθενά πως όχι μόνο δεν ήμουν συκοφάντης αλλά πως η έρευνά μου έστειλε το Βγενόπουλο και την ομάδα του σε δίκες; Διάβασες καμιά ανακοίνωση της ΕΣΗΕΑ για τις 30 μηνύσεις εναντίον μου από το Βγενόπουλο. Kάτι που να λέει πως δεν πρέπει να διώκονται οι δημοσιογράφοι; Πως δεν πρέπει να υπάρχουν αυτόφωρα;

Το ίδιο σκηνικό με το Βγενόπουλο επαναλήφθηκε με τη γυναίκα Στουρνάρα, με πρώην Υπουργούς, με δημόσια πρόσωπα , που πάνω απ όλα σύμφωνα με την κοινή λογική αλλά και όσα προβλέπει η ΕΣΔΑ οικειοθελώς μπαίνουν με το ρόλο έχουν υπό κρίση και κριτική και οφείλουν να απαντούν.

Δεν απάντησαν ποτέ για την ουσία. Ανακοινώνουν πως “θα καταφύγουν στη Δικαιοσύνη κατά του συκοφάντη τους”. Και ενώ συμβαίνει αυτό το πρωτοφανές δεν βγαίνει κανένας από το ακέφαλο σώμα της δημοσιογραφίας να τους πει “απαντήστε όπως οφείλετε και μετά κάνετε και μήνυση και ό,τι θέλετε”

Ξέρεις Παντελή, όταν έχεις μηνύσεις και αγωγές, όταν είσαι μόνος σου απέναντι σε όλα αυτά τα πράγματα δεν είναι όπως τα έχεις θεωρητικά στο μυαλό σου. Και θα σου εξηγήσω πώς είναι. Επί έξι χρόνια αυτοί που πρέπει να απαντήσουν στα δημοσιεύματα δημιουργούν ένα θόρυβο με εμένα δακτυλοδεικτούμενο. Σκοπός είναι να δημιουργήσουν την εντύπωση πως κάτι τρέχει με εμένα. Μπορεί να αρθρογραφώ στις μεγαλύτερες εφημερίδες στον κόσμο, να έχω δύο διεθνή βραβεία, αλλά οι βρώμικοι έχουν μια απλή συνταγή για να σε βρωμίζουν. Απλώς σηκώνουν τα βρώμικα χέρια τους και σε ακουμπάνε.

Φαντάζομαι πως καταλαβαίνεις πως πέρασα δύσκολα. Δεν μπορούσα ούτε προλάβαινα να απαντάω στον καθένα. Η θέση μου ήταν θέση ευγενούς άμυνας και θεσμικής στωικότητας. Στις συσκέψεις στελεχών της εφημερίδας έχει γίνει ανέκδοτο όταν φτιάχνουμε το πρωτοσέλιδο, η μεταξύ μας προσφώνηση “μα κύριε πρόεδρε” θεωρώντας ότι απυεθυνόμαστε σε έναν αόρατο δικαστή που μας δικάζει. Γιατί αγαπητέ Παντελή, έχουμε πάψει καιρό να σκεφτόμαστε μόνο ως δημοσιογράφοι. Δημοσιογραφούμε κάνοντας ταυτόχρονα τον νομικό και τον μελλοντικό κατηγορούμενο σε κάποιο δικαστήριο.

Αποθρασύνθηκαν οι διώκτες με όλα αυτά και εγώ κουράστηκα να περιμένω το σώμα της δημοσιογραφίας να δείξει ότι δεν έχει σαπίσει τελείως. Αφού δημιούργησαν κλίμα στα social media όπου είναι χιλιάδες και ανώνυμοι, τη σκυτάλη πήραν οι πολιτικοί. Ήταν τόσο σίγουροι για όσα είχαν διαμορφώσει εναντίον μου μέσω των τρολς που τα πίστεψαν κιόλας. Κάνε ένα κόπο και δες πώς με αποκαλεί στις ανακοινώσεις της η ΝΔ και πώς τα στελέχης της; Αν είχα όρεξη θα έκανα κάθε μέρα αγωγές. Αλλά είπα να σεβαστώ έστω και έτσι το νεκρό σώμα της δημοσιογραφίας.

Υπάρχουν όμως στιγμές που η συσσωρευμένη ποσότητα δημιουργεί μια άλλη κατάσταση ποιοτικά. Σηκώνεις το χέρι και λες φτάνει. Εγώ σήκωσα την τρίχρονη κόρη μου που έπαιζε πάνω μου στον καναπέ και είπα αυτό το φτάνει, όταν η κυρία Ζαχαράκη με πλήρη συνείδηση και βεβαιότητα είπε όσα είπε. Δεν έχω βλακόμετρο στελεχών της ΝΔ και δεν σκοπεύω να πάρω. Ξέρω πως με συκοφάντησε και παρά την παρέμβασή μου συνέχιζε. Φυσικά δεν έκανε πίσω γιατί θα χαλούσε το αφήγημα της ΝΔ για μένα που στόχος του είναι η πλήρης εξόντωσή μου.

Για να μην μακρηγορώ. Όταν σε βουτάνε στη θάλασσα για να σε πνίξουν, ίσως θα ήταν ιδεατό να σκέφτεσαι ποιος είναι ο κανονικός τρόπος για να κολυμπάς για να σωθείς, αλλά εκείνη την ώρα κοιτάς πώς δεν θα πνιγείς και μόνο. Όχι σε αυτή τη φάση δεν με αφορά η τεχνική μου στο ύπτιο ή το εμπρόσθιο, αλλά η σωτηρία, ο εαυτός μου και η αξιοπρέπειά μου. Δεν με ενδιαφέρει ούτε το δημοσιογραφικό σώμα. Προφανώς και δεν εγκατέλειψα τις θέσεις μου για συλλογικότητα και κοινή δράση αλλά όσο δίνω άλλοθι στην αδράνεια, όσο κλωτσώ το σώμα για να κουνηθεί ώστε να πω ότι ζει, τόσο η τοξικότητά του θα δηλητηριάζει τα πάντα.

Ο δρόμος της ανεξαρτησίας έχει μοναξιά. Γνωρίζεις πως ανεξαρτησία δεν είναι η ανεξαρτησία από τις πολιτικές απόψεις αλλά από συμφέροντα και κυρίως το ψέμα. Η αντικειμενικότητα συνηθίζω να λέω, είναι ο βαθμός της ευπρέπειας του υποκειμενισμού μας. Η είδηση είναι είδηση, η άποψη άποψη αλλά και η αξιοπρέπεια, αξιοπρέπεια.