Μη νόμιμες οι απομαγνητοφωνήσεις στο σκάνδαλο του Koriopolis

Θέμα νομιμότητας των απομαγνητοφωνήσεων για τα στημένα παιχνίδια της περιόδου 2008-2011 έθεσε ο δικηγόρος του κατηγορούμενου, Βασίλη Καρακούλια, Γιάγκος Λαμπίρης, ο οποίος με αίτηση του στο Α’ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ζητάει:

 1) «Να διαταχθεί από το Δικαστήριό σας πραγματογνωμοσύνη, προκειμένου να απομαγνητοφωνηθεί από τον ορισθέντα πραγματογνώμονα το σύνολο των ψηφιακών δίσκων που αφορούν την παρούσα υπόθεση και 2) Να διαταχθεί η Ε.Υ.Π. να παραδώσει στον ορισθέντα πραγματογνώμονα το σύνολο των ψηφιακών δίσκων προκειμένου αυτός να προβεί στην απομαγνητοφώνησή τους». Στο αιτιολογικό της αίτησης του ο συνήγορος ισχυρίζεται ότι «οι υπάρχουσες «απομαγνητοφωνήσεις», είναι καθ’ ολοκληρίαν παράνομες, ψευδείς κατά περιεχόμενο και επιπλέον δεν μπορεί να ελεγχθεί ποιος τις έκανε, με εντολή τίνος εγένοντο, πώς ενσωματώθηκαν στη δικογραφία και πώς αυθαιρέτως χρησιμοποιήθηκαν και αξιοποιήθηκαν ως αποδεικτικό στοιχείο για την παραπομπή» του Β. Καρακούλια ενώπιον του δικαστηρίου.

Αναλυτικά η αίτηση: «Με την από 19.01.2017 αίτησή μου προς το Δικαστήριό Σας, για όλους τους λόγους που ειδικότερα διαλαμβάνονται σ’αυτήν, ζήτησα την πλήρη απομαγνητοφώνηση του συνόλου των ψηφιακών δίσκων και την συσχέτισή τους με την υπό κρίση ποινική δικογραφία, δεδομένης της παραβίασης του συνόλου των υπερασπιστικών μου δικαιωμάτων. Επί της ως άνω αιτήσεώς μου, το Δικαστήριό Σας επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του. Αναφερόμενος, εκ νέου, στο περιεχόμενο της ως άνω αιτήσεώς μου επάγομαι τα ακόλουθα : Δυνάμει των υπ’αριθμ. 172/2011, 334/2011, 614/2011 και 772/2011 βουλευμάτων του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, διατάχθηκαν όλες οι εταιρείες σταθερής και κινητής τηλεφωνίας να συνεργασθούν με την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, ώστε να χορηγηθούν στην τελευταία, όλα τα αναγκαία στοιχεία αναφορικά με συγκεκριμένες τηλεφωνικές συνδέσεις, όπως αυτές ειδικότερα καθορίζονται στα ως άνω βουλεύματα, επιπλέον δε, διατάχθηκε η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών να χορηγεί στο Γραφείο Οικονομικού Εγκλήματος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών σε εβδομαδιαία βάση και σε ηλεκτρονική μορφή το περιεχόμενο των καταγραφεισών τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, τα sms, mms, wap, internet, gprs και video conference, καθώς και όλες τις πληροφορίες κλήσεων, (στοιχεία κάθε φορά ταυτότητας καλούντων – καλουμένων και χρονική διάρκεια κλήσεων) , των τηλεφωνικών συνδέσεων που ειδικότερα διαλαμβάνονται στα βουλεύματα. Σε εκτέλεση του διατακτικού των ως άνω βουλευμάτων του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, η Ε.Υ.Π. έκανε τις αντίστοιχες επισυνδέσεις, το δε περιεχόμενο των συνομιλιών καταγράφηκε σε ψηφιακούς δίσκους, οι οποίοι με άγνωστο τρόπο περιήλθαν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, καθόσον δεν προκύπτει από διαβιβαστικό έγγραφο ή απόδειξη παραλαβής του υλικού. Προκύπτει επίσης ότι η Ε.Υ.Π. με το από 29.11.2011 απαντητικό της έγγραφο προς τον 9 ο Τακτικό Ανακριτή του Πρωτοδικείου Αθηνών, κ. Γεώργιο Κασίμη, απέστειλε, άγνωστο με ποιο τρόπο, αντίγραφο του υλικού αυτού σε ηλεκτρονική μορφή – cd στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών. Προκύπτει περαιτέρω, ότι η Ε.Υ.Π. με το ως άνω έγγραφό της, πέραν της αποστολής του υλικού αυτού σε ηλεκτρονική μορφή στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, αρνείται την πατρότητα των απομαγνητοφωνήσεων αυτών, αφού δεν είχε διαταχθεί να αποτυπώσει το περιεχόμενο των συνομιλιών σε έγγραφη μορφή.

Σημειώνω ότι η άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, ανατέθηκε στην Ε.Υ.Π., στα πλαίσια διενεργούμενης προκαταρκτικής εξέτασης από το Γραφείο Οικονομικού Εγκλήματος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών και σύμφωνα με το νόμο, η Ε.Υ.Π. δεν θα μπορούσε να προβεί σε απομαγνητοφώνηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, αφού δεν ασκεί ποτέ προανακριτικά ή ανακριτικά καθήκοντα, τα οποία ούτως ή άλλως αντίκεινται στον σκοπό της και το οργανόγραμμά της. Εάν οι ευρισκόμενες στη δικογραφία απομαγνητοφωνήσεις έγιναν από την Ε.Υ.Π., τότε η Ε.Υ.Π. ευθέως παρανόμησε. Όφειλε, λοιπόν, ο αρμόδιος Εισαγγελέας Πρωτοδικών, ο οποίος διενεργούσε προκαταρκτική εξέταση να διατάξει την απομαγνητοφώνηση του συνόλου του αποσταλέντος υλικού σε ηλεκτρονική μορφή από πραγματογνώμονα τον οποίο θα διόριζε ο ίδιος. Τέτοια ενέργεια από την πλευρά της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών ουδέποτε έγινε, εξ ου και τα αμείλικτα ερωτήματα του 9 ου Τακτικού Ανακριτού του Πρωτοδικείου Αθηνών, κ. Κασίμη, τα οποία παραμένουν αναπάντητα. Επομένως η παρούσα δίκη διεξάγεται υπό την εσφαλμένη προϋπόθεση, ότι οι «απομαγνητοφωνήσεις» που έχουν ενσωματωθεί στην υπό κρίση ποινική δικογραφία, είναι νόμιμες και αποτελούν πιστή αποτύπωση των περιεχομένων στους ψηφιακούς δίσκους συνομιλιών. Εν όψει του ότι οι υπάρχουσες «απομαγνητοφωνήσεις», είναι καθ’ολοκληρίαν παράνομες, ψευδείς κατά περιεχόμενο και επιπλέον δεν μπορεί να ελεγχθεί ποιος τις έκανε, με εντολή τίνος εγένοντο, πώς ενσωματώθηκαν στη δικογραφία και πώς αυθαιρέτως χρησιμοποιήθηκαν και αξιοποιήθηκαν ως αποδεικτικό στοιχείο για την παραπομπή μου ενώπιον του Δικαστηρίου Σας,

ΖΗΤΩ:

– Να διαταχθεί από το Δικαστήριό Σας πραγματογνωμοσύνη, προκειμένου να απομαγνητοφωνηθεί από τον ορισθέντα πραγματογνώμονα το σύνολο των ψηφιακών δίσκων που αφορούν την παρούσα υπόθεση.

– Να διαταχθεί η Ε.Υ.Π. να παραδώσει στον ορισθέντα πραγματογνώμονα το σύνολο των ψηφιακών δίσκων προκειμένου αυτός να προβεί στην απομαγνητοφώνησή τους».