Η δίωξη των δημοσιογράφων Κώστα Βαξεβάνη, Γιάννας Παπαδάκου και Αλέξανδρου Τάρκα για τα ρεπορτάζ τους σχετικά με το σκάνδαλο της Novartis προκάλεσε αποτροπιασμό στον δημοκρατικό κόσμο για την πρωτοφανή εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης από πλευράς της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που η συντηρητική παράταξη βάζει στο στόχαστρο τους πολιτικούς της αντιπάλους και χρησιμοποιεί τη Δικαιοσύνη και σίγουρα δεν είναι η πρώτη φορά που αυτό συμβαίνει με υπογραφή… Μητσοτάκη.
Διατρέχοντας την Ιστορία δεν είναι λίγες οι φορές που η πολιτική ζωή του τόπου έχει βουτηχτεί στην τοξικότητα και έχει ποινικοποιηθεί η πολιτική αντιπαράθεση. Μάλιστα πάρα πολλές από αυτές φέρουν την υπογραφή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, πατέρα του σημερινού πρωθυπουργού.
Ο τρομονόμος του πατρός
Τελευταία «επιτυχία» του ήταν η θέσπιση του τρομονόμου (νόμος 1916) το 1990, ο οποίος ένα χρόνο αργότερα είχε αποτέλεσμα τη δίωξη και τη φυλάκιση επτά εκδοτών και δημοσιογράφων.
Συγκεκριμένα, επρόκειτο για τους Σεραφείμ Φυντανίδη της «Ελευθεροτυπίας», Χρήστο Θεοχαράτο του «Εθνους», Δημήτρη Μαρούδα της «Νίκης», Κώστα Κοντοπάνο της «Αυριανής», Κώστα Γερονικολό του «Δημοκρατικού Λόγου», Σπύρο Καρατζαφέρη από τις «48 Ωρες» και Κώστα Παπαϊωάννου από το «Ποντίκι». Με πρόφαση την «προστασία από το οργανωμένο έγκλημα» στον απόηχο της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη, ο αντιτρομοκρατικός νόμος που θέσπισε η κυβέρνηση του Κων. Μητσοτάκη απαγόρευε στα μέσα ενημέρωσης να δημοσιεύουν τις προκηρύξεις των τρομοκρατικών οργανώσεων με τις οποίες αναλάμβαναν την ευθύνη των χτυπημάτων. Με την αντιπολίτευση να αντιτίθεται σθεναρά κάνοντας λόγο για περιορισμό της ελευθερίας του Τύπου και αστυνομοκρατία, οι εκδότες αρνήθηκαν να πειθαρχήσουν και το αποτέλεσμα ήταν η σύλληψη, καταδίκη και φυλάκισή τους στον Κορυδαλλό, που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από την αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ, διαδηλώσεις, κινητοποιήσεις συνδικάτων και καλλιτεχνών, καθώς και αντιδράσεις διεθνών δημοσιογραφικών οργανώσεων.
Οι δημοσιογράφοι και εκδότες αποφυλακίστηκαν 13 ημέρες αργότερα, αφού οι ενώσεις ιδιοκτητών και συντακτών πλήρωσαν το ποσό της εξαγοράς της ποινής τους (είχαν αρνηθεί να ασκήσουν έφεση), ενώ ο τρομονόμος του Κων. Μητσοτάκη καταργήθηκε το 1993. Αξίζει να σημειωθεί πως ψήγματα της φιλοσοφίας του κατάπτυστου νόμου υπάρχουν ακόμη ζωντανά στην ατζέντα τουλάχιστον κάποιων εκ των σημερινών βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, αφού δεν έχουν περάσει δύο χρόνια από την πρωτοφανή στοχοποίηση της «Εφημερίδας των Συντακτών» ως «εφημερίδας των τρομοκρατών».
Η υπόθεση Κοσκωτά
Η υπόθεση Κοσκωτά και το Ειδικό Δικαστήριο σε βάρος του Ανδρέα Παπανδρέου είναι από τις γνωστότερες υποθέσεις της μεταπολιτευτικής ιστορίας, οι οποίες καταγράφτηκαν ως «βρόμικο ’89». Με όχημα τη δραστηριότητα ενός ραγδαία αναπτυγμένου στις τάξεις της συντηρητικής παράταξης επιχειρηματία, ο οποίος έκλεβε την Τράπεζα Κρήτης της οποίας ήταν ιδιοκτήτης, οδηγήθηκαν σε δίκη ο πρώην πρωθυπουργός Ανδρ. Παπανδρέου (ο οποίος αρνήθηκε να παραστεί και αθωώθηκε πανηγυρικά) μαζί με τον πρώην υπουργό Εθνικής Οικονομίας Παναγιώτη Ρουμελιώτη (ο οποίος τελικά δεν δικάστηκε ελέω ασυλίας από την Ευρωβουλή), τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Μένιο Κουτσόγιωργα που απεβίωσε κατά τη διάρκεια της δίκης καθώς και τον πρώην υπουργό Οικονομικών Δημήτρη Τσοβόλα και τον πρώην υφυπουργό Βιομηχανίας Γιώργο Πέτσο, που κρίθηκαν τελικά ένοχοι μόνο σε βαθμό πλημμελήματος και τους επιβλήθηκαν μικρές ποινές.
Την ώρα που ο Κων. Μητσοτάκης εμφανιζόταν έκθετος από τη φερόμενη είσπραξη εκατομμυρίων δολαρίων από τον εφοπλιστή Αριστείδη Αλαφούζο, η δίωξη του Ανδρ. Παπανδρέου έδωσε λύση στο αδιέξοδο της Νέας Δημοκρατίας και χρόνο για να ολοκληρώσει μεγάλο μέρος του καταστροφικού της έργου στη χώρα. Η τοξικότητα που έφερε η υπόθεση στην πολιτική ζωή έμεινε στην Ιστορία γραμμένη με τα πιο μελανά χρώματα.
Επί Ενωσης Κέντρου
Ακόμη πιο πίσω στο παρελθόν, μια άλλη ενδιαφέρουσα ιστορία είναι η διαβόητη υπόθεση της Πεσινέ το 1965, αφού ο νεότερος τότε και σημαίνον μέλος της Ενωσης Κέντρου Κωνσταντίνος Μητσοτάκης εργαλειοποίησε τη διαδικασία για να αποκομίσει πολιτικά οφέλη σε βάρος του Γεώργιου Παπανδρέου. Η λεόντειος και αποικιοκρατικού χαρακτήρα εκείνη συμφωνία της κυβέρνησης Καραμανλή με τη γαλλική εταιρεία διασφάλιζε πως το ελληνικό κράτος υποχρεούται σε επενδύσεις πενταπλάσιες της αξίας της επένδυσης για την ηλεκτροδότηση του εργοστασίου, καθώς και σε τιμή κιλοβατώρας για την εταιρεία σε τιμή κάτω του κόστους παραγωγής από τη ΔΕΗ. Μια «επένδυση» που οι συμβουλάτορες του Κυριάκου Μητσοτάκη χρησιμοποιούν ακόμη και σήμερα ως οδηγό προσέλκυσης επενδύσεων.
Η δίωξη του γέρου Καραμανλή, μαζί με τους υπουργούς Βιομηχανίας και Συντονισμού Νικόλαο Μάρτη, Παναγή Παπαληγούρα, Αριστείδη Πρωτοπαπαδάκη, Δημήτριο Χέλμη και Λεωνίδα Μπουρνιά (με παραπομπή τελικά των τριών πρώτων) ήρθε κατόπιν πρότασης της ΕΔΑ επί κυβερνήσεως Γ. Παπανδρέου. Η ιστορία έχει γράψει πως ο Κων. Μητσοτάκης πρωτοστάτησε στην ομάδα των βουλευτών της Ενωσης Κέντρου που καταψήφισε την παραπομπή σε Ειδικό Δικαστήριο. Ωστόσο η στάση του αυτή διαμορφώθηκε μόνο όταν έκρινε πως τον συμφέρει να το κάνει, αφού προηγουμένως είχε μεθοδεύσει τη δίωξη του «μισητού» εχθρού του.
Με πρωτοβουλία τελικά του Γ. Παπανδρέου η υπόθεση τερματίστηκε ελέω παραγραφής, χωρίς όμως ο ίδιος να αποφύγει το πολιτικό κόστος που αυτή επέσυρε.
Οπως εύκολα φαίνεται από τη δίωξη κατά του Κώστα Βαξεβάνη, της Γιάννας Παπαδάκου και του Αλέξανδρου Τάρκα, ο Κυρ. Μητσοτάκης επιχειρεί μετατρέποντας το σκάνδαλο Novartis σε υποτιθέμενη σκευωρία να συνδυάσει όλη την εργαλειοθήκη του πατρός. Οπως όμως καταδεικνύεται από τις διογκούμενες αντιδράσεις των πολιτών, οι καιροί έχουν αλλάξει και οι πολίτες δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη.