Εννιά στους δέκα Μεξικανούς που πήγαν να ψηφίσουν στο δημοψήφισμα της Κυριακής επέλεξαν να συνεχίσει ο Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ την θητεία του ως πρόεδρος της χώρας, υπογραμμίζοντας έτσι την κυριαρχία του σε ένα άκρως πολωμένο πολιτικό σκηνικό, αφού το ποσοστό του κυμαίνεται ανάμεσα στο 90,3% και το 91,9%, σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία από το Εθνικό Εκλογικό Ινστιτούτο. Να σημειωθεί όμως ότι η προσέλευση ήταν εξαιρετικά χαμηλή, αφού μόλις το 18% των εγγεγραμμένων πήγε να ψηφίσει. Ανάλογα δημοψηφίσματα στην Λατινική Αμερική έχουν γίνει στο παρελθόν στη Βενεζουέλα, το 2004 από τον Ούγκο Τσάβεζ και το 2008 στη Βολιβία από τον Έβο Μοράλες.
Οι επικριτές του ισχυρίζονται ότι η νίκη του ήταν προδιαγεγραμμένη μιας και η αντιπολίτευση είχε μποϋκοτάρει την διαδικασία. Επίσης, τον κατηγόρησε ότι ψάχνει αφορμές για να επεκτείνει τη θητεία του πέρα από την μοναδική εξαετία που προβλέπεται για κάθε πρόεδρο της χώρας.
Ο αντιφατικός αριστερός πρόεδρος της χώρας ήταν ουσιαστικά ο αρχιτέκτονας της διαδικασίας του ανακλητικού δημοψηφίσματος, όπως έχει ονομαστεί καθώς πρόκειται για μια διαδικασία μέσω της οποίας οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να «ρίξουν» έναν πρόεδρο πριν λήξει η θητεία του. Ο ΑΜΛΟ, όπως είναι το παρατσούκλι του που σχηματίζεται από τα αρχικά γράμματα του ονόματός του, είχε συμπεριλάβει την πρόβλεψη για τέτοιου είδους δημοψηφίσματα στην προεκλογική του καμπάνια το 2018.
Η προσέλευση στις κάλπες ωστόσο ήταν απογοητευτικά χαμηλή, δεν ξεπέρασε το 18%, πολύ κάτω από το 40% που προβλέπεται για να θεωρηθεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεσμευτικό. Πολιτικοί αναλυτές είχαν προβλέψει ότι ο Ομπραδόρ θα «γαντζωθεί» από το αποτέλεσμα για να τον πλασάρει ως προσωπικό του θρίαμβο, έτσι ώστε να προωθήσει την πρότασή του για συνταγματική αλλαγή στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς του λείπουν οι ψήφοι για να την περάσει.
Από την ανάληψη των καθηκόντων του τον Δεκέμβριο του 2018, ο Ομπραδόρ δεν ανταποκρίθηκε στις δεσμεύσεις της εκστρατείας του για μείωση των βίαιων εγκλημάτων και την ανάκαμψη της οικονομίας, αναστατώνοντας τους επενδυτές αυστηροποιώντας τον κρατικό έλεγχο των φυσικών πόρων.
Αλλά η επιτυχημένη ανάπτυξη των προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας και η ασταμάτηση καθημερινή απεικόνιση ενός πολιτικού αφηγήματος στο οποίο πρωταγωνιστεί ως ηθικός υπερασπιστής των φτωχών ενάντια σε μια διεφθαρμένη, πλούσια ελίτ έχουν βοηθήσει να στηρίξει τη δημοτικότητά του.