Σε λίγο καιρό, αργά ή γρήγορα, η καραντίνα αλλά και η υγειονοµική κρίση θα φτάσουν στο τέλος τους.
Τότε θα ανοίξουµε την πόρτα και θα βγούµε από τα σπίτια µας. Ωστόσο, πόσο αλλαγµένος θα είναι ο κόσµος µας; Θα έχει καµιά σχέση αυτό που αφήσαµε πίσω µας, όταν αναγκαστικά µείναµε σπίτι, µε αυτό που θα αντικρίσουµε όταν θα βγούµε από το σπίτι και θα επιστρέψουµε σε µια νέα κανονικότητα;
Η µετά κορονοϊό εποχή, όπως ήδη αρχίζει να φαίνεται, δεν θα έχει καµιά σχέση µε την εποχή πριν από την υγειονοµική κρίση. Ολη αυτή την περίοδο που µένουµε σπίτι πολλά αλλάζουν. Ο κρατικός µηχανισµός, που στη δεδοµένη συγκυρία τρέχει, ανήκει σε µια ακραία τεχνοκρατική, νεοσυντηρητική, νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση. ∆εν έπαψε ποτέ να λειτουργεί και να περνάει νόµους που αλλάζουν άρδην την πραγµατικότητα, τουλάχιστον όπως τη γνωρίζαµε. Η υγειονοµική κρίση από πολλές πλευρές στάθηκε η τέλεια ευκαιρία για ένα γερό πλιάτσικο στα ατοµικά και συλλογικά µας κοινωνικά δικαιώµατα, η τέλεια ευκαιρία για να εκφραστούν και να εφαρµοστούν όλες οι νεοφιλελεύθερες ιδεολογικές αγκυλώσεις της κυβέρνησης µε το µικρότερο δυνατόν πολιτικό κόστος.
Βγαίνοντας θα δούµε πως τα δικαιώµατά µας έχουν τσαλαπατηθεί κάτω από την µπότα του νεοσυντηρητισµού και της αστυνοµοκρατίας, που έφτασε στο αποκορύφωµά της µέσα από την παράνοµη αναστολή του άρθρου 11 του συντάγµατος (δικαίωµα του συνέρχεσθαι) από τον αστυνοµικό διευθυντή της Αθήνας, κατά παραγγελία πάντα της κυβέρνησης. Η κατηφόρα ωστόσο δεν σταµατά εδώ. Η κυβέρνηση µε ένα έξυπνο και υποχθόνιο τέχνασµα κατάφερε να περιστείλει και το δικαίωµα του εργαζοµένου στην απεργία. Κανένας ωστόσο δεν θα ξεχάσει και το άλλο µεγάλο «επίτευγµα», την απαγόρευση των διαδηλώσεων που ψήφισε η κυβέρνηση το καλοκαίρι µε τη νεκρανάσταση ενός νόµου του 1971, της περιόδου δηλαδή της δικτατορίας. Γίνεται σε όλους µας αντιληπτό το ιδεολογικό και ηθικό βάρος που βαραίνει την κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση που επιλέγει να άρχει µέσω του αυταρχισµού αλλά και ενός διαρκούς «απαγορεύεται».
Αυτήν τη δύσκολη περίοδο, όπου πολλά άλλαξαν και όλοι δοκιµαστήκαµε, είδαµε τις οικονοµικές και ταξικές ανισότητες να γιγαντώνονται και να µας πνίγουν. Είδαµε πως δεν υπήρξε καµιά ουσιαστική προστασία των αδύναµων και των ευάλωτων κοινωνικών οµάδων, των µικρών και µεσαίων επιχειρήσεων, της εργασίας, τα οποία χτυπήθηκαν όσο κανείς άλλος στην οικονοµική κρίση που προηγήθηκε και τσακίστηκαν στην υγειονοµική κρίση που ακολούθησε. Φυσικά η απάντηση σε αυτήν τη διόγκωση των ανισοτήτων, της φτώχειας και της ανεργίας βρέθηκε και περιγράφεται αναλυτικά στην έκθεση Πισσαρίδη, η οποία έρχεται να γκρεµίσει ό,τι άφησε όρθιο η λιτότητα των προηγούµενων ετών, µια έκθεση που µπροστά της ο Τόµσεν φαντάζει πονόψυχος, δίκαιος και σοσιαλιστής.
Η προκλητικότητα της εποχής µας φυσικά είναι η ανάδυση ή µάλλον η ξεγύµνωση µιας τάσης «αντουανετισµού». Μια κατάσταση που φανερώνει τις τεράστιες ανισότητες που ενυπάρχουν στην κοινωνία µας. Από τη µια πλευρά η πλειονότητα που βιώνει στο πετσί της την ύφεση, την ανεργία, την απελπισία και από την άλλη πλευρά η ανισοκατανοµή του εισοδήµατος, οι έχοντες που βρίσκονται εκτός πραγµατικότητας ως σύγχρονες Αντουανέτες, που δεν µπορούν να αντιληφθούν τη δυσχερή θέση της πλειονότητας και επιδεικνύουν έναν προκλητικό βίο. Ολοι ωστόσο γνωρίζουµε ότι προϊόν την κοινωνικής καταπίεσης, της δυστυχίας και της ανισοκατανοµής της φτώχειας είναι µια επανάσταση που έρχεται φιλοδοξώντας να αλλάξει τη ροή της Ιστορίας. Αυτό άλλωστε συνέβη και στο παρελθόν, όπως γνωρίζουµε, από µια πλειάδα ιστορικών παραδειγµάτων.
Ο κόσµος που θα αντικρίσουµε βγαίνοντας θα είναι διαφορετικός, πιο άνισος, πιο άδικος, πιο βίαιος.
Εσύ το αντέχεις;
Ο Πέτρος Νικηφόρος Ράλλιος είναι φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης